Καταλαγιάζει το πρώτο κύμα της πανδημίας και σχετικά σοφότεροι, αναλογιζόμαστε πράγματα για τον εαυτό μας και τον κόσμο. Ετοιμάζοντας προσεκτικά τα βήματα την κοινωνικής μας επανένταξης, αντιλαμβανόμαστε σιγά-σιγά, ότι ο κορονοϊός δεν θα χωρίσει την ιστορία σε προ και μετά την έλευση του. Είναι σαφώς σημαντικό γεγονός, δεν είναι όμως τομή στην πολιτισμική και ανθρωπολογική εξέλιξη. Είναι σοβαρό σύμπτωμα και όχι καθοριστικό αίτιο τής ανατρεπτικής και ιδρυτικής εποχής μας. Σαφώς, όμως, θα φωτίσει εντονότερα και θα επιταχύνει τις ήδη δρομολογημένες εξελίξεις, ενός ασταθούς και πολυπολικού πλανήτη.
Η πορεία μιας ζαλισμένης και οπισθοχωρούσας Αμερικανικής δύσης, η επιτηδευμένη, αλλά μη πειστική Κινέζικη υπεροχή, η επίμονη προτεραιότητα του ανθρωπισμού μιας ασθμαίνουσας Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι ορατή εδώ και καιρό, για όσους έχουν συντονιστεί με την ιδέα μιας ριζικής πλανητικής μετάβασης. Απλώς, η πορεία αυτή, επιβεβαιώνεται εκ νέου, μέσα σε δραματικότερες συνθήκες.
Και η Ελλάδα; Πού βρίσκεται και πώς ορίζεται μέσα στα παγκοσμίως συμβαίνοντα;
Είναι πανθομολογούμενο ότι η χώρα μας, έχει εκπλήξει ευχάριστα την διεθνή κοινότητα. Η αντίληψη, ο χρόνος, ο τρόπος, η εκτέλεση της αντίδρασής της, συγκαταλέγονται στις πιο επιτυχημένες και πιο αποδοτικές, σε ευρωπαϊκό, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η απορία όλων είναι, πώς γίνεται μια χώρα γονατισμένη από την κρίση, ν’ αντιδρά σωστά απέναντι σε συνθήκες μεγάλης πίεσης, όταν συστήματα και υποδομές πολύ πιο προηγμένων και οργανωμένων χωρών, δεν τα καταφέρνουν;
Εδώ αναδεικνύονται δύο θέματα. Το ένα είναι αυτό που εκφράζει ο λαός μας με την γνωστή φράση «είμαστε ικανοί για το καλύτερο και το χειρότερο». Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είμαστε συναισθηματικοί και αλλοπρόσαλλοι, όπως θέλει μια πρόχειρη ερμηνεία. Σημαίνει κατά βάση, ότι αναζητούμε υπερβάσεις που μας επιβάλλει ο πολιτισμός και η ιστορία μας, οι οποίες όμως εκθέτουν κάποιες φορές, την ισορροπία και τα όρια των σύγχρονων δυνατοτήτων μας.
Το ειδικότερο θέμα όμως, που χαρακτηρίζει την σημερινή επιτυχία της χώρας μας, είναι οι κρυμμένες της δυνατότητες. Και τις χαρακτηρίζω κρυμμένες, διότι δεν σχετίζονται με το κυρίαρχο και επικρατούν «φαίνεσθαι» της πολιτικής, των κρατικών θεσμών, αλλά και της κοινωνίας. Εμφανίστηκαν στο προσκήνιο μέσα στην δίνη της κρίσης και δημιούργησαν το πολυτιμότερο κεφάλαιο για την, έτσι και αλλιώς, δύσκολη συνέχεια.
Ανασύρονται, όμως, στην επιφάνεια και καταξιώνονται υπό ένα όρο, τον όρο της πολιτικής. Υπό τον όρο μιας νέας μη-συμβατικής πολιτικής, που υπερβαίνει την τυπική ταυτότητα του κομματικού υποκειμένου που την ασκεί. Που θέτει σε προτεραιότητα τον άνθρωπο, που συνεργάζεται ουσιαστικά με την επιστήμη και που υπερβαίνει τις παλιές ιδεοληψίες ενός πολιτικού κόσμου που παρέρχεται.
Αυτή η μη συμβατική πολιτική, εφαρμοζόμενη από μια ηγεσία που έδειξε ότι έχει την αίσθηση του επείγοντος και της κρίσιμης στιγμής και, ταυτόχρονα, την ενσυναίσθηση της λαϊκής ψυχολογίας και συμπεριφοράς, δημιουργεί το απαραίτητο βασικό δίπολο διαχείρισης μιας σοβαρής εθνικής κρίσης. Το δίπολο «ηγεσίας και πολιτικής», που ανασυντάσσει και διατάσσει στη μάχη κάθε δημιουργική και παραγωγική δύναμη της χώρας. Το δίπολο αυτό παράγει πειθώ, εμπιστοσύνη, συμμετοχή και παραγωγή έργου. Κινητοποιεί θετικά το κρατικό οικοδόμημα, ενεργοποιώντας τα πολυτιμότερα μέλη του, τα οποία στη συνέχεια διαχέουν το πνεύμα τους στα υπόλοιπα. Οι θεσμοί και οι μηχανισμοί του κράτους δεν είναι αυτονομημένοι, δεν είναι ουδέτεροι και κυρίως δεν είναι άψυχοι, όπως τους θέλουν κάποιες απόκοσμες θεωρίες, παραγνωρίζοντας το στοιχείο της λαϊκής μετοχής σ’ αυτούς.
Από κει και πέρα είναι βέβαιο, ότι ένα τέτοιο δημιουργικό ντόμινο στην αλυσίδα «πολιτική – ηγεσία- κράτος», καταλήγει στη θετική ανταπόκριση της λαϊκής συμπεριφοράς. Όχι μηχανικά και αυτόματα, αλλά το κάθε πεδίο δέχεται την θετική επίδραση του άλλου και αναπαράγει την δική του αυτόνομη θετική προσφορά.
Η δυναμική πορεία της ανάδειξης των κρυμμένων δυνατότητων, δημιουργεί τους δικούς της ήρωες και ηγέτες. Οι ήρωες, πλέον, είναι οι απλοί και ζωντανοί, υπερβάλλοντες εαυτόν, άνθρωποι, μιας αλληλέγγυας και συνειδητά πειθαρχημένης κοινωνίας και όχι τα επαναλαμβανόμενα εικονικά πρόσωπα μιας κορεσμένης και αδιέξοδης ευζωίας. Οι ηγέτες που αναγνωρίζονται πλέον, είναι τα ικανά πρόσωπα που, συνδυάζοντας ανθρώπινες ευαισθησίες και κοινωνικές αξίες, μάχονται όχι μόνο επί του ειδικού-επιστημονικού πεδίου, αλλά και επί του πεδίου της έμπρακτης κοινωνικής στάσης και εφαρμογής.
Εκτιμώ ότι η μεγαλύτερη εθνική κατάκτηση από την πανδημική κρίση, είναι η πίστη στις κρυμμένες δυνατότητές μας, που είναι πλέον φανερές. Και αυτή η πίστη, δημιουργεί με τη σειρά της μια νέα εθνική αυτοπεποίθηση. Δεν αρκεί, όμως, μια αυτοπεποίθηση που θα την περιφέρουμε σαν έπαθλο επιτυχίας στον σκληρό και ανταγωνιστικό κόσμο μας. Αυτή είναι σίγουρα μια ικανοποίηση που μπορεί να μεταφραστεί και σε διαφόρων ειδών οφέλη, πολιτικά και οικονομικά. Εμείς όμως, επειδή τα δύσκολα είναι μπροστά μας και τίποτα δεν έχει τελειώσει, θα πρέπει να κρατήσουμε ως παρακαταθήκη το ότι «μπορούμε». Ότι διαθέτουμε εκείνο το πολιτισμικό και ανθρωπολογικό δυναμικό, που μπορεί να μας οδηγήσει σταθερά και ανελικτικά στον ταραγμένο κόσμο μας.