Μεσαίος υπάλληλος οργανισμού που υπάγεται στο υπουργείο Εργασίας (ούτε Νεοδημοκράτης, ούτε Συριζαίος για να εκλαμβάνεται ως κομματικό ή εσωκομματικό φερέφωνο), με ρώτησε με έκδηλο προβληματισμό που έφθανε στα όρια του τρόμου: «Γιατί έφερε τον Χατζηδάκη στο υπουργείο μας; Ποιους σκοπεύει να σφάξει;» Γέλασα. «Ο Χατζηδάκης είναι ένας λογικός, κεντρώος, άνθρωπος» του απάντησα. Με κοίταξε σχεδόν εμβρόντητος, λες και του έλεγα ότι ο γάιδαρος πετάει.
Η συνέχεια της συζήτησης μας ήταν πολύ διαφωτιστική. Όχι, δεν ανησυχούσε μήπως επιδεινωθεί η εργασιακή του θέση, μήπως πάθει καμιά προσωπική ζημιά, μήπως μειωθούν οι αποδοχές του ή μήπως πέσει θύμα κάποιας κομματικής ή πολιτικής εμπάθειας. Τίποτα απ’ όλα αυτά, ούτε καν τα σκεφτόταν. Η ανησυχία του προερχόταν από μια γενική αίσθηση ότι στο μαγαζί του τοποθετήθηκε ως αφεντικό ένας αδίστακτος σκληρός τύπος, πράγμα που αντικειμενικά σημαίνει ότι θα τον επηρεάσει αρνητικά και αυτόν.
Δεν θα γράψω εδώ για την πολιτική που άσκησε ο Χατζηδάκης ως υπουργός στις διάφορες θητείες του ή γι' αυτήν που ενδέχεται να ακολουθήσει στο διακεκαυμένο υπουργείο εργασίας. Είπα στον φίλο μου την γνώμη μου επ’ αυτών, αλλά εδώ αναφέρομαι στην μυθολογία του πράγματος που αποτελεί ουσιαστικό ανασχετικό ή προωθητικό παράγοντα στην δυνατότητα κάθε υπουργού να ασκήσει πολιτική. Διότι ο φίλος με τον οποίον μιλούσα σκεφτόταν με πυξίδα το αρνητικό στερεότυπο που επικολλήθηκε πάνω στον Χατζηδάκη από την αριστερή και συντεχνιακή παραφιλολογία, όχι με βάση την λογική.
Δεν αναρωτιόταν τι χρειάζεται το υπουργείο εργασίας και αν ο καινούριος υπουργός είναι πρόθυμος ή ικανός να τα κάνει. Έπαιρνε ως δεδομένο ότι ο Χατζηδάκης είναι πολιτικός φονιάς και στην συνέχεια αναρωτιόταν (έντρομος μάλιστα) για ποιο ακριβώς πολιτικό έγκλημα έχει πάει στο υπουργείο του. Κάποιοι θα πουν ότι δεν είναι απαραίτητα κακό οι υπάλληλοι να φοβούνται λίγο τον πολιτικό τους προϊστάμενο, αυτό συμβάλλει στην παραγωγικότητα τους. Εγώ όμως θα πω ότι δίχως στοιχειώδη εμπιστοσύνη ανάμεσα στα κομμάτια της πυραμίδας δεν γίνεται δουλειά.
Παραλλήλως, αν κυριαρχεί η πολιτική μυθολογία, τα πάντα μπαίνουν αποκλειστικά και μόνο στην δική της ζυγαριά. Αυτός που λογίζεται ως πολιτικός φονιάς και αδίστακτος, ακόμα και το πιο ευεργετικό πράγμα να κάνει, πάλι οι «ψυλλιασμένοι» θα ψάχνουν την βαθύτερη εγκληματική πρόθεση που κρύβεται πίσω από την καλή του πράξη. Κοντολογίς, το «καλύτερα να σου βγει το μάτι παρά το όνομα» έχει την απόλυτη εφαρμογή του στην συγκεκριμένη περίπτωση. Και πως αλήθεια «έβγαλε το μάτι του» ο Κωστής;
Πολλοί μέσα στην κυβέρνηση έχουν στοχοποιηθεί από τον Σύριζα, το ΚΚΕ και τις συντεχνίες. Άλλοι ως ακροδεξιοί, άλλοι ως φανατικοί, άλλοι ως κλέφτες, άλλοι ως μέλη της «οικογενειακής συμμορίας» ή δεν ξέρω τι άλλο. Ο Κωστής Χατζηδάκης είναι από τους ελάχιστους που έχει στοχοποιηθεί για την αποτελεσματικότητα της δουλειάς του. Διότι παίρνει ένα προβληματικό χώρο και τον σουλουπώνει. Διότι αναλαμβάνει ένα project και το υλοποιεί. Ε αυτή του η διαχειριστική ικανότητα, τον μετατρέπει σε «άνθρωπο για τις δύσκολες νεοφιλελεύθερες αποστολές», σε «αδίστακτο» και «φονιά».
Θα πείτε «ας κάνει την δουλειά του, ο κόσμος δεν τα πιστεύει αυτά». Σύμφωνοι, τα πιστεύει όμως εύκολα μια ικανή και κρίσιμη μάζα δημοσίων υπαλλήλων που με το άκουσμα ότι επίκειται κάποιο project στο υπουργείο τους αρχίζουν να σκέφτονται σφαγές και λεηλασίες. Οι ταμπέλες ζουν και βασιλεύουν, οι εύκολες σφραγίδες συνεχίζουν να είναι στις δόξες τους. Κι αν ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας τις αφήνει σιγά-σιγά πίσω, το ελληνικό δημόσιο αποδεικνύεται πάντα το ισχυρότερο φρούριο τους.