Συστράτευση κοινής λογικής

Συστράτευση κοινής λογικής

Ο δύσπιστος (ή σκεπτικός, όπου σκέψη=γνώση) είναι χρήσιμος στον δημόσιο διάλογο. Προφανώς όχι στην υποθετικώς ανοιχτή ανταλλαγή «απόψεων» στον ιντερνετικό ιστό, αλλά στην πολιτική ανταλλαγή. Πολλοί αντέκρουσαν τα κυβερνητικά σχέδια στο μεταναστευτικό/προσφυγικό ζήτημα, ως «αναποτελεσματικά» ή, με κάποιες ιδεολογικές κυμάνσεις, ως «απάνθρωπα»! 

Όμως, οι εξελίξεις, δηλαδή η αλυσίδα των γεγονότων, επιβεβαιώνουν ότι ο σχεδιασμός ήταν λειτουργικός και ορθός. Μπορεί να άργησε. Πιστεύω, για παράδειγμα, ότι έπρεπε να μπει φραγή στην εξέταση νέων αιτήσεων ασύλου ήδη από την πρώτη μέρα της νέας διακυβέρνησης, αν μη τι άλλο για να χαμηλώσει το βουνό των εκκρεμμουσών αιτήσεων. Πιστεύω επίσης, ότι θα ήταν καλύτερο αν είχαμε αμέσως ξεκινήσει την κατασκευή νέων δομών, καλύτερα οργανωμένων και αυστηρά ελεγχόμενων.

Με δυο λόγια, η νέα πολιτική για το μεταναστευτικό πρέπει να εδράζεται στο δίπτυχο της «παράνομης» εισόδου και της «διεθνώς αναγνωρισμένης» ασυλίας, όταν αυτή αποδίδεται σε οριστικό βαθμό και προφανώς όχι από τη στιγμή που κατατίθεται η σχετική «αίτηση». Τέλος, η απειλή που συνιστούσε ο πολλαπλασιασμός των ροών, ειδικά μέσω Τουρκίας, έπρεπε να έχει απασχολήσει το σύνολο των πολιτικών πτερύγων από την πρώτη στιγμή. Από την άποψη των ανωτέρω, ο Ερντογάν αφύπνισε, με τον πλέον δυσάρεστο τρόπο, την κυβερνητική μηχανή.

Στο σημείο που βρισκόμαστε, οφείλουμε να παραδεχτούμε το κατά Κλαούσεβιτς «Ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», σαφώς χειρότερο από την εκδοχή Τσου Εν Λάι, σύμφωνα με τον οποίο «Η διπλωματία είναι η συνέχεια του πολέμου με άλλα μέσα»! Η Τουρκία του Ερντογάν συνεχίζει στη γραμμή σώρευσης ολοένα περισσότερων προβλημάτων εις βάρος της Ελλάδας, ελπίζοντας ότι όταν θα υποχρεωθεί να καθίσει στο τραπέζι, θα είμαστε φορτωμένοι με ένα ασήκωτο (διπλωματικά αλλά και ουσιαστικά) βάρος.

Η ιστορική εμπειρία από την εμπλοκή μας σε κρίσιμα εθνικά θέματα, όπως η κατοχή της Βόρειας Κύπρου και η αμφισβήτηση στο Αιγαίο, πείθουν την Άγκυρα μάλλον για το αντίθετο από αυτό που περιμένει η Αθήνα. Από την άποψη αυτή, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιφορτίζεται με το ουσιώδες καθήκον αναδιατύπωσης του δόγματος εξωτερικής πολιτικής.

Με όσα μια τέτοια μεταβολή συνεπάγεται και για το συναρτώμενο (και όχι ανεξάρτητο) αμυντικό δόγμα. Αν ο Αλέξης Τσίπρας είχε την παιδεία, τα πιστεύω και τις ηγετικές ικανότητες, που του αποδίδει σημαντικό μέρος των υποστηρικτών του, θα είχε χειριστεί εντελώς διαφορετικά το Σκοπιανό, εξασφαλίζοντας την εθελοντική συμμετοχή των κομμάτων, εξέλιξη που θα ωθούσε τη χώρα πολλές λεύγες μπροστά στη διπλωματική κούρσα.

Σε κάθε περίπτωση, φαίνεται σήμερα πόσο δίκαιο είχαμε όταν λέγαμε ορισμένες αλήθειες, τις οποίες έσπευσε να αντικρούσει με ζωηρό ακτιβισμό το παλαιοκομματικό σώμα των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Ιδού μια πρόχειρη λίστα. Ήμασταν σωστοί όταν λέγαμε ότι το ζήτημα είναι πρωτίστως μεταναστευτικό. Ότι συνιστά απειλή. Ότι χρειάζεται περιορισμός στην παροχή ασύλου.

Ότι μόνον ένας στους τέσσερις έρχεται από τη Συρία. Ότι απαιτείται αυστηρή αστυνόμευση. Ότι πρέπει να χτίσουμε ικανό αριθμό πρόσθετων δομών ελεγχόμενης φιλοξενίας. Ότι η συμφωνία Μέρκελ - Ερντογάν - Τσίπρα ήταν παγίδα για τα ελληνικά συμφέροντα. Ότι η μετακίνηση προς την ηπειρωτική Ελλάδα ήταν η μόνη λύση αποσυμφόρησης των νησιών μας. Ότι η κινητοποίηση του στρατού και των συνοριοφυλάκων καθίσταται αναγκαία. Ότι έπρεπε να κλείσουν τα σύνορα πολύ νωρίτερα, μόλις άρχισε η πίεση.

Δεν συνεχίζω. Έστω και τώρα υπάρχει χρόνος συντονισμού. Ας στοιχηθούμε με την κυβέρνηση, το κράτος, το συμφέρον της οικονομίας και, τελικά, την κοινή λογική.

Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο Σάββατο 7 Μαρτίου 2020