Ένα κράτος που σέβεται τον εαυτό του υπερασπίζεται με κάθε τρόπο τις κόκκινες γραμμές που θέτει στα εθνικά θέματα. Όταν απειλείται η κυριαρχία του και τα κυριαρχικά του δικαιώματα πολλά περιθώρια επιλογών δεν υπάρχουν.
Πρώτα θα εξαντλήσει όλα τα διπλωματικά μέσα που διαθέτει για να συνετισθεί ο αντίπαλος και, αν δεν συμβεί αυτό, υπερασπίζεται την κυριαρχία του και τα κυριαρχικά του δικαιώματα, εμπράκτως, με τις Ένοπλες Δυνάμεις του.
Δεν χρειάζεται ιδιαίτερη επιχειρηματολογία γι΄αυτό, καθώς άπτεται της ίδιας της υπόστασης ενός κράτους. Είναι τόσο αυτονόητο, που είναι η συνείδηση τού κοινού νου.
Δυστυχώς στην πατρίδα μας, ως γνωστόν, και τα αυτονόητα χρήζουν αποδείξεων. Δηλαδή, κατά παράβαση κάθε λογικής, και τα αξιώματα θα πρέπει να τα αποδεικνύουμε. Γιατί η υπεράσπιση της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων ενός κράτους από τις Ένοπλες Δυνάμεις του είναι αξίωμα.
Εδώ και πολλές δεκαετίες είναι ορατός ο κίνδυνος εξ ανατολών. Η Τουρκία συνεχώς θέτει νέες διεκδικήσεις, εκμεταλλευόμενη ένα φοβικό ελληνικό πολιτικό σύστημα. Όταν με την κρίση των Ιμίων ο γείτονας αντιλήφθηκε πως πολύ εύκολα και ανέξοδα μπορεί να περιορίσει την ελληνική κυριαρχία, συνεχώς μεγαλώνει την βεντάλια των διεκδικήσεων του.
Σήμερα η απειλή έχει συγκεκριμενοποιηθεί πάνω στο τουρκικό δόγμα πως τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. Αυτό το καινοφανές δόγμα που αντίκειται στο διεθνές δίκαιο, η τουρκική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία θα επιχειρήσει να το εφαρμόσει εμπράκτως στην περιοχή του Καστελόριζου, όπως φαίνεται.
Αυτό το οποίο θα εκτιμήσει, σε τελική ανάλυση, δεν θα είναι οι διεθνείς αντιδράσεις—που αποδεδειγμένα τις αγνοεί—αλλά η αποφασιστικότητα της ελληνικής κυβέρνησης.
Με απλά λόγια ο παράγοντας αποτροπής μιας τυχοδιωκτικής ενέργειας από την πλευρά της τουρκικής πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας είναι, όχι μόνον η υπαρκτή αποτρεπτική δύναμη των Ενόπλων Δυνάμεων της πατρίδας μας, αλλά κυρίως η αίσθηση πως αυτές θα δράσουν, αν προκληθούν.
Η Τουρκία μέχρι τώρα έχει μάθει να διεκδικεί με επιτυχία από την Ελλάδα, ανέξοδα, κομμάτια της κυριαρχίας και των δικαιωμάτων που απορρέουν από αυτήν. Αν η ελληνική πολιτική και στρατιωτική ηγεσία με την στάση τους και την συμπεριφορά τους καταστήσουν σαφές πως το τίμημα που θα καταβάλλουν οι Τούρκοι θα είναι σημαντικό γι΄αυτούς, πιθανόν να αναθεωρήσουν τα επεκτατικά τους σχέδια στο Αιγαίο και στην ΝΑ.Μεσόγειο.
«Μα αυτό ακριβώς επιδιώκουν οι Τούρκοι. Μετά από ένα θερμό επεισόδιο να καθίσουμε στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων», υποστηρίζουν οι «φωνές της λογικής». Σε ένα θερμό επεισόδιο, ως γνωστόν, υπάρχουν οι νικητές και οι ηττημένοι. Στην διαπραγμάτευση που ακολουθεί, η έκβαση του επεισοδίου ορίζει και την έκβαση της διαπραγμάτευσης.
Και ας μην έχουμε αυταπάτες. Το πρόβλημα μας δεν είναι η προσωπικότητα του Ερντογάν. Απεναντίας. Ο σχεδιασμός του που αφορά την ανασύσταση του χαλιφάτου, μεταφέρει το κυρίως πεδίο της τουρκικής πολιτικής στις αραβικές χώρες και δευτερευόντως στο Αιγαίο.
Απεναντίας οι κεμαλιστές, που θεωρούν πως η απόπειρα ανασύστασης του χαλιφάτου προσβάλλει την μνήμη του Κεμάλ, έχουν σταθερά προσανατολισμένες τις βλέψεις τους προς το Αιγαίο. Τα ζήσαμε.
Με απλά λόγια η απειλή εναντίον μας δεν προέρχεται—όπως αφελώς πιστεύουν μερικοί—από μια προσωπικότητα, αλλά από την επιθετική—επεκτατική--αναθεωρητική φύση του τουρκικού κράτους.
Έχω την εντύπωση πως η κυβέρνηση έχει αντιληφθεί ότι νέα Ίμια δεν αντέχει η συνείδηση των Ελλήνων πολιτών. Αν, ό μη γένοιτο, συμβεί κάτι τέτοιο στο Αιγαίο ή στην ΝΑ. Μεσόγειο, δεν θα σαρωθεί μόνον η κυβέρνηση, αλλά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα.
Θα απελευθερωθούν δυνάμεις που θα πλήξουν την ίδια την Μεταπολιτευτική μας δημοκρατία.
Η έμπρακτη υπεράσπιση των εθνικών κόκκινων γραμμών είναι μονόδρομος.