Του Δημήτρη Καμπουράκη
Η σχέση ημών των νεοελλήνων με το καλοκαίρι μας, είναι μακρά και αδιατάραχτη. Ο απαστράπτων ήλιος πάνω απ' τα κεφάλια μας, η νωχέλεια των υψηλών θερμοκρασιών, το καταγάλανο των θαλασσών μας, η ανεμελιά του πλατσουρίσματος στο κύμα, το οφθαλμόλουτρο πάνω στους λαδωμένους γλουτούς που πηγαινοέρχονται μπροστά μας και η αίσθηση της εσωτερικής ευμάρειας που συνοδεύει τα γεμάτα τραπέζια της υπαίθριας ταβέρνας, είναι καταγεγραμμένα στο συλλογικό μας DNA. Είναι απαράμιλλα και μη διαπραγματεύσιμα εθνικά πλεονεκτήματα. Κάθε απόπειρα αλλαγής αυτού του status ισοδυναμεί με έγκλημα καθοσιώσεως.
Τούτων δοθέντων, δεν είναι διόλου αβάσιμοι οι προβληματισμοί των πολιτικών αρχηγών, των αναλυτών και των εκλογολόγων, για την πιθανότητα επηρεασμού της πολιτικής συμπεριφοράς των συμπατριωτών μας, όταν ξάφνου ντάλα καλοκαίρι τρακάρουν πάνω σε μια κάλπη. Τα ερωτήματα είναι αμείλικτα: Εκείνη την μοιραία Κυριακή της 7ης Ιουλίου, οι ψηφοφόροι θα κάνουν άραγε την απαραίτητη παράκαμψη προς το εκλογικό τμήμα ή θα συνεχίσουν ακάθεκτοι τον δρόμο τους προς την παραλία, αρνούμενοι να θυσιάσουν έστω και μισή ώρα από την θερινή τους απόλαυση για να κυβερνηθεί ο τόπος τους; Ο προγραμματισμός των διακοπών τους θα λάβει υπ όψη την εκλογική διαδικασία ή θα την αγνοήσει παντελώς ως μη υπάρχουσα;
Ενδιαφέροντα ερωτήματα, μπροστά στα οποία ο αναλυτής σηκώνει αμήχανος τα χέρια. Η πράξη θα απαντήσει. Πάντως οι νεώτεροι πρόγονοι μας που ουδέποτε έστηναν κάλπες καλοκαιριάτικα, δεν ήταν ηλίθιοι. Από το 1928 έχουμε να ψηφίσουμε Ιούλιο. Κάτι ήξεραν ή κάτι ψυλλιάζονταν. Ούτε έλεγε ανοησίες ο περίφημος πολιτικός μαέστρος με το όνομα Ανδρέας που μιλούσε για τα «μπάνια του λαού». Είχε μύτη εκείνος, σε αντίθεση μ' έναν σύγχρονο μας ονόματι Αλέξη, που όσο περισσότερο προσπαθεί να του μοιάσει τόσο χάνει την όσφρηση του.
Θα μου πείτε βέβαια πως και οι εκλογές αποτελούν εθνικό φετίχ. Δώσε στον Έλληνα κάλπη ή προεδριλίκι και πάρε του την ψυχή. Κάποιοι νεοέλληνες μπορεί να μην ψηφίζουν, αλλά η πλειοψηφία τους πάει στα εκλογικά κέντρα και μάλιστα πάει με μανία, με πάθος, με ορμή. Τιμωρεί ή επιβραβεύει στην κάλπη, με την ίδια αχαλίνωτη όρεξη που τρώει τις κουτσομούρες στην παραλιακή ψαροταβέρνα παραμονή Δεκαπενταύγουστου. Τώρα λοιπόν μένει να αποδειχθεί αν θα υπάρξει σύγκρουση ή συνδυασμός των δύο εθνικών απολαύσεων. Οι δημοσκόποι αναμένουν με το κομπιουτεράκι στο χέρι, για να έχουν έτοιμες τις συμβουλές τους στις επόμενες γενιές Ελλήνων πολιτικών. Τι θα λέει άραγε ο αποθησαυρισμός τους μετά την 7η Ιουλίου; «Κάντε εκλογές όποτε σας κατέβει, δεν τρέχει κάστανο;» Ή μήπως «αποφεύγετε όπως ο διάολος το λιβάνι να στήνετε κάλπες καλοκαιριάτικα;» Θα δούμε.
Τέλος πάντων, η ημερομηνία των εκλογών αυτών έχει και ένα πλεονέκτημα. Οι απαστράπτουσες, ζεστές και υγρές νύχτες του ελληνικού Ιουλίου, είναι ό,τι πρέπει για εξαλλοσύνες και ξεφαντώματα. Για σημαίες, πυρσούς, ζητωκραυγές, κορναρίσματα και χορούς κάτω απ' τ' αστέρια. Το ελληνικό πανηγύρι, βρίσκει τον πραγματικό εαυτό μόνο μέσα στο κατακαλόκαιρο. Επίσης, το καλοκαίρι είναι καλύτερο από τον χειμώνα, από ψυχολογικής απόψεως για τον ηττημένο. Η κατάθλιψη μειώνεται με μια βουτιά στην θάλασσα την επαύριον της συντριβής. Να και κάτι που έκανε ο Αλέξης για τον εαυτό του και τους συντρόφους του.