Τη νύχτα που έκλαψε ο Κουασιμόδος

Τη νύχτα που έκλαψε ο Κουασιμόδος

Της Μυρένας Σερβιτζόγλου

H Notre Dame ήταν, είναι η καρδιά του Παρισιού. Η τέχνη είναι η καρδιά του ανθρώπου. Η τέχνη είναι η απάντηση του ανθρώπου στον θάνατο, το ανάστημα που ορθώνει μπρος το παράλογο. Ο φλεγόμενος παρισινός καθεδρικός δεν είναι μία απώλεια, δεν είναι ήττα. Είναι η αναμέτρηση της ανθρωπότητας με τον εαυτό της, από την οποία θα βγει, θα συνεχίσει ολόρθη. 

Το πρωτοσέλιδο της Liberation της 16ης Απριλίου απεικονίζει ολοσέλιδα τον σπασμό του κωδωνοστασίου τη στιγμή που τσακίζει από τις φλόγες, που συνθλίβεται. Αν υπήρχε εικόνα για εκείνο το απειροελάχιστο χιλιοστό του δευτερολέπτου που κάθε φορά μία ανθρώπινη ψυχή γίνεται κομμάτια, θα ήταν ακριβώς η εικόνα αυτή. Notre Dame («η Δέσποινά μας», που ενέπνευσε τον Ουγκώ), Notre Drame («το δράμα όλων μας», ο πηχυαίος τίτλος της Liberation σε ένα απονενοημένο λογοπαίγνιο), Notre Ame («η ψυχή μας», το παίγνιο συνεχίζει). Αυτό είναι η τέχνη, η ανθρώπινη ψυχή που πάλλεται μέσα στον χρόνο, όχι παρά το γεγονός ότι τα έχει όλα ενάντια, αλλά κυρίως χάρη σε αυτό.

Τρίτη, 16 Απριλίου, στη 13:30 στο νεκροταφείου του Ζωγράφου τελείται η εξόδιος ακολουθία του καθηγητή Φιλοσοφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Γεράσιμου Βώκου. Ενός ανθρώπου που δεν είχε σπουδάσει απλώς στην παρισινή πρωτεύουσα, άλλα ό,τι πιο μύχιο εντός του είχε εμποτιστεί αναπόδραστα με τη γαλλική σκέψη. Διαβάζοντας μέσα στη νύχτα τον διεθνή Τύπο για την καταστροφή, τούτη η σκέψη με παρηγορεί, ότι αυτό το κάλλος, αυτή η καταστατική δήλωση, το μανιφέστο της ανθρωπότητας (γιατί περί αυτού πρόκειται) παραδόθηκε στις φλόγες μία μόλις ημέρα μετά το πέρασμα του δασκάλου στην άλλη όχθη. Τα δικά του μάτια δεν αντίκρισαν το θέαμα.

«Φιλόσοφος είναι αυτός που μένει, όταν όλοι οι άλλοι έχουν φύγει. Είναι εκείνος που επιμένει να βρει λύση στο πρόβλημα, όταν όλοι οι άλλοι έχουν εγκαταλείψει την προσπάθεια», μας δίδασκε ο Βώκος, ανάκατα με χίλιες δυο ιστορίες από Γάλλους στοχαστές και λογοτέχνες.

Την επόμενη ημέρα, θα σταθούμε όλοι από την αρχή, σε ένα πανάρχαιο τελετουργικό, να επινοήσουμε εκ νέου για μία ακόμη φορά τον εαυτό μας. Γιατί δακρυρροήσαμε όλοι, μαζί με τον Κουασιμόδο τη νύχτα αυτή; Καθένας έκλαψε πρώιμο μοιρολόγι για τον εαυτό του.