Του Μανούσου Μαραγκουδάκη *
Προβληματικό δεν είναι το γεγονός του Πολυτεχνείου – ότι μερικές εκατοντάδες φοιτητών εξεγέρθηκαν κατά του Καθεστώτος, έστω κι αν αυτό ήταν σε μεταβατική διαδικασία «εκδημοκρατισμού» με την υπηρεσιακή κυβέρνηση Μαρκεζίνη· μία διαδικασία που διακόπηκε για να επέλθει η τρισχειρότερη δικτατορία του Ιωαννίδη, η οποία οδήγησε στην τραγωδία της Κύπρου. Οι φοιτητές του Πολυτεχνείου δεν είχαν μαντικές ικανότητες για να προβλέψουν το μέλλον και να δουν πού τελικά θα οδηγούνταν οι εξελίξεις που οι ίδιοι ξεκίνησαν άθελά τους.
Ούτε πήραν την απόφαση ορθολογικά και ψύχραιμα αποσκοπώντας σε κάτι συγκεκριμένο και προαποφασισμένο. Κάτι «υπολογισμένο». Εξεγέρθηκαν μέσα από μία σειρά διαπροσωπικών αλληλεπιδράσεων που σαν αλυσιδωτή αντίδραση κορυφώθηκαν λίγες ώρες αργότερα στην πλήρη και κάθετη απόρριψη του Καθεστώτος – κανονικού ή μεταβατικού. Για τα υπόλοιπα δεν είναι υπεύθυνοι παρά μόνον «ιστορικά».
Προβληματικό είναι το ερμηνευτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο τοποθετείται και νοηματοδοτείται ο «Μύθος» του Πολυτεχνείου – δηλαδή η μετουσίωση του γεγονότος σε κάτι το ηθικό και το πνευματικό με αξιώσεις διαμόρφωσης της ίδιας της δημόσιας σφαίρας. Είναι σε αυτά τα πλαίσια τελετουργικής και ερμηνευτικής μυθοποίησής του που το «Πολυτεχνείο» γίνεται προβληματικό.
Απογυμνωμένος από πολυπλοκότητες, έτσι ώστε τελετουργικά να αναδύονται με αβίαστο τρόπο έντονα συναισθήματα και συλλογικές αναπαραστάσεις ηρωισμού, μαρτυρίου, και λυτρωτικής εξέγερσης, ο Μύθος αντιπαραθέτει τον λαό εναντίον της βίας των δικτατόρων, που όχι σπάνια, συνδέεται συνειρμικά, καμιά φορά και ένσκοπα, γενικά με την βία του Κράτους και των αρχών. Σε αυτό το αφήγημα ο λαός είναι δημοκράτης όταν εξεγείρεται κατά της εξουσίας.
Σε αυτό ακριβώς το σημείο εντοπίζω ένα διττό πρόβλημα. Το πρώτο έχει να κάνει με την ευκολία με την οποία ένας μαθητής παραβλέπει το «δικτατορική» και εστιάζει στην «εξουσία». Τότε, δημοκράτης είναι αυτός που εξεγείρεται σε αυτό που θεωρεί ότι είναι αυθαίρετη εξουσία. Ειδικά το ανεκδιήγητο «το νόημα του Πολυτεχνείο είναι πιο επίκαιρο από ποτέ» που βγαίνει από τα χείλη κάθε επισήμου, με προεξέχοντα τον ίδιο τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, επιβεβαιώνει και επαυξάνει την αίσθηση ότι, ακόμη και σήμερα, δημοκρατία είναι η εξέγερση· νέτα-σκέτα.
Το δεύτερο, και κατά την γνώμη μου πολύ πιο σοβαρό πρόβλημα, είναι ότι το Πολυτεχνείο, μαζί με τις υπόλοιπες πολιτικές-εθνικές γιορτές, παραβλέπει την δημοκρατία ως καθημερινή πρακτική – ως βίωμα και ως επιτυχημένη εμπειρία συμμετοχής στα κοινά. Αυτό το τελευταίο παραβλέπεται και υποβαθμίζεται συμβολικά ως ταπεινό, πεζό και άχαρο.
Η εμπειρική δημοκρατία - για να παραφράσω τον Χρήστο Γιανναρά -, δεν νοείται ως καθημερινό «άθλημα» αλλά ως ιδιαίτερος «άθλος», γύρω από τον οποίον διαμορφώνεται μια άχαρη και άνευ νοήματος καθημερινότητα. Και επειδή είναι άχαρη, δεν πειράζει να την ταρακουνούμε, και να την καταστρέφουμε, και να την λοιδορούμε όποτε δεν συμφωνεί με τις βλέψεις μας.
Το Πολυτεχνείο, ως Μύθος και ως εορτή, κατασκευάσθηκε έτσι ώστε να τονισθεί η ηρωικότητα του δημοκρατικού συναισθήματος. Εκείνη την εποχή καλώς έγινε. Όμως σήμερα, σε καιρούς που ψάχνουμε ως λαός να βρούμε καινούργιες κοινωνικές ισορροπίες και τρόπους ειρηνικής διαβίωσης, χρειαζόμαστε κάτι πολύ περισσότερο. Χρειαζόμαστε πολλές και ποικίλες εορτές και τελετές που θα προβάλουν την αξία της δημοκρατίας ως εμπειρία προσφοράς, αλληλεγγύης και αριστείας· να γιορτάζουν την δημοκρατία ως κανονικότητα.
* Ο Μανούσος Μαραγκουδάκης καθηγητής Συγκριτικής Κοινωνιολογίας στο τμήμα Κοινωνιολογίας του Πανεπιστήμιου Αιγαίου και διευθυντής Διεθνούς Θερινού Σχολείου Cultural Trauma