Του Γιώργου Χατζηθεοφάνους*
Σύμφωνα με δημοσιεύματα ο Υπουργός Άμυνας της Χώρας κατά την επίσκεψή του στις ΗΠΑ και τη συνάντησή του με τον αμερικανό ομόλογό Τζέιμς Μάτις, τον τον αναπληρωτή υπουργό Εξωτερικών, Τζον Σάλιβαν και τον υφυπουργό αρμόδιο για θέματα Ευρώπης και Ευρασίας, Γουές Μίτσελ, δήλωσε πως θεωρεί δεδομένη την κατάρρευση της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Παράλληλα αναφέρουν ότι πρότεινε, με την ιδιότητα του Προέδρου των ΑΝΕΛ, την υπογραφή αμυντικής συμφωνίας ανάμεσα στην Ελλάδα, τη ΠΓΔΜ, την Αλβανία, τη Βουλγαρία και σε δεύτερο χρόνο τη Σερβία, με στόχο τη δημιουργία ενός τόξου σταθερότητας στα βόρεια σύνορα της χώρας για την αναχαίτιση της Ρωσικής διείσδυσης στα Βαλκάνια. Πρότεινε επίσης να δημιουργηθούν μόνιμες στρατιωτικές βάσεις των ΗΠΑ στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στο Βόλο, τη Λάρισα και την Αλεξανδρούπολη.
Εάν ο κ. Καμμένος επισκέφθηκε τις ΗΠΑ ως Υπουργός Άμυνας, συναντήθηκε με τους παραπάνω αξιωματούχους με την ιδιότητά του αυτή (προφανώς κανείς δεν θα δεχόταν να συναντήσει τον Πρόεδρο των ΑΝΕΛ) αλλά συμμετείχε στη συζήτηση ως Πρόεδρος των ΑΝΕΛ, με προσωπικές απόψεις, διαφορετικές από αυτές της Κυβέρνησης, διέπραξε σοβαρό ατόπημα και θα έπρεπε άμεσα ο πρωθυπουργός να τον αποπέμψει από την Κυβέρνηση.
Προφανώς αυτό δεν έγινε επειδή την άλλη μέρα ο κ. Καμμένος θα απέσυρε την στήριξή του με συνέπεια την κατάρρευση της Κυβέρνησης. Μπορεί όμως η Χώρα να κυβερνηθεί αποτελεσματικά υπό αυτές τις συνθήκες; Ο κ. Καμμένος έχει κατ επανάληψη δηλώσει πως σκοπός της συγκυβέρνησης είναι η έξοδος από την οικονομική κρίση. Τι γίνεται όμως με όλα τα άλλα, πέραν των δημοσιονομικών, επίσης σοβαρά ζητήματα, όπως τα εθνικά, στα οποία έχουν εκ διαμέτρου διαφορετικές θέσεις; Υπάρχουν κόκκινες γραμμές στη συγκυβέρνηση από τον κ.Τσίπρα και ποιες είναι αυτές; Ή όλα στο βωμό της εξουσίας;
Η εικόνα της Κυβέρνησης, χωρίς υπερβολές, προκαλεί τρόμο. Χωρίς θεσμικό πλαίσιο διαμόρφωσης και εφαρμογής μιας αποτελεσματικής εθνικής στρατηγικής, χωρίς να έχει συνέλθει το ΚΥΣΕΑ, το καθ ύλη αρμόδιο όργανο (ΠΥΣ 31/2000) διαμόρφωσης της εξωτερικής πολιτικής ούτε το Εθνικό Συμβούλιο Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΣΕΠ) αρμόδιο, με συμβουλευτικό χαρακτήρα προς τον ΥΠΕΞ, για ζητήματα στρατηγικού σχεδιασμού (ν.3132/2003), με τον Υπουργό Εξωτερικών, σε ρόλο one man show, να έχει διαφορετική ατζέντα από τον Υπουργό Άμυνας και δεν γνωρίζουμε αν έχει πάντα την ίδια ατζέντα με τον ίδιο τον Πρωθυπουργό, είναι λογικό οι πολίτες να ανησυχούν για τη διαχείριση των εθνικών θεμάτων και να προσφεύγουν στα συλλαλητήρια.
Στην ίδια κατεύθυνση μου προκαλούν βαθιές ανησυχίες οι προτάσεις του κ. Υπουργού σχετικά με τη συμμαχία αναχαίτισης της Ρωσικής διείσδυσης στα Βαλκάνια αλλά και την δημιουργία νέων αμερικανικών βάσεων στην Ελλάδα. Διατηρώ σοβαρές ενστάσεις και στα δύο ζητήματα και φυσικά τίθεται το ερώτημα μέσα από ποια διαδικασία προέκυψαν.
Αναρωτιέμαι κάποιες φορές εάν οι υπουργοί αλλά και ο ίδιος ο πρωθυπουργός, έχουν αντιληφθεί πως, ο τελικά υπεύθυνος για την χάραξη και εφαρμογή της πολιτικής για ζητήματα που αφορούν τόσο το εσωτερικό όσο και το διεθνές περιβάλλον, δεν μπορεί, με βάση το Σύνταγμα, να είναι άλλος από τον Πρωθυπουργό της Χώρας, ο οποίος άλλωστε έχει και την εξουσία επιλογής των μελών του Υπουργικού Συμβουλίου (εξίσωση εξουσίας και ευθύνης), στο οποίο ο ίδιος προεδρεύει. Και, βέβαια, όταν υπάρχει διαφωνία μεταξύ του Πρωθυπουργού και ενός Υπουργού, ο τελευταίος παραιτείται ή παύεται και αντικαθίσταται με άλλον της επιλογής και πάλι του Πρωθυπουργού.
Θεωρώ μεγάλο λάθος να αναζητούμε και να επιρρίπτουμε ευθύνες στους Υπουργούς, όπως έγινε με τον κ. Βαρουφάκη στο παρελθόν. Η ευθύνη ανήκει αποκλειστικά στον πρωθυπουργό της Χώρας και βέβαια υπό αυτές της συνθήκες η χώρα πρέπει να οδηγηθεί άμεσα σε εκλογές.
*Ο κ. Χατζηθεοφάνους είναι Υποστράτηγος ε.α-Οικονομολόγος και Συγγραφέας του βιβλίου «Εθνική Στρατηγική-Πρόταση για ένα νέο θεσμικό πλαίσιο»