Η νέα ενεργειακή πραγματικότητα, με την ανάδειξη της σημασίας του φυσικού αερίου, δημιουργεί μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα, προκειμένου να δημιουργήσει έσοδα δισεκατομμυρίων ευρώ μέσω της ανάπτυξης ενός εγχώριου upstream κλάδου. Ποιοι οι λόγοι της στροφής στην πράσινη ενέργεια και της αποχώρησης εταιρειών από τις έρευνες για τους υδρογονάνθρακες.
Όπως δηλώνει στη συνέντευξη που παραχήρησε στο Liberal, o Άρης Στεφάτος, Διευθύνων Σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων (ΕΔΕΥ), «παγκόσμια βιομηχανία υδρογονανθράκων διέρεχεται μιας πρωτοφανούς περιόδου μετασχηματισμού», ενώ τονίζει πως «το φυσικό αέριο, θα αποτελέσει το πρώτο βήμα στην πορεία μετάβασης σε Πράσινο Υδρογόνο, το οποίο θα παράγεται αποκλειστικά από ανανεώσιμους πόρους».
Συνέντευξη στον Νικόλα Ταμπακόπουλο
Κύριε Στεφάτε, τι σηματοδοτούν οι πρόσφατες αποχωρήσεις της Repsol και των ΕΛΠΕ από ορισμένα μπλοκ έρευνας υδρογονονθράκων;
Η παγκόσμια βιομηχανία υδρογονανθράκων διέρχεται μιας πρωτοφανούς περιόδου μετασχηματισμού, υπό την πίεση της άμεσης ανάγκης για μετάβαση σε μια πιο βιώσιμη οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα. Ως αποτέλεσμα, οι πετρελαϊκές εταιρείες σε παγκόσμιο επίπεδο επεκτείνουν και ανακατευθύνουν τις στρατηγικές τους ανάλογα, όπως για παράδειγμα και η REPSOL, με την ανακοίνωσή της ότι διακόπτει τις δραστηριότητές της σε 14 χώρες, μια εκ των οποίων και η Ελλάδα, όπου οι δραστηριότητες της εταιρείας είτε δεν ήταν ώριμες, είτε δεν βρίσκονταν σε στάδιο παραγωγής. Στο ίδιο πλαίσιο είναι και η απόφαση των ΕΛΠΕ να επικεντρωθούν στις θαλάσσιες παραχωρήσεις, όπου κυρίως αναμένουμε αποθέματα φυσικού αερίου.
Αξίζει να τονίσουμε ότι το φυσικό αέριο θα γίνει ένα πολύ σημαντικότερο συστατικό του χαρτοφυλακίου αυτών των εταιρειών – λαμβάνοντας υπόψιν το ζωτικό ρόλο του στην ενεργειακή μετάβαση ως καύσιμο γέφυρα, που προοδευτικά θα αντικατασταθεί από καθαρές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και τεχνολογίες μηδενικού περιβαλλοντικού αποτυπώματος. Το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα της Ελλάδας (ΕΣΕΚ), για παράδειγμα, προβλέπει επέκταση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά περίπου 40% έως το τέλος της δεκαετίας.
Επομένως το καύσιμο του παρόντος και του μέλλοντος είναι το φυσικό αέριο;
Το φυσικό αέριο παράγει περίπου 50% λιγότερες εκπομπές CO2 από το λιγνήτη κατά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Κοιτάζοντας προς το μέλλον -ένα πιο βιώσιμο μέλλον όπου οι ανανεώσιμες πηγές και τα εναλλακτικά καύσιμα θα παίζουν κυρίαρχο ρόλο-το φυσικό αέριο αναμένεται να διαδραματίσει επίσης έναν δυνητικά κρίσιμο ρόλο για την μετάβαση μας σε μια «οικονομία υδρογόνου» και χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Ως πρώτη ύλη για την παραγωγή Μπλε Υδρογόνου, και σε συνδυασμό με τη δέσμευση και διαχείριση του CO2, αναμένουμε ότι το φυσικό αέριο, θα αποτελέσει το πρώτο βήμα στην πορεία μετάβασης σε Πράσινο Υδρογόνο, το οποίο θα παράγεται αποκλειστικά από ανανεώσιμους πόρους. Είναι συνεπώς το φυσικό αέριο που θα διαδραματίσει ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην παγκόσμια ενεργειακή μετάβαση.
Στις αλλαγές αυτές που συντελούνται στην αγορά ενέργειας, ποια η θέση της Ελλάδας στο χάρτη;
Το νέο αυτό ενεργειακό παράδειγμα αποτελεί μια σημαντική ευκαιρία για την Ελλάδα να δημιουργήσει έσοδα δισεκατομμυρίων ευρώ μέσω της ανάπτυξης ενός εγχώριου upstream κλάδου. Μια ευκαιρία επίσης για τους επενδυτές μας όπως η Total, η ExxonMobil, η Energean και τα ΕΛΠΕ.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι εισαγωγές ορυκτών καυσίμων στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία ανήλθαν σε περίπου 150 δισεκατομμύρια ευρώ και ότι, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, η αγορά φυσικού αερίου κοστολογείται κοντά στα 260 δισεκατομμύρια ευρώ, η πρόοδος του τομέα θα μπορούσε να έχει χαρακτήρα μετασχηματισμού της οικονομίας της χώρας.
Δεν αποβλέπουμε όμως μόνο στη μείωση των δαπανηρών εισαγωγών υδρογονανθράκων, αλλά και στην διασφάλιση της ενεργειακής τροφοδοσίας της χώρας, καθώς και στην δημιουργία σημαντικών εσόδων για την εθνική οικονομία και τον προϋπολογισμό, τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, ενισχύοντας ταυτόχρονα την γεωστρατηγική θέση της χώρας ως ένας περιφερειακός και ευρωπαϊκός «ενεργειακός κόμβος».
Τέλος, τι να περιμένουμε όσον αφορά στη συνεργασία της ΕΔΕΥ με τις πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στη χώρα μας και τα ΕΛΠΕ;
Θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε με τις κορυφαίες σε παγκόσμιο επίπεδο, ενεργειακές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων και των ΕΛΠΕ, καθώς και με τις αντίστοιχες εθνικές και ευρωπαϊκές αρχές, για να βοηθήσουμε στην επιτυχία των ερευνών, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι όλες οι δραστηριότητες πραγματοποιούνται με βάση τα υψηλότερα διεθνή πρότυπα για την προστασία του περιβάλλοντος, της υγείας και της ασφάλειας. Η επιτυχημένη εμπορική αξιοποίηση των φυσικών μας πόρων θα μπορούσε να έχει οικονομικά οφέλη που θα συμβάλλουν στο μετασχηματισμό της εθνικής οικονομίας, ενώ παράλληλα θα διευκολύνουν την επίτευξη των φιλόδοξων στόχων της Ελλάδας για την πράσινη ενεργειακή μετάβαση.
*Ο Άρης Στεφάτος είναι CEO της ΕΔΕΥ