Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Όταν η νομισματική χαλάρωση είχε αρχίσει να οδηγεί τα επιτόκια των ομολόγων στις ευρωπαϊκές αγορές σε αρνητικά επίπεδα, ήταν φανερό πως άρχιζαν να αλλάζουν οι όροι του παιχνιδιού. Η βασική αρχή, πως τα κράτη δανείζονται από τις αγορές, καταβάλλοντας τόκους στους πιστωτές τους, είχε αρχίσει να ανατρέπεται.
Η μείωση των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και τις άλλες κεντρικές τράπεζες σε χαμηλά επίπεδα, είχε ως στόχο την τόνωση της ανάπτυξης, την απρόσκοπτη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα και των δημοσίων επενδύσεων και την καταπολέμηση του αποπληθωρισμού. Δεν ήταν αρκετοί αυτοί που είχαν εναντιωθεί σε αυτήν την προοπτική, διότι φαινόταν πως η ΕΚΤ έκανε τότε, ό τι ήταν δυνατόν για να διασώσει την ΕΕ και το ευρώ, από την πρωτοφανή κρίση στην οποία είχε περιέλθει.
Οι πρώτοι που είχαν αντιδράσει σε αυτές τις εξελίξεις ήταν κυρίως οι υπεύθυνοι των μηχανογραφικών συστημάτων των τραπεζών, των επενδυτικών οίκων, των εκκαθαριστών των συναλλαγών και των χρηματιστηριακών εταιρειών. Γι' αυτούς, οι αλλαγές που θα έπρεπε να συντελεστούν στα μηχανογραφικά υποστηρικτικά συστήματα των συναλλαγών και των αποτιμήσεων, ήταν πιο δύσκολες ακόμα και από την μετάβαση από τα εθνικά νομίσματα, στο περιβάλλον του ευρώ.
Σε εκτενείς αναλύσεις της η Wall Street Journal, είχε παρουσιάσει τις τεχνικές και νομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι χρηματοπιστωτικοί και επενδυτικοί οίκοι, στην προσπάθεια τους να επανασχεδιάσουν τα πληροφοριακά συστήματα και τις εσωτερικές διαδικασίες τους. Αρκετοί εκτιμούσαν πως οι “ανορθόδοξες” πολιτικές των αρνητικών επιτοκίων, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ανησυχίες, αντίστοιχες με αυτές που κυριαρχούσαν στην αλλαγή του αιώνα. Τότε όλοι θυμόμαστε πως ο λεγόμενος “ιός της χιλιετίας”, δηλαδή το πέρασμα από την καταγραφή των δυο τελευταίων στοιχείων που κάλυπταν τον προσδιορισμό των ετών, (για παράδειγμα (88 αντί για 1988), στην πλήρη απεικόνιση του ημερολογιακού έτους, (2001 αντί για 01), είχε αποτελέσει ένα πρόβλημα που απειλούσε να τινάξει τα μηχανογραφικά συστήματα στον αέρα.
Έπρεπε να βρεθεί και τελικά βρέθηκε τρόπος, να φιλοξενήσουν τα ψηφιακά συστήματα, τους νέους τρόπους αποτιμήσεων και να αφομοιώσουν τη έννοια των αρνητικών αποδόσεων και την θετική αποτίμηση αρνητικών συναλλαγών. Προσαρμόστηκαν λοιπόν τα μηχανογραφικά συστήματα, οι εσωτερικές διαδικασίες, οι συμβάσεις πελατών και εταιριών και οι εσωτερικοί έλεγχοι. Και τα αρνητικά επιτόκια ως αποτέλεσμα της εφαρμογής του QE, αποτελούν πλέον κομμάτι της καθημερινότητας των αγορών και των συναλλαγών.
Αυτά όλα διαδραματίστηκαν το 2015. Σήμερα, που η ΕΚΤ έχει ανακοινώσει την έναρξη ενός νέου κύκλου ποσοτικής χαλάρωσης, οι αντιδράσεις της Γερμανικής πλευράς έχουν ξεπεράσει από τον στενό κύκλο της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας και τον κύκλο των πολιτικών. Η Deutsch Bank, που βρίσκεται εδώ και πολλούς μήνες στη δίνη μιας βαθιάς κρίσης, την οποία με νύχια και δόντια προσπαθεί ξεπεράσει, προειδοποίησε για δυσάρεστες και επικίνδυνες παρενέργειες, σε περίπτωση νέας μείωσης των επιτοκίων. Είναι γεγονός πως ο προβληματισμός για την χρονική διάρκεια και το βάθος της νομισματικής χαλάρωσης, απασχολεί πλέον τους πάντες. Και αυτό, διότι έχουν καταγραφεί ήδη δυσάρεστες συνέπειες από την χρήση αυτών των μη συμβατικών εργαλείων.
Τα αρνητικά επιτόκια έχουν επιφέρει ζημίες τόσο στις τράπεζες, όσο και στις επενδυτικές εταιρίες και μεγάλα funds. Υπολογίζεται πως τα αρνητικά επιτόκια έχουν στοιχίσει πάνω από 20 δισ. ευρώ στις τράπεζες και πάνω από 100 δισ. ευρώ στα μεγάλα συνταξιοδοτικά ταμεία, με ό τι σημαίνει αυτό για την εύρωστη λειτουργία των τραπεζών και την βιωσιμότητα των συνταξιοδοτικών μηχανισμών της Ευρώπης.
Και αν αυτά αποτελούν τα αρνητικά απόνερα του QE, τι μπορούμε να πούμε για την βύθιση της ευρωπαϊκής οικονομίας στην ύφεση, την μείωση της ανταγωνιστικότητας, την υστέρηση στην καινοτομία και την “μεταρρυθμιστική κόπωση” που κυριαρχεί στους πολιτικούς κύκλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Μήπως το φθηνό χρήμα, έδρασε ανασταλτικά απέναντι στις αλλαγές που έχει ανάγκη η Ε.Ε. για να μην βρεθεί σύντομα σε ρόλο ουραγό των παγκόσμιων δρώμενων;
Αν σε όλα τα ανωτέρω, αθροίσουμε και την ανοδική πορεία των μετοχών που στηρίχθηκε σε μεγάλο βαθμό στο “φθηνό” ευρωπαϊκό χρήμα, τότε θα πρέπει ίσως να δούμε με πιο καθαρό, ψύχραιμο και ρεαλιστικό τρόπο, τη νέα νομισματική χαλάρωση που έρχεται με σκοπό να προσδώσει στοιχεία ενίσχυσης στην ασθενική ανάπτυξη της ευρωπαϊκής οικονομίας. Θα πετύχει το QE τους στόχους του;
*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.