Διορθώσεις, ουσιαστικές, των «ταξικών» αδικιών του νόμου Κατρούγκαλου, εισαγωγή νέου συστήματος επαγγελματικών συντάξεων και οργανωτική αναδιοργάνωση του ΕΦΚΑ είναι οι τρεις σοβαρές ρυθμίσεις τού υπό συζήτηση στη Βουλή νομοσχεδίου Βρούτση. Οι διατάξεις εξυπηρετούν την τακτοποίηση του ασφαλιστικού και δημιουργούν θετικό πεδίο συζήτησης με τους πιστωτές-εταίρους σε ό,τι αφορά την αποτίμηση του πρόσθετου βάρους, που προξενεί το μελλοντικό συνταξιοδοτικό χρέος στο παρόν -πολύ βαρύ- δημόσιο χρέος.
Επιτρέπουν, με άλλα λόγια, τον επανυπολογισμό του απαιτούμενου πρωτογενούς πλεονάσματος, σε επίπεδο χαμηλότερο του 3,5% με το οποίο δέσμευσε τη χώρα η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου. Η κυβέρνηση προτίμησε να φέρει τώρα τις σχετικές διατάξεις και να ετοιμάσει, σε επόμενο στάδιο, την εκπλήρωση της πολιτικής δέσμευσης που διατύπωσε η Νέα Δημοκρατία προεκλογικά και προγραμματικά, για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος με τρόπο υποστηρικτικό στην επίτευξη ταχύτερης, διατηρήσιμης και αυτοχρηματοδοτούμενης ανάπτυξης.
Οι διατάξεις Βρούτση έχουν το προσόν να είναι θετικές στο σύνολό τους. Κανείς (τουλάχιστον όχι οι βουλευτές) δεν καταψηφίζει αυξήσεις στις συντάξεις. Δύσκολα μπορείς να καταγγείλεις ένα σύστημα ελεύθερης συνεισφοράς, όπως είναι η ετήσια επιλογή κλίμακας για τους ελεύθερους επαγγελματίες, όταν έχει προηγηθεί η φορολογική σφαγή τους, ακόμη κι όταν αυτό εμμέσως πιστοποιεί την ύπαρξη εκτεταμένης φοροδιαφυγής. Ολοι ελπίζουμε ότι ο νέος eΕΦΚΑ θα επιτύχει εκεί που το κράτος συστηματικά αποτυγχάνει και θα αποδώσει νέες συντάξεις σε χρόνο λογικό και όχι εξευτελιστικό.
Νέο «σύστημα», όμως, δεν έχουμε, ακόμη. Θα χρειαστούν δύο, τουλάχιστον, βήματα. Να τακτοποιηθεί ο δεύτερος πυλώνας και να αποφορολογηθεί ο τρίτος πυλώνας. Το αίτημα για ένα σύγχρονο και αναπτυξιακό σύστημα τριών πυλώνων παραμένει. Κατ’ αυτή την έννοια, η πλειοψηφία έχει μπροστά της δύσκολο έργο. Γνωρίζει ότι δεν θα έχει παρά μόνον την υποστήριξη όσων δεν θυσιάζουν στην πληρωμή των σημερινών συντάξεων τη δημιουργία των προϋποθέσεων για εξασφαλισμένες μελλοντικές συντάξεις χωρίς την προϋπόθεση της υπερφορολόγησης.
Το έργο που ξεκίνησαν -και τώρα φαίνεται πόσο θάρρος χρειαζόταν- οι Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Γιώργος Σουφλιάς, Στέφανος Μάνος και Δημήτρης Σιούφας (1990-92), με τη συνέχεια που έδωσε το 1997 ο Γιάννης Σπράος (σε εισήγηση Πλάτωνα Τήνιου) και επεδίωξε να διασφαλίσει ο Τάσος Γιαννίτσης (2001), αλλά και την αρχική ενοποίηση των Ταμείων από τη Φάνη Πετραλιά (2008), χρειάζεται μια ακόμη σοβαρή προσπάθεια που αναλογεί στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Οταν θα έχει συμβεί και αυτό, θα μπορούμε να μιλάμε για μια ολοκληρωμένη Μεταρρύθμιση του Συνταξιοδοτικού, που απαντά στα κρίσιμα ερωτήματα που μας βάζει το δημογραφικό και η δίκαιη ανάπτυξη.
Σε κάθε περίπτωση, ο κ. Βρούτσης, πρακτικός όπως είναι, επιλύει σημαντικά ζητήματα. Βελτιώνει τις συντάξεις ύστερα από 11 χρόνια περικοπών. Τακτοποιεί τις δικαστικές εκκρεμότητες (ΣτΕ). Δίνει κίνητρο ενισχυμένης αναπλήρωσης του εισοδήματος σε όσους εργαστούν περισσότερα από 31 χρόνια. Κατοχυρώνει και κλειδώνει χρηματοδοτικά την προνοιακή «σύνταξη» των 354 ευρώ. Ξεχωρίζει την ανταποδοτική σύνταξη με ορθολογικά (και μάλλον γενναιόδωρα!) ποσοστά αναπλήρωσης ως κρατική υποχρέωση. Ψηφιοποιεί το σύστημα απόδοσης για όσα «Ταμεία» έχουν πλήρη αρχεία και διευκολύνει έτσι τη σταδιακή εκκαθάριση των υπόλοιπων περιπτώσεων (διαδοχικές, διακρατικές κ.λπ.).
Μένουν όμως σημαντικά βήματα. Το πιο σπουδαίο βήμα είναι η γενναία μείωση των υποχρεωτικών κρατήσεων με ισόποση αφορολόγητη αποταμίευση σε προσωπικούς ψηφιακούς επενδυτικούς λογαριασμούς. Μόνον έτσι θα μάθει να εμπιστεύεται το «σύστημα» ο πολίτης. Μόνον έτσι θα δημιουργηθεί μια βάση εθνικής αποταμίευσης και θα στηριχθεί η ανάπτυξη. Εξίσου σημαντική είναι η εξισορρόπηση του δεύτερου πυλώνα. Ο πολλαπλασιασμός των ελάχιστων σήμερα Pension Funds (Ταμεία Επαγγελματικής Ασφάλισης) με τη συνεισφορά επιχειρήσεων και εργαζομένων θα πρέπει να γίνεται με την εγγύηση διαχείρισης εταιρικών επαγγελματικών οργανισμών (όχι από τους ίδιους τους συνδικαλιστές των φορέων) και υπό την ευρωπαϊκή εποπτεία, που ισχύει σήμερα για τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Η δεκαετής χρηματοοικονομική πτώχευση της Ελλάδας οφείλεται κατά μείζονα λόγο στο γεγονός ότι μετά το 1982 το ασφαλιστικό σύστημα χρηματοδοτείται αποκλειστικά με φόρους και νέα δάνεια. Επειδή δεν θέλουμε να ζήσουμε ξανά την ίδια τραγωδία, πρέπει να δημιουργήσουμε ένα «Εθνικό Κεφάλαιο Ανάπτυξης». Αυτό το κάνει μόνον το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Αν, στο μεταξύ, ανακαλύψουμε πετρέλαιο και φανούμε σοφοί όπως οι Νορβηγοί, το ξανασυζητούμε.
Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο που κυκλοφορεί αυτό το Σάββατο, 20 Φεβρουαρίου