Του Επαμεινώνδα Κορώνη*
Η τέχνη πρέπει να μάχεται για τις ιδέες της. Και είναι λάθος να κατηγορούμε τον καλλιτέχνη που παθιάζεται με μια ιδέα, ακόμα και με ένα κόμμα ή μια πολιτική. Από το ελαφρύ χιούμορ του Λαζόπουλου και του Αρκά, μέχρι τους στιβαρούς καλλιτέχνες, όπως ο Χατζηδάκης και ο Κούνδουρος, η δεξιά και η αριστερά είχε διαχρονικά τους οπαδούς της.
Πολλοί καλλιτέχνες διέθεταν και διαθέτουν πολιτικό προσανατολισμό και ιδεολογικό πρόσημο, ενίοτε προσχωρώντας σε αυτό που ονομάζουμε στρατευμένη τέχνη. Δηλαδή μια άνευ προσχημάτων ανοιχτή μάχη για την προβολή πολιτικών και κομματικών ιδεών. Ουδέν μεμπτό.
Άλλωστε ο ρόλος της τέχνης είναι να πολεμά. Πρόσφατα η έκθεση «Φουκουσίμα αγάπη μου», ένα πάνθεον από σκληρά καλλιτεχνήματα που συνδέουν την πυρηνική ενέργεια με τον θάνατο έδειξε πως η τέχνη μπορεί να εγκαταλείψει την άψυχη διαπερατότητα και να επηρεάσει την κοινωνία. O γλύπτης Mauriccio Katelan «έστησε» ένα τεράστιο μεσαίο δάχτυλο απέναντι από το χρηματιστήριο του Μιλάνο, δημιουργώντας θόρυβο και συζήτηση για τον καπιταλισμό. Και στην Μ. Βρετανία οι καλλιτέχνες τοποθετούνται προεκλογικά, δημόσια και ξεκάθαρα, υπέρ συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών.
Χρειαζόμαστε την τέχνη να μιλά για την κοινωνία, την πολιτική αλλά και για τα πρόσωπα που την απαρτίζουν. Το πρόβλημα στην Ελλάδα του 2019 δεν είναι η στράτευση της τέχνης ή η πολεμική δημοσιογραφία, που σε κάποιο βαθμό αναβαθμίζουν τον ιδεολογικό προβληματισμό και προκαλούν δομικές συζητήσεις. Δεν με ενοχλούν τα πρωτοσέλιδα της Αυγής και ο φορτισμένος λόγος του Φιλελεύθερου. Και προσωπικά δεν θεωρώ ανάρμοστη την στοίχιση ηθοποιών και συγγραφέων με τον ΣΥΡΙΖΑ ή την λατρεία του Κραουνάκη για τον Πολάκη.
Το πρόβλημα της στράτευσης καλλιτεχνών, δημοσιογράφων και επιστημόνων ξεκινά όταν η εμπλοκή τους γίνεται με κρατικά μέσα, κυβερνητική καθοδήγηση και με δημόσιο χρήμα. Ευπρόσδεκτο το φίλιο πρόγραμμα του Open TV και όλες οι ενημερωτικές εκπομπές του, αλλά όχι αν χρηματοδοτείται από τα χαρισμένα πρόστιμα της ΣΕΚΑΠ ή τον χαρισμένο ΕΝΦΙΑ του Οργανισμού Λιμένα Θεσσαλονίκης. Και φυσικά να σκηνοθετήσει ο Γαβράς το βιβλίο του Βαρουφάκη, αλλά όχι με την απ' ευθείας υποστήριξη του Υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής.
Διότι με τέτοια μέσα η στράτευση εξελίσσεται σε άνισο πόλεμο όπου η εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία επενδύει άπλετο δημόσιο χρήμα κεφαλαιοποιώντας το πολιτικά και εκλογικά. Δηλώνει αφελώς ο Νίκος Παππάς ότι: «Είμαστε ξεκάθαροι πως δεν θα επιχειρούσαμε καμία είδους λογοκρισία στο σενάριό του», την στιγμή που η ίδια η υποστήριξη γεννά υποψίες και αμφιβολίες. Όχι περί λογοκρισίας αλλά υποστήριξης της ταινίας που μας αρέσει το θέμα και που θα αναδείξει τον άνισο αγώνα του ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στο κακό κατεστημένο. Αναρωτιέμαι αν η παραγωγή είχε τόση ανάγκη τα 630.000 ευρώ.
Φανταστείτε αν ο Μπάρακ Ομπάμα στήριζε οικονομικά τις ταινίας του Adam McKay και το πρόσφατο Vice που διακωμωδεί διακριτικά τον Dick Cheney. Ή αν η παρούσα κυβέρνηση στην Ιταλία χρηματοδοτούσε το «Loro» του Paolo Sorentino όπου προβάλλεται ο Μπερλουσκόνι ως καρικατούρα. Ακόμα χειρότερα, ο Katelan να έφτιαχνε το γιγάντιο δάχτυλο με επιχορήγηση των εισηγημένων εταιρειών. Η αξία των παραπάνω σκηνοθετών, όπως και του ελαφρώς ξεπερασμένου αλλά πολύ αξιόλογου Γαβρά, δεν αμφισβητείται. Αλλά όταν περνάς το συρματόπλεγμα και ασχολείσαι με ένα πολιτικοποιημένο θέμα, βάζοντας ηθοποιούς να ερμηνεύσουν τον εν ενεργεία Πρωθυπουργό, δεν μπορείς να παίρνεις κεφάλαια από το κράτος ούτε και να διαπλέκεσαι με το χρήμα του.
Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διαμορφώσει μια στρεβλή αντίληψη για την κρατική τέχνη. Τοποθετεί κομματικά στελέχη στο πολύπαθο Φεστιβάλ Αθηνών και έχει επιτάξει ιδεολογικά την ΕΡΤ. Ο επιθετικός δημοσιογράφος που τα βάζει με τον αμήχανο Αθανασίου (καταλήγοντας αυτός σε μια άστοχη διατύπωση) θα είχε κάθε δικαίωμα να εφορμά επί του αντιπάλου αν δεν ήταν επί της ουσίας ένας λειτουργός της δημόσιας τηλεόρασης. Όπως σωστά σχολίαζε ένας πολιτικός αναλυτής στο BBC και για την θέση του καναλιού για το Brexit, «την άποψή μας οριοθετεί το γεγονός ότι μας πληρώνουν όλοι όσοι μας ακούνε, έχουμε άποψη αλλά έχουμε και ευθύνη». Μπορείς να συστρατεύεσαι με όποια άποψη θέλεις, χωρίς όμως την πλάτη και το κύρος του δημοσίου.
Η Ελλάδα έχει μεγάλη ιστορία διοχέτευσης του δημόσιου χρήματος υπέρ πολιτικών κομμάτων, αλλά διατηρούσε και θεσμικά υγιή παραδοσιακά αντανακλαστικά. Οι καλλιτέχνες σε μεγάλο βαθμό κράτησαν του πολέμους τους σε καλλιτεχνικούς όρους. Η κρατικά ελεγχόμενη ΕΡΤ διατηρούσε τα προσχήματα της αντικειμενικότητας ακόμα και στα χρόνια του παντοδύναμου ΠΑΣΟΚ. Και πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ελληνική αριστερά έχει μεγάλη παράδοση στα ελληνικά γράμματα, τις τέχνες και τις επιστήμες χωρίς να έχει ευνοηθεί στο παραμικρό από το μοίρασμα των επιδοτήσεων (το αντίθετο).
Όμως, παρερμηνεύοντας την στράτευση και μεθυσμένοι από την πρόσβαση στα υπερ-πλεονάσματα της εξαθλίωσης, κάποιοι αισθάνονται άνετα να βάζουν την υπογραφή τους για έργα τέχνης που τους αρέσουν και μας γυρίζουν σε παλαιότερους αιώνες όταν η τέχνη επιβίωνε στις Αυλές των Βασιλιάδων. Χρηματοδοτούν την τέχνη και τον λόγο που τους αρέσει. Όχι για πολύ.
*Ο κ. Επαμεινώνδας Κορώνης είναι Reader και Διευθυντής του Προγράμματος ΜΒΑ στο Πανεπιστήμιο Westminster του Λονδίνου