του Γιάννη Παντελάκη
O Tσίπρας, δεν είναι ο πρωθυπουργός με τον οποίο υπάρχουν πολλές και έντονες πολιτικές διαφωνίες. Είναι ένας αμόρφωτος, παρανοϊκός αγύρτης, ένα τσογλάνι που εκθέτει την χώρα κάθε φορά που βρίσκεται στο εξωτερικό. Δεν φοράει γραβάτα, η σύζυγός του δεν ντύνεται με ευπρέπεια!
Στο διαδίκτυο, βρίσκεις καθημερινά απίστευτα πολλά τέτοια σχόλια. Δεν προέρχονται μόνο από απλούς χρήστες, έχουν εισχωρήσει στην δημοσιογραφική κριτική και εκπέμπονται από αρκετά στόματα και πολιτικών, αλλά και κάποιων διανοούμενων υποτίθεται, που έριχναν αναθέματα στον εύκολο και ανέξοδο λαϊκισμό του παρελθόντος. Το ύφος αυτό, είναι γνωστό από το παρελθόν. Από τα πρώτα χρόνια της κρίσης. Το υποκείμενο έχει αλλάξει. Σήμερα είναι ο Τσίπρας, τότε ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος. Το ύφος, η γλώσσα, το επίπεδο, η ρητορική που χρησιμοποιούνται παραμένουν σχεδόν τα ίδια. Απλά εκπέμπονται από άλλα πρόσωπα.
Η Ελληνική κοινωνία ή τουλάχιστον ένα μεγάλο μέρος της, με αφορμή την κρίση αποκάλυψε τον τρόπο με τον οποίο σκέφτεται και λειτουργεί. Αυτός που σήμερα αποκαλεί τον Τσίπρα «τσογλάνι» επειδή διαφωνεί μαζί του, αποτελεί μια παραλλαγή εκείνου που αποκαλούσε «ηλίθιο» τον Παπανδρέου επειδή διαφωνούσε μ εκείνον. Και οι δυο ψηφίζουν μέσα από την συγκεκριμένη οπτική. Που δεν βασίζεται σε επιχειρήματα, αλλά στο μίσος, τις κουβέντες καφενείου και την απόλυτα ρηχή ερμηνεία. Τις συμπεριφορές αυτές, αν δεν τις υποκινούσαν, σε πολλές περιπτώσεις τις άφηναν να κυριαρχεί και πολιτικές δυνάμεις.
Το εντυπωσιακό που παρατηρεί κάποιος, είναι πως πολλοί από αυτούς που σήμερα χρησιμοποιούν τέτοιο ύφος για ν ασκήσουν κριτική στον Τσίπρα, την κυβέρνηση, τους υπουργούς, λίγα μόλις χρόνια πριν αποτελούσαν τους διαπρύσιους υποστηρικτές του ορθού λόγου που δεν βασίζεται σε συνθήματα και δεν ακουμπάει στο θυμικό, αλλά έχει κάποια πολιτικά επιχειρήματα να προτάξει. Ήταν οι πιο σκληροί επικριτές του λαϊκίστικου και δημαγωγικού λόγου που συναντούσε κανείς στις πλατείες των αγανακτισμένων ή σε τουίτς πολιτικών.
Το πρόβλημα θα είχε περιορισμένες διαστάσεις και θ αφορούσε μόνο στην συμπεριφορά μιας μεγάλης έστω κοινωνικής ομάδας, αν δεν καθόριζε και την ερμηνεία αλλά και τις παρεπόμενες λύσεις του μεγάλου προβλήματος της κρίσης. Ωστόσο, η κριτική αυτού του είδους, σε μεγάλο βαθμό αποτελεί και εργαλείο ανάλυσης και ερμηνείας των γεγονότων. Και εδώ, οι ευθύνες μεγάλου μέρους του πολιτικού προσωπικού είναι μεγάλες. Επειδή ακριβώς, ενίσχυσε αυτές τις λογικές. Οι οποίες, εντάσσουν τις διαφορετικές πολιτικές προσεγγίσεις σε απλουστευτικά και επικίνδυνα θεωρήματα.
Ένα μεγάλο μέρος του ΣΥΡΙΖΑ και σχεδόν όλοι οι ΑΝΕΛ στο παρελθόν, δεν έκαναν κριτική με επιχειρήματα που είχαν μια στοιχειώδη ρεαλιστική βάση, αλλά προωθούσαν συνθηματολογικές ερμηνείες με όρους καλού και κακού. Οι Σαμαροβενιζέλοι που υπέγραφαν μνημόνια με τους δανειστές, ήταν προδότες και νενέκοι, αγαπούσαν τη χώρα λιγότερο, σύντομα θα οδηγηθούν σε Ειδικά δικαστήρια. Μεγάλες κοινωνικές ομάδες, εντάχθηκαν σ αυτές τις λογικές. Και όταν οι ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ακολούθησαν την υπογραφή ενός ακόμα μνημονίου, οι άνθρωποι αυτοί, είχαν εγκλωβιστεί στις συγκεκριμένες ερμηνείες. Είναι και οι σημερινοί κυβερνώντες Γερμανοτσολιάδες άραγε; Και αν ναι, ποίοι αποτελούν την επόμενη λύση ;
Το τελευταίο ερώτημα, οδηγεί σε επικίνδυνες απαντήσεις. Ισοπεδωτικές και φρικαλέες. Αυτό τουλάχιστον θα πρέπει ν αναλογιστούν και οι πολιτικοί που συνεχίζουν τις αναλύσεις αυτού του χαρακτήρα και εκείνοι που έχουν δημόσιο λόγο και παρότι κατανοούν το επικίνδυνο και αδιέξοδο αυτής της ρητορικής, την χρησιμοποιούν, είτε γιατί πιστεύουν πως «μόνο έτσι καταλαβαίνουν πολλοί», είτε γιατί αδυνατούν να βγουν από το εμφυλιοπολεμικό κλίμα που αναδείχτηκε έντονα το περυσινό καλοκαίρι...