Του Αντώνη Πανούτσου
Η δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη ότι στη σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου που θα συγκροτήσει ως πρωθυπουργός, δε θα περιλαμβάνεται κανένα μέλος της οικογένειάς του και το ίδιο θα ισχύσει και για τα άλλα πολιτειακά αξιώματα δεν θα ήταν κάτι περισσότερο από μία προβλεπόμενη υπόσχεση αρχηγού κόμματος στην αντιπολίτευση.
Όπως το «θα κυνηγήσουμε την φοροδιαφυγή» που είπε προεκλογικά ο ΣΥΡΙΖΑ για να καταλήξει να κατάσχει διαμερίσματα των 40 χιλιάδων για χρέη τεσσάρων χιλιάδων στην εφορία. Στην περίπτωση όμως του Κυριάκου Μητσοτάκη η δέσμευση δεν ήταν ρητορική. Στα μέλη της οικογενείας του που δεν θα μετάσχουν στη νέα κυβέρνηση και δεν θα πάρουν πολιτειακό αξίωμα περιλαμβάνεται και η αδελφή του Ντόρα που εκτός της κοινοβουλευτικής της πείρας πολλές φορές έχει ακουστεί ότι έχει φιλοδοξίες για την προεδρία της Δημοκρατίας. Ανακοινώνοντάς το ο Κυριάκος Μητσοτάκης προσέθεσε ότι «είναι σκληρό και ίσως άδικο». Το μόνο που θα μπορούσε είναι να αφαιρέσει το «ίσως». Στο «είναι επιβεβλημένο σε αυτή τη συγκυρία, στο πλαίσιο της αποστολής που έχω αναλάβει» δεν χρειαζόταν να αφαιρέσει τίποτα. Στη συγκυρία που βρισκόμαστε δεν μπορούν να υπάρχουν πολιτικές φιλοδοξίες αλλά συναίσθηση της αποστολής.
Της αποστολής για μια δεύτερη μεταπολίτευση που θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των πολιτών στην πολιτική, που είναι τοσο απαραίτητη όσο του 1974, που αποκατέστησε την δημοκρατία. Με την ευνοιοκρατία του ο ΣΥΡΙΖΑ ξαναζωντάνεψε το σύνθημα «όλοι ίδιοι είναι». Το σύνθημα που μαζί με τους ψόφους και τις κρεμάλες ήταν το πιο επικίνδυνο του καλοκαιριού των Αγανακτισμένων, που από τη στιγμή που ο πολίτης το πιστέψει αρχίζει να ψάχνεται όχι για νέα πρόσωπα αλλά νέο πολίτευμα.
Το «όλοι ίδιοι είναι» που βοήθησε να ξαναφέρει στη μόδια ο ΣΥΡΙΖΑ με το επαναστατικώ δικαίω βόλεμα κάθε αδελφού, αδελφής, γκόμενας, γκόμενου, μπατζανάκη, πατέρα και θείου. Όπως τους διορισμούς στο Δημόσιο των μελών της οικογένειας του γραμματέα της νεολαίας ΣΥΡΙΖΑ, Ιάσονα Σχινά-Παπαδόπουλου επειδή η οικογένειά τους κυνηγήθηκε από την δεξιά και τον διορισμό του Στέλιου Παππά, πατέρα του Νίκου, σαν διοικητή του ΟΑΣΘ επειδή είχε μεγάλη πείρα στα οικονομικά. Μέχρι να γίνει γνωστό ότι η πείρα του περιοριζόταν στον high finance συνδικαλισμό της ΔΕΗ. Ή του ξάδελφου του Αλέξη Τσίπρα, Γιώργου Τσίπρα. Ο οποίος αφού έγινε γ.γ. του ΥΠΕΞ όταν τα έσπασε με τον Νίκο Κοτζιά, έγινε αμέσως προϊστάμενος του οικονομικού γραφείου του πρωθυπουργού στο Μαξίμου. Σε τέτοιες στιγμές αν ένας αρχηγός θέλει να στείλει μήνυμα, το σκληρό ή το άδικο δεν έχουν σημασία. Σημασία έχει το μήνυμα να είναι σαφές. Και δεν υπάρχει τίποτα σαφέστερο από το ότι στην κρίση που είμαστε ακόμα και οι συγγένειες δεν παίζουν ρόλο. Υπάρχει ιστορικό προηγούμενο.
Στον Ρωμαϊκό Εμφύλιο μετά τη δολοφονία του Ιούλιου Καίσαρα η δεύτερη τριανδρία των Γάιου Οκταβιανού, Μάρκου Αντώνιου και Μάρκου Αιμίλιου Λέπιδου προχώρησε σε προγραφές. Στις οποίες μεταξύ άλλων υπήρξε το όνομα του Λούκιου Λέπιδου, αδελφού του Μάρκου Λέπιδου. Το γεγονός είχε σοκάρει, ο λόγος όμως ήταν σαφής. Η τριανδρία έπρεπε να στείλει το μήνυμα ότι επάνω από κάθε συγγένεια βρίσκεται ο θεσμός της δημοκρατίας και αν αυτό προϋπέθετε την εξορία του Λούκιου Λέπιδου η δημοκρατία ήταν πιο σημαντική από τους δεσμούς του αίματος. Η Ελλάδα για να ανακάμψει χρειάζεται θυσίες. Με τους πολίτες ανώφελα εξαντλημένους από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ οι μόνοι που απομένουν να κάνουν θυσίες είναι οι πολιτικοί του. Αν θα είναι άδικες και σκληρές έρχεται σε δεύτερη μοίρα, μπροστά στο αν είναι επιβεβλημένες.