Του Δρ Σπύρου Πλακούδα*
H Επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη»
Προ 72 ωρών η Τουρκία υλοποίησε (μόλις με καθυστέρηση δύο ετών) την απειλή της να εισβάλλει στη βόρεια Συρία εάν απειληθούν τα «ζωτικά συμφέροντά» της. Από ποιον απειλήθηκαν αυτά; Από το Ισλαμικό Κράτος που ηττάται κατά κράτος από τους Κούρδους και Σιίτες Άραβες στα μέτωπα της Συρίας και του Ιράκ αντίστοιχα και διενεργεί κατά τακτά διαστήματα τρομοκρατικά κτυπήματα στο εσωτερικό της χώρας (συμπτωματικά πάντοτε τις παραμονές ιστορικών αποφάσεων για την εξωτερική πολιτική της γείτονος); Ή μήπως από τους Κούρδους που εκδιώκουν το Ισλαμικό Κράτος από τη βόρεια Συρία και, ως εκ τούτου, απέχουν πλέον (μετά την κατάληψη της Manbij) μόλις 31 χμ από τις εσχατιές του θύλακα της Αφρίν; Μάλλον από αυτούς αφού η Τουρκία, είτε υπό την ηγεσία των Κεμαλικών είτε των Ισλαμιστών, παραμένει εγγενώς «Κουρδοφοβική».
Γιατί επέλεξε η Τουρκία να εισβάλλει αντί απλά να ενισχύσει τους ισλαμιστές συμμάχους / πελάτες της; Για δύο λόγους: πρώτον, να αποδείξει τοις πάσι (ήτοι, Κούρδοι, Ισλαμικό Κράτος, ΗΠΑ, Ρωσία και ούτω καθεξής) πως εννοεί τις απειλές της για στρατιωτική δράση προς υπεράσπιση των συμφερόντων της στη βόρεια Συρία και, δεύτερον, να αποστείλει ένα ισχυρό αποτρεπτικό σήμα προς τους Κούρδους (δίχως αμφιβολία τον πραγματικό στόχο της εισβολής) να μην αποπειραθούν να επεκταθούν στην ζώνη των 100 χμ που διεκδικεί (από το 2014) ως «ζώνη απαγόρευσης πτήσεων» και «ζώνη δίχως ISIS και PYD». Οι προγενέστερες προσπάθειες της Τουρκίας για την κατάληψη της διαφιλονικούμενης ζώνης διαμέσου των ισλαμιστών συμμάχων της είχαν αποτύχει οικτρά μεταξύ Μαϊου και Ιουλίου 2016. Όμως, η πτώση (δίχως τουφεκιά) της Jarablus στα χέρια των Τουρκμένων/Αράβων ανταρτών και Τούρκων οπλιτών αποδεικνύει όχι τόσο την στρατιωτική υπεροπλία της Τουρκίας όσο (φευ) την διπλωματική δεινότητά του Ισλαμικού Κράτους: η υποχώρηση των τζιχαντιστών νοτίως της Jarablus εγγυάται πως οι Τουρκμένοι / Άραβες αντάρτες (και Τούρκοι οπλίτες) θα αντιμετωπίσουν οσονούπω το PYD.
Γιατί επέλεξε η Τουρκία να εισβάλλει τώρα; Μήπως οφείλεται, σύμφωνα με το κυρίαρχο αφήγημα στα καθεστωτικά ΜΜΕ της Τουρκίας, στην εκ βάθρων εκκαθάριση των Τουρκικών ενόπλων δυνάμεων από τους (πραγματικούς ή μη) Γκιουλενιστές που αντιτίθεντο σε τέτοιες στρατιωτικές περιπέτειες; Ή μήπως συνδέεται με την επίσκεψη του αντιπροέδρου των ΗΠΑ εν μέσω μιας κλιμακούμενης διμερούς διπλωματικής κρίσης; Μάλλον οφείλεται ένα συνδυασμό αρκετών παραγόντων. Δεν πρέπει, βέβαια, να διαλάθει της προσοχής μας ο εξής συμβολισμός. Η επιχείρηση εκδηλώθηκε την επέτειο των 500 ετών από την Μάχη του Dabiq όπου ο σουλτάνος Σελίμ Γ' (ο επονομαζόμενος Τρομερός λόγω των διώξεών κατά των Σιιτών εντός και εκτός Τουρκίας) ισοπέδωσε (χάρη στην πρωτοποριακή χρήση των πυροβόλων όπλων) τον στρατό των Μαμελούκων και εγκαθίδρυσε την ηγεμονία του Οίκου του Οσμάν στην Μέση Ανατολή για τους επόμενους 4 αιώνες. Πέραν τούτων, ο Ερντογάν στόχευε ορθολογικά στην ενίσχυσή του στο εσωτερικό και εξωτερικό. Εκβιάζοντας τον Μπάιντεν με το δίλημμα «Τουρκία ή Κούρδοι», η Τουρκία απέσπασε μια δημόσια παραίνεση του Μπάιντεν προς το PYD να αποσυρθεί ανατολικά του ποταμού Ευφράτη και μια δημόσια εξομοίωση του PKK με το ISIS προς τέρψιν της γείτονος. Συν τις άλλοις, η επιχείρηση αυτή αποσκοπεί να οικοδομήσει ένα ολοκαίνουριο προφίλ για τις (αποδυναμωμένες από τις εκκαθαρίσεις) Τουρκικές ένοπλες δυνάμεις ως ενός ισχυρού παράγοντα που, υπό την στιβαρή ηγεσία «πατριωτών» (όπως ο Διοικητής των Ειδικών Δυνάμεων Αντιστράτηγος Zekai Aksakall? που αντιτάχθηκε αμέσως στο πραξικόπημα), επιτυγχάνει μεγαλειώδεις νίκες.
Οι Περιφερειακές και Διεθνείς Ισορροπίες
Που οφείλεται ο πρωτοφανής στα χρονικά κατευνασμός του Μπάιντεν έναντι του Ερντογάν; Μήπως στην ανησυχία του για ενδεχόμενη αποσκίρτηση της Άγκυρας προς την Μόσχα; Ο Ερντογάν ουκ ολίγες φορές έχει υιοθετήσει την τακτική του ανατολίτικου παζαριού (με διόλου ευκαταφρόνητη επιτυχία) ώστε να εκβιάζει φίλους και συμμάχους και να αποσπά λεόντεια ανταλλάγματα. Επί προεδρίας Ομπάμα, όμως, η μόχλευση (ή leverage) της Τουρκίας έναντι των ΗΠΑ έχει οδηγηθεί σε τέτοιο εξευτελιστικό επίπεδο που δεν εξηγείται μόνο από την καίρια γεωστρατηγική θέση της Τουρκίας ως το προκεχωρημένο φυλάκιο του ΝΑΤΟ στο «τόξο της αστάθειας» στην Εύφορη Ημισέληνο και τον Καύκασο. Ο κατευνασμός του Μπάιντεν (διόλου τελέσφορος σε βάθος χρόνου) μάλλον οφείλεται σε κινήσεις τακτικής. Επειδή ακριβώς οι ΗΠΑ δεν επιθυμούν να εκδώσουν τον αυτοεξόριστο ιμάμη Γκιουλέν (και να απωλέσουν ακολούθως έναν μοχλό πίεσης έναντι του Ερντογάν) ή να διαρρήξουν την στρατηγικού χαρακτήρα συνεργασία τους με τους Κούρδους στα μέτωπα της Συρίας και του Ιράκ, προτίμησαν να συναινέσουν στο επίμονο (πλην όμως δίχως ουσιαστικό αντίκρυσμα) αίτημα της Άγκυρας για τη δημιουργία μιας ζώνης δίχως ISIS και PYD στη βόρεια Συρία.
Πώς, όμως, συναρτάται η (προ πολλού κυοφορούμενη) εισβολή στη βόρεια Συρία σε σχέση με την αναθεωρημένη εξωτερική πολιτική της Άγκυρας; Ο Ερντογάν συνειδητοποίησε πως η προ-Σουνιτική και αντι-Ασσαντική πολιτική της δεν τελεσφόρησε και, επομένως, επιχείρησε να αποτρέψει τη δημιουργία ενός (δεύτερου) Κουρδικού κρατιδίου στα νότια σύνορά της παντί τρόπω – συμπεριλαμβανομένης της αποκατάστασης των σχέσεων με τον Άσσαντ και τους πάτρωνές του, Ρωσία και Ιράν. Ο υπαρχηγός της ΜΙΤ επισκέφθηκε εν κρυπτώ την Δαμασκό αρκετές ημέρες πριν την εισβολή και ο πρόεδρος Ρουχανί επισκέφθηκε παρομοίως την Άγκυρα προ ημερών· αναμένεται, μάλιστα, ο Αρχηγός ΓΕΕΘΑ της Ρωσίας στην Άγκυρα. Η Ρωσία, το Ιράν (ακόμα και η Συρία) αντέδρασαν χλιαρά στην κατάφωρη παραβίαση της κρατικής κυριαρχίας της Δαμασκού – όπως ακριβώς άλλωστε και η ΕΕ και το ΝΑΤΟ εν αντιθέσει βέβαια με αντίστοιχες ενέργειες του Πούτιν στην Κριμαία. Όπως απέδειξαν οι πρόσφατες σφοδρές συγκρούσεις στην Hasakah στην ανατολική Συρία προ ημερών (όπου για πρώτη φορά ο Άσσαντ εξαπέλυσε σφοδρά αεροπορικά πλήγματα κατά του PYD), ο Άσσαντ δεν επιδοκιμάζει την υπερβολική ανεξαρτητοποίηση των Κούρδων – όπως, άλλωστε, και το Ιράν με την μεγάλη Κουρδική μειονότητα στα δυτικά εδάφη του. Θα ήθελαν οι παραπάνω χώρες, όμως, την οριστική ήττα των Κούρδων με αντάλλαγμα ένα νέο Τουρκικό βιλαέτι στη βόρεια Συρία;
Για την ακρίβεια, η Ρωσία, το Ιράν και η Συρία θα ήθελαν να αποκτήσουν οι Κούρδοι αρκετή ισχύ ώστε να νικήσουν το ISIS και να φοβίζουν την Τουρκία κατά καιρούς – όχι, όμως, υπέρμετρη ισχύ ώστε να αποσχιστούν υπό τις ευλογίες των ΗΠΑ. Άλλωστε, οι παραπάνω χώρες παραμένουν καχύποπτες ως προς τα βαθύτερα κίνητρα του Ερντογάν και εγγενώς αντίθετες στην προοπτική μιας Μεγάλη Τουρκίας (εις βάρος της Συρίας) υπό το κάλυμμα του αγώνα κατά του ISIS. Η συμπεριφορά της Μόσχας και της Δαμασκού στις πρόσφατες συγκρούσεις στην Hasakah αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Ο Άσσαντ συμφώνησε να εκκενώσει την πόλη μετά από διαμεσολάβηση των Ρώσων και η πολιτική «μη επιθέσεως» μεταξύ των δύο πλευρών συνεχίσει να υφίσταται παρά τις προστριβές κατά καιρούς. Όσον αφορά βέβαια τις ΗΠΑ, έχει καταστεί ηλίου φαεινότερον από τη συνεπή συνεργασία τους με τους Κούρδους από τον Σεπτέμβριο του 2014 έως σήμερα πως η Ουάσιγκτον έχει ταχθεί υπέρ ενός δεύτερου Κουρδικού κράτους υπό τις ευλογίες της. Γι' αυτό, άλλωστε, η Ουάσιγκτον κατασκευάζει δύο μόνιμες στρατιωτικές βάσεις στη βόρεια Συρία στα εδάφη του PYD και επικουρεί με χερσαίες και αεροπορικές δυνάμεις τον αγώνα των Κούρδων κατά του ISIS – απειλώντας, μάλιστα, να καταρρίψει τα Συριακά μαχητικά αεροσκάφη κατά τις πρόσφατες συγκρούσεις στην Hasakah.
Η Πολιτική των Κούρδων
Πώς θα αντιδράσουν οι ίδιοι οι Κούρδοι; Κατά τα φαινόμενα, οι Κούρδοι υποχώρησαν έναντι του ιταμού Τουρκικού τελεσιγράφου (και της συνοδευτικής Αμερικανικής προειδοποίησης) και απέσυραν τις δυνάμεις τους ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Ήδη παρέδωσαν τη διοίκηση της Manbij στους Άραβες σύμμαχούς τους και, κατά τα φαινόμενα, συγκεντρώνουν τα στρατεύματά τους βόρεια της Raqqah και ανατολικά του ποταμού Ευφράτη. Άρα «ηττήθηκαν» οι Κούρδοι;
Τα φαινόμενα απατούν. Οι Κούρδοι έχουν αποσύρει μόνο τμήμα των δυνάμεών τους (όπως άλλωστε επιβεβαίωσαν οι ΗΠΑ) και εκκαθαρίζουν την περιοχή νοτίως της Manbij από το ISIS με κατεύθυνση την al-Bab βορείως του Χαλεπίου. Συν τις άλλοις, εκμεταλλεύτηκαν την απόσυρση (δίχως τουφεκιά) των τζιχαντιστών από την Jarablus και ανακατέλαβαν τα περισσότερα χωριά νοτίως της πόλης, απωθώντας μάλιστα τους προελαύοντες ισλαμιστές συμμάχους της Άγκυρας παρά τη στρατιωτική υποστήριξή τους από την Τουρκία (με πυρά πυροβολικού). Η Άγκυρα, όμως, δεν αποτόλμησε επιχείρηση κατά του PYD (που υποτίθεται δρα μέσω των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων ή SDF). Άλλωστε η Άγκυρα, παρά τις όποιους λεονταρισμούς, δεν έχει προετοιμαστεί για ευρεία εισβολή στη βόρεια Συρία. Ως εκ τούτου, οι Κούρδοι (με το κάλυμμα των SDF) θα συνεχίσουν να προελαύνουν (με αργούς ρυθμούς) προς την al-Bab και, παράλληλα, να συγκεντρώνουν στρατεύματα για την επικείμενη επίθεση κατά της Raqqah. Οι Κούρδοι, άλλωστε, έχουν συνειδητοποιήσει πως όσο παραμένουν χρήσιμοι στις ΗΠΑ, τόσο παγιώνεται η μεταξύ τους συμμαχία σε πείσμα της αντίθεσης της Άγκυρας.
* Ο Δρ. Σπυρίδων Πλακούδας είναι μεταδιδακτορικής ερευνητής στην έδρα Στρατηγικών Σπουδών «Θουκυδίδης», ΓΕΕΘΑ / Πανεπιστήμιο Μακεδονίας καθώς επίσης διδάσκει στην ΣΕΘΑ.