Του Κυριάκου Αθανασιάδη
Λέγαμε στο χθεσινό μας σημείωμα ότι ο καθένας μας είναι το κέντρο του Σύμπαντος, κι ας λένε άλλα οι φυσικοί — εκείνοι τη δουλειά τους, εμείς τη δουλειά μας. Αλλά το μόνο που κατορθώσαμε να υπαινιχθούμε κάπως πριν ακουστεί η σφυρίχτρα του ημιχρόνου ήταν το συμπέρασμά μας πως, έτσι, αυτό που λέμε «αλήθεια» είναι κάτι που μάλλον χωρά πολλή συζήτηση — για την ακρίβεια, χωρά πολλές διαπραγματεύσεις.
Τα πράγματα ποτέ δεν είναι «μόνο» έτσι. Δεν είναι πάντα όλα όπως νομίζουμε ότι είναι. Μπορεί να είναι και αλλιώς. Και συχνά, σε πείσμα των βεβαιοτήτων μας, είναι πράγματι (και) αλλιώς. Και σε πείσμα των συμφερόντων μας επίσης. Ως εκ τούτου, δεν είναι κακό να ξέρουμε πως καθετί έχει τουλάχιστον άλλη μία όψη (αν και συνήθως έχει πολύ περισσότερες).
Ναι, είναι φρικτό να σε κλέβει ένας φτωχός τοξικοεξαρτημένος μέσα στο σπίτι σου ή σπάζοντας το μαγαζί σου. Και, ναι, είναι φρικτό να μην υπάρχουν δομές από το κράτος —αυτόν τον τυφλό γίγαντα που δηλώνει ασφυκτικά παρών εκεί από όπου πρέπει να απουσιάζει, και λείπει σχεδόν πάντα από εκεί όπου τον έχουμε ανάγκη—, είναι αδιανόητο να μην υπάρχουν δομές που θα στηρίζουν αυτόν τον ατυχή συνάνθρωπό μας, που από μία σκανδαλώδη, στα μάτια του τουλάχιστον, εύνοια της τύχης δεν είμαστε εμείς στη θέση του.
Ναι, είναι παράλογο να θέλει ένα κράτος να μονοπωλεί τον όρο «Μακεδονία». Μα, ναι, είναι επίσης παράλογο μία περιοχή που από πάντα λέγεται «Μακεδονία» —και όχι Γιβραλτάρ ή Παταγονία— να θέλουν κάποιοι άλλοι να την πουν αλλιώς, και μάλιστα να θέτουν βέτο στο δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού των κατοίκους της και να τους αναγκάζουν να λέγονται αλλιώς.
Ο καθένας μας είναι το κέντρο του Σύμπαντος, κι αυτό είναι πολύ καλό, και πολύ όμορφο. Όλοι έτσι έχουμε ίδια αξία, δεν υπάρχουν ανώτεροι και κατώτεροι άνθρωποι, η δική μου μικρή ύπαρξη είναι ίση με την τρανή δική σου: «Μη με σκοτώνεις, λοιπόν, παπά / φύλαρχε / βασιλιά / αυτοκράτορα / κονκισταδόρε / Ναπολέοντα / Χίτλερ / Στάλιν / ISIS, αλλά άκου με». Ναι, είναι καλό.
Και είναι και κακό.
Η κοινή μας ζωή, μα και η παρουσία, η ύπαρξη, ο ίδιος ο πυρήνας της πολιτικής, είναι ακριβώς η κοινή και μεγαλειώδης προσπάθεια του σύγχρονου ανθρώπου να συγκεραστούν όλα αυτά τα «κέντρα του Σύμπαντος», να μετρηθούν, να μπουν σε σειρές, να κάτσουν στην αράδα, να βρεθεί πόσοι θέλουν τι, πόσοι δεν το θέλουν, ποιοι είναι οι περισσότεροι, πώς θα γίνει να διασφαλιστεί το όφελος και η βούληση αυτών των πολλών, πώς θα γίνει όμως ταυτόχρονα και να μη θιγούν ούτε οι λίγοι, και πώς θα γίνει να μη μείνει δυσαρεστημένος ούτε κι εκείνος ο ένας, εκείνος ο μειονοτικός και παρίας, που μειοψηφεί πάντα στη γωνιά του — και καλά κάνει.
Αν το καταφέρνουμε πάντα; Προφανώς και όχι. Γι' αυτό και είπαμε πως πολιτική σημαίνει ακριβώς την «προσπάθεια» να γίνει κάτι τέτοιο πραγματικότητα. Όλο αυτό είναι μια διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ. (Όπως δηλαδή συμβαίνει και με το αενάως επεκτεινόμενο σύμπαν). Η Δημοκρατία δεν είναι κάτι παγιωμένο και πρετ-α-πορτέ. Αλλάζει, επιφυλάσσεται, εξελίσσεται — γίνεται σοφότερη. Δεν έχουμε στα χέρια μας ένα Δεκάλογο από ιερούς νόμους που αν τους υπακούμε τυφλά λύνονται όλα τα προβλήματα της πολιτείας (μολονότι τα Συντάγματά μας πάνω-κάτω κάτι τέτοιο είναι, και είναι σαφώς ιερά — ιερά όμως με έναν κοσμικό τρόπο), ούτε ένα Δίκαιο εκπορευόμενο από τον Θεό και χαραγμένο πάνω σε πλάκες. Αλλά προσπαθούμε κάθε μέρα. Αυτό κάνουμε. Με τα σπουδαία εργαλεία που επινοήσαμε.
Όμως πάντα η ουσία παραμένει η ίδια: είμαστε (όλοι μας, και ο καθένας μας ξεχωριστά!) το κέντρο του σύμπαντος. Και καθημερινά αισθανόμαστε ως εκ τούτου θύματα κάποιων τρίτων που μας επιβουλεύονται. Η υπαγωγή της ζωής μας στην πολιτεία και στο κοινό καλό απαιτεί τη συμφιλίωσή μας με τον σκληρό-ξεσκληρό Νόμο. Γιατί δεν είμαστε αγρίμια που ζουν χωρίς ταίρι στη μονιά τους, και δεν είμαστε και νησιά.
Παρ' όλα αυτά, πάντα θέλουμε —και επιδιώκουμε— ένα πράγμα περισσότερο από το κοινό καλό: το δικό μας καλό.
Δεν είναι κάτι που μπορεί να το αρνηθεί κανείς. Είναι μία κοινή, «αξιωματική» αλήθεια. Ας πάρουμε, π.χ., εμένα. Εγώ δεν είμαι γεννημένος για να θέλω παγκόσμια ειρήνη, να κάνω κοινά γιορτάσια με τους γείτονές μου, να φοράω το ίδιο χαμόγελο με το δικό τους στο πρόσωπό μου και να εγκολπώνομαι τα ίδια ιδανικά με την πλειοψηφία. Εδώ που τα λέμε, τα περισσότερα από τα ιδανικά της πλειοψηφίας μού είναι κάπως ξένα, για να μην πω απεχθή. Δεν βλέπω καν ριάλιτι στην τηλεόραση. Και πολλοί από τους περισσότερους μου θυμίζουν καμιά φορά εξωγήινους εισβολείς που από στιγμή σε στιγμή θα μου ρίξουν με το ακτινοπίστολό τους. Είμαι περίεργος άνθρωπος, συμφωνώ.
Αυτό που στ' αλήθεια θέλω είναι να μπορώ να ζω από τη δουλειά μου (η δουλειά μου είναι να πουλάω τα βιβλία μου), να έχω όσο το δυνατόν περισσότερο ελεύθερο χρόνο για να διαβάζω παλιά αστυνομικά της πεντάρας, να τρώω μία φορά την εβδομάδα έξω, να κάνω ένα πενθήμερο ταξίδι σε μια βόρεια χώρα κάθε Χριστούγεννα, να είμαι συνδρομητής σε πέντε αμερικάνικα περιοδικά, να είμαι σε θέση να αγοράζω καμιά δεκαριά ξένα κόμικς τον χρόνο, και να μην αναγκάζομαι να τρώω μισή ώρα, όποτε πηγαίνω στο σούπερ-μάρκετ, συγκρίνοντας τιμές στα ζυμαρικά και στα ρύζια. Καμία παγκόσμια ειρήνη. Και καμία Δημοκρατία. Δεν γεννήθηκα για να κυνηγώ κάποιο υψηλό ιδεώδες. Δεν είμαι ο Βενιαμίν Φραγκλίνος ή η μαντάμ Κιουρί. Δεν είμαι ο Βούδας και ο Καλβίνος.
Αλλά νά που, κοίτα τώρα, ο μόνος τρόπος που μπορεί να μου τα διασφαλίσει αυτά —ο μόνος ανάμεσα σε όλους τούς πιθανούς άλλους, πλην τού Λόττο ή της επιτυχημένης συμμετοχής μου σε ένα συνδικάτο του εγκλήματος—, είναι αυτός της Δημοκρατίας. Δεν υπήρξε ποτέ στο παρελθόν κανένας άλλος καλύτερος, και δεν θα υπάρξει άλλος κανείς ποτέ στο μέλλον. Ποτέ. Δεν υπάρχει τέτοια περίπτωση, ό,τι και να λένε κατά καιρούς οι λογής Μεσσίες. Η Φιλελεύθερη Δημοκρατία, δηλαδή η αντιπροσωπευτική δημοκρατία που στηρίζεται στις αρχές του φιλελευθερισμού, που έχει σαν θεμέλιό της το Σύνταγμα και προβλέπει διάκριση των εξουσιών και εγγύηση των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών για όλους τους πολίτες, είναι ο μόνος σύμμαχος που μπορώ να έχω σε ό,τι επιδιώκω για τη δική μου ζωή. Ο μόνος δρόμος. Δεν υπάρχει κάποιο άλλο πολιτικό σύστημα που να μου παρέχει έστω και τις ελάχιστες εγγυήσεις ότι οι άνθρωποι θα έχουν χρήματα να αγοράσουν τα βιβλία μου, και όρεξη για να διαβάζουν βιβλία ούτως ή άλλως. Κι εγώ δεν θέλω ελάχιστες εγγυήσεις. Θέλω τα πάντα: όλο το πακέτο.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς φύσει δημοκράτης — κανείς δεν είναι φύσει δημοκράτης, εδώ που τα λέμε. Ο καθένας μας είναι και ένα κέντρο του σύμπαντος, εγωιστικό και ιδιοτελές: έτσι πρέπει. Είμαστε πρόσωπα. Όχι μάζες, πολφός και σύνολα. Αλλά μόνο μαζί μπορούμε να δούμε τα όνειρά μας να πραγματοποιούνται (ακούγεται κάπως γλυκερό αυτό, αλλά τι να κάνουμε τώρα), ή πιο σωστά: να έχουμε ελπίδες να τα δούμε να πραγματοποιούνται. Αλλιώς θα βυθιστούμε με το πρόσωπο στο χώμα, συντριμμένοι από τη βαριά μπότα της συμπαντικής εντροπίας, που στη γλώσσα της πολιτικής λέγονται μοναρχία, λαϊκή δημοκρατία, αμεσοδημοκρατία, κομουνισμός, φασισμός, εθνικισμός, ναζισμός, ισλάμ και άλλα τέτοια ωραία. Πράγμα που ενδεχομένως θα γίνει κάποτε, όταν η Φιλελεύθερη Δημοκρατία ίσως γεράσει ή ίσως τη σκοτώσουν. Αλλά δεν θα 'μαστε τότε εδώ για να το δούμε — ευτυχώς.
Οπότε, ναι: ο καθένας μας είναι το κέντρο του Σύμπαντος. Και ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ: καθώς το Σύμπαν δεν έχει κέντρο, όχι, δεν γίνεται να είσαι (μόνο) εσύ το κέντρο του Σύμπαντος.
Είναι λυμένα αυτά.