Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου
Οι δηλώσεις του κεντρικού τραπεζίτη της χώρας Γιάννη Στουρνάρα, πέρασαν μάλλον στο ψιλά των περισσοτέρων εφημερίδων και των ιστοσελίδων. Όσα ανέφερε, μαζί με τα απόλυτα μεγέθη και τα ποσοστά που χρησιμοποίησε στην ομιλία του, προφανώς και χαλούν το κλασσικό προεκλογικό σκηνικό, τις πωλήσεις των εφημερίδων και τα hits των ιστοσελίδων.
Και αυτό διότι αφ' ενός, ήταν ένα σήμα προς την απερχόμενη κυβέρνηση και την καταστροφική επί πενταετία πολιτική της και αφ' ετέρου, ήταν ένα σήμα προειδοποίησης για την ευκρίνεια της εικόνας της οικονομίας, όπως θα καλεστεί να την αντιμετωπίσει η αυριανή κυβέρνηση. Τέλος ανέλυσε τους λόγους για τους οποίους τα επόμενα χρόνια θα πρέπει να επιτευχθούν ταυτόχρονα, υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και υψηλοί και σταθεροί ρυθμοί υποδοχής ξένων επενδύσεων.
Ας δούμε πρώτα τις διαπιστώσεις / προειδοποιήσεις του Γιάννη Στουρνάρα:
Το πολύ υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς των τραπεζών μειώνει την ικανότητα του τραπεζικού συστήματος να παρέχει πιστώσεις σε υγιείς επιχειρηματικές πρωτοβουλίες.
Το πολύ υψηλό δημόσιο χρέος δημιουργεί αβεβαιότητα για την ικανότητα της χώρας να το εξυπηρετήσει σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα, με αποτέλεσμα να αυξάνει το κόστος δανεισμού του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και να περιορίζει την αναπτυξιακή δυναμική.
Η διατήρηση μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων σε μια παρατεταμένη περίοδο (π.χ. 3,5% του ΑΕΠ έως το 2022) έχει αρνητικό αντίκτυπο στην αύξηση του ΑΕΠ.
Η αρνητική καθαρή διεθνής επενδυτική θέση της Ελλάδος και το αρνητικό ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.
Η υψηλή μακροχρόνια ανεργία δημιουργεί ανισότητες, θέτοντας σε κίνδυνο την κοινωνική συνοχή.
Η γήρανση του πληθυσμού, σε συνδυασμό με τη μετανάστευση εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού κατά τη διάρκεια της κρίσης, εκτιμάται ότι θα οδηγήσει σε μείωση του πληθυσμού και κατ' επέκταση σε χαμηλότερους ρυθμούς δυνητικής ανάπτυξης. Η δημογραφική κρίση αυξάνει τους κινδύνους για τη μακροχρόνια βιωσιμότητα του συστήματος κοινωνικής ασφάλισης και των δημόσιων οικονομικών.
Ο αργός ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας. Με βάση το Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ελλάδα για το 2018 κατατάσσεται προτελευταία μεταξύ των 28 χωρών της ΕΕ.
H μέση ελληνική οικογένεια αντιμετωπίζει μεγαλύτερη φορολογική επιβάρυνση, απολαμβάνοντας όμως λιγότερο ικανοποιητικές κοινωνικές παροχές σε σχέση με το μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Οι δικαστικές αποφάσεις, που ενδέχεται να επιβαρύνουν σημαντικά τις δημοσιονομικές εξελίξεις.
Οι επενδύσεις παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του αποθέματος κεφαλαίου της οικονομίας, ενώ και το επιχειρηματικό περιβάλλον δεν θεωρείται ακόμη αρκετά φιλικό προς τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Υπαρκτοί κίνδυνοι για την επόμενη κυβέρνηση:
1) Η εκτίμηση της Τράπεζας της Ελλάδας είναι πως το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2019 δεν θα ξεπεράσει το 2,9%. Θα είναι δηλαδή μικρότερο κατά 0,6% σε σύγκριση με τον στόχο. Αν ληφθεί υπ' όψη και το πακέτο παροχών που μοίρασε η κυβέρνηση προεκλογικά, που σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανέρχεται στο 1,1% του ΑΕΠ, τότε ναρκοθετείται “με το καλημέρα” το οικονομικό πρόγραμμα της Νέας Δημοκρατίας.
2) Γνωρίζουμε πως επιθυμία και βούληση του Κυριάκου Μητσοτάκη, είναι η επαναδιαπραγμάτευση του ύψους των πρωτογενών πλεονασμάτων, ώστε να υπάρξει αναπτυξιακή ώθηση της οικονομίας. Η Ελλάδα κινδυνεύει αντί να επιτύχει μείωση των πλεονασμάτων, που θα της επιτρέψει την υιοθέτηση περικοπών των φορολογικών συντελεστών σε νομικά πρόσωπα και ιδιώτες, να προσπαθεί να επουλώσει τις νέες δημοσιονομικές πληγές.
Αυτά όσον αφορά στις διαπιστώσεις. Όσον αφορά στο τι μέλλει γενέσθαι, στα κρίσιμα σημεία των απολύτων μεγεθών και των ποσοστιαίων δεικτών, ο κεντρικός τραπεζίτης φωτίζει ένα απόλυτα ρεαλιστικό δρόμο:
1) Το πλεόνασμα μέχρι το 2022 πρέπει να αλλάξει, σε συνεννόηση και συμφωνία με τους πιστωτές και να υιοθετηθεί ένα μίγμα δημοσιονομικής πολιτικής που να είναι φιλικότερο προς τις επενδύσεις, την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη, με χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές και χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές.
2) Η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά πως σήμερα το επενδυτικό κενό της χώρας είναι μικρότερο από 100 δισ. ευρώ και πως αυτό είναι δυνατόν να καλυφθεί με ρεαλιστικούς ρυθμούς επενδύσεων της τάξης του 5% ετησίως μέχρι το 2029. Εκτιμάται ότι ρυθμοί αύξησης των επενδύσεων αυτής της τάξης του 5% ετησίως για την επόμενη δεκαετία, είναι μεν υψηλοί, αλλά εφικτοί για την ελληνική οικονομία με βάση την ιστορική εμπειρία, όταν η Ελλάδα αποτελούσε πρότυπο ανάπτυξης σε όλον τον πλανήτη και εφ' όσον βεβαίως υιοθετηθεί η κατάλληλη αναπτυξιακή πολιτική. Σε αυτά τα πλαίσια, θα πρέπει να αυξηθούν και οι δημόσιες επενδύσεις, διότι επιφέρουν πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία και να επιταχυνθούν οι ιδιωτικοποιήσεις καθώς αυτές ενθαρρύνουν την προσέλκυση πρόσθετων ιδιωτικών επενδύσεων, κυρίως από το εξωτερικό. Ήδη περισσότερα από 80 μεγάλα έργα υποδομών, βρίσκονται είτε σε διαγωνιστική διαδικασία για την υποβολή προσφορών, είτε σε φάση υλοποίησης έως το 2023, με συνολικό προϋπολογισμό άνω των 20 δισ. ευρώ.
Τέλος ο κεντρικός τραπεζίτης αναλύει με έναν πολύ απλό μαθηματικό τρόπο, το γιατί η επίτευξη χαμηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων, εφόσον συνδυαστεί με βαθιές μεταρρυθμίσεις και ταχείες ιδιωτικοποιήσεις, θα οδηγήσει σε χαμηλότερο δημόσιο χρέος. Αναφέρει πως μια αύξηση στο ΑΕΠ κατά 1%, που θα οφείλεται στη μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος λόγω μείωσης των φόρων και των εισφορών, συνδυασμένη με χαμηλότερο κόστος δανεισμού 100 μονάδων βάσης και με μεγάλες μεταρρυθμίσεις και περισσότερες ιδιωτικοποιήσεις, μπορεί να μειώσει κατά 1,8 φορές πιο αποτελεσματικά το δημόσιο χρέος (που βρίσκεται στο 180% του ΑΕΠ), απ' ότι το 1% πρωτογενές πλεόνασμα σε σχέση με το ΑΕΠ.
Οι διαπιστώσεις, οι προειδοποιήσεις και οι εισηγήσεις του Γιάννη Στουρνάρα, είναι συνήθως δυσάρεστες και ωμές. Όμως πίσω από τις λέξεις, πέφτει αρκετό φως στο οδικό χάρτη που καλείται να ακολουθήσει η χώρα για την ανόρθωση της και τη θαρραλέα αντιμετώπιση των προκλήσεων και των δυσκολιών της επόμενης ημέρας. Η αυριανή κυβέρνηση θα ακροβατεί κινούμενη πάνω στο ναρκοπέδιο, που αφήνει πίσω της η σημερινή καταστροφική παρέα του σύριζα και του συνονθυλεύματος που την ακολουθεί. Μόνο η ασφαλής έξοδος από το ναρκοπέδιο, μπορεί να εγγυηθεί για την αισιόδοξη και ανοδική πορεία που χρειάζεται ο τόπος.
Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.
Αποποίηση Ευθύνης : Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.