Του Αλέξανδρου Σκούρα
Ο κ. Τσίπρας κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του συνέντευξης στην τηλεόραση του Alpha στα μέσα Μαΐου δήλωνε ότι «δεν υπάρχει περίπτωση, ούτε μια στο εκατομμύριο τις εθνικές εκλογές να τις κερδίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης». Είναι προφανές ότι ο απερχόμενος πρωθυπουργός έπεσε έξω στην πρόβλεψή του, όμως η γενικότερη συμπεριφορά του ίδιου και των κομματικών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ ενδέχεται να αναδεικνύουν κάποια βαθύτερα αίτια για την γενικότερη αλαζονική συμπεριφορά που χαρακτήριζε την κυβέρνηση πριν τις ευρωεκλογές.
Για να γίνουν αντιληπτά τα αίτια αυτά πρέπει να κάνουμε μία μικρή αναδρομή. Από τους πρώτους μήνες του 2015, αρκετοί φιλελεύθεροι, μεταξύ των οποίων και εγώ, που παρακολουθούσαμε τους καταστροφικούς χειρισμούς της κυβέρνησης «πρώτη φορά αριστερά», αναρωτιόμασταν αν οι άνθρωποι πιστεύουν αυτά που λένε και αν έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Εγώ ήμουν από αυτούς που απάντησαν καταφατικά στο πρώτο και αρνητικά στο δεύτερο ερώτημα. Πέρα από την κυβέρνηση-θίασο που παραλίγο να διαλύσει τη χώρα, που επέβαλε capital controls, και εξευτέλισε τον θεσμό των δημοψηφισμάτων, διέκρινα δύο χαρακτηριστικά στην κυβέρνηση αυτή. Πρώτον, ότι αποτελείται κυρίως από στελέχη που ήταν ΣΥΡΙΖΑ από την εποχή του 3%. Δεύτερον, ότι ακόμα και όταν κόντεψαν να καταστρέψουν την οικονομία της χώρας, το έκαναν με πολύ μεγάλη αυτοπεποίθηση.
Αν αναλογιστούμε τι σημαίνουν αυτά τα δύο χαρακτηριστικά, ίσως καταλάβουμε και λίγο καλύτερα το πως ο πρωθυπουργός έφτασε σε σημείο να ξεστομίσει μία τόσο λανθασμένη πρόβλεψη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ του 3% ήταν ένα κόμμα με σαφέστατες λατινοαμερικάνικες επιρροές. Έβλεπε το φόρουμ του Σάο Πάολο, τον Τσάβεζ, τον Μαδούρο, τον Κάστρο, και τον Έβο Μοράλες ως πηγή έμπνευσης. Το όραμά τους ήταν να εισάγουν αυτού του τύπου τον σοσιαλισμό στην Ελλάδα, ή τουλάχιστον να είναι φορείς αυτών των ιδεών. Το κακό με αυτές τις ιδέες είναι ότι λειτουργούν σε στεγανά. Οι περισσότερες χώρες από αυτές βασίζονται στην εξαγωγή ενέργειας και μέσω αυτής χρηματοδοτούν όλα τα σπάταλα και καταπιεστικά τους προγράμματα. Ο συγκεκριμένος κόσμος στον οποίο συνυπάρχουν αυτές οι πολιτικές δυνάμεις δεν διασταυρώνεται πουθενά με τον υπόλοιπο, φυσιολογικό και ελεύθερο πλανήτη. Έτσι, οι επιρροές των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ του 3% ήταν ξένες ως προς την Ε.Ε., την Ευρωπαϊκή Τράπεζα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την Κεντρική Τράπεζα. Η αριστερά του 3% βλέπει ως εχθρούς του σοσιαλισμού όλους τους θεσμούς του λεγόμενου Washington Consensus ή του αντίστοιχου των Βρυξελλών. Όταν λοιπόν οι άνθρωποι αυτοί κλήθηκαν να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι με τους μέχρι πρότινος εχθρούς τους, το φιάσκο ήταν απλά θέμα χρόνου.
Ένα κύριο χαρακτηριστικό των πηγών έμπνευσης του ΣΥΡΙΖΑ του 3%, στον οποίο ανήκει και ο πρωθυπουργός, είναι ότι βασίζονται στην παρουσία ενός πανίσχυρου ηγέτη. Αυτό το προφίλ προσπάθησε να καλλιεργήσει και ο κ. Τσίπρας στην Ελλάδα, και δικαιολογημένα θα μπορούσε να πει κανείς. Πήρε ένα μικρό κόμμα, κέρδισε την εξουσία, «κέρδισε» ένα κρίσιμο δημοψήφισμα και αμέσως μετά κέρδισες ακόμα μία εκλογική αναμέτρηση. Το 2015 για τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ότι καλύτερο θα μπορούσε να περιμένει κανείς από έναν στιβαρό ηγέτη. Όμως, αυτό που δεν λογάριασε τότε ο ίδιος και κατά τα φαινόμενα κανένας στον ΣΥΡΙΖΑ, ήταν ότι η επιτυχίες αυτές δεν οφείλονταν στην απήχηση του κόμματος ή της ιδεολογίας του. Το κύμα που καβάλησε ο πρωθυπουργός ήταν αυτό του θυμού, του διχασμού και πρωτίστως του αντιμνημονιακού αγώνα. Οι επιτυχίες αυτές δεν ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και ολοένα αυξανόμενης απήχησης στο εκλογικό σώμα αλλά αντίθετα, ήταν περισσότερο θέμα τύχης. Ο κ. Τσίπρας, στα χρόνια των μνημονίων, ήταν ο σωστός άνθρωπος στη σωστή στιγμή.
Όταν η δυναμική αυτή άρχισε να αλλάζει, είναι πολύ πιθανό να μην υπήρχε έστω και ένας σοβαρός άνθρωπος στο περιβάλλον του πρωθυπουργού που να μπορεί να του μεταφέρει την σκληρή αλήθεια των δημοσκοπήσεων. Οι δημοσκόποι έγιναν εργαλεία του συστήματος, οι δημοσιογράφοι που έθεταν δύσκολα θέματα θεωρήθηκαν ότι βρίσκονται σε εντεταλμένη υπηρεσία, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έγινε Κούλης, και οι πολίτες που διαφωνούσαν με τις πολιτικές της κυβέρνησης έγιναν προδότες και γερμανοτσολιάδες.
Κάπως έτσι έφτασε ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της Κυριακής. Χωρίς επαφή με τον κόσμο, χωρίς τη δύναμη και το θάρρος που χρειάζεται για αναγνωρίσεις και να διορθώσεις ένα πρόβλημα, και χωρίς το στελεχιακό δυναμικό που μπορεί να μεταφέρει στον «ηγέτη» δυσάρεστες ειδήσεις.