Της Εύας Στάμου
Για τους περισσότερους από εμάς το σημαντικότερο χαρακτηριστικό που προσδίδει ποιότητα στη ζωή είναι η υγεία.
Τι συμβαίνει στις περιπτώσεις που λόγω μακροχρόνιας και ανίατης ασθένειας η καθημερινότητα του ασθενή εξαντλείται σε μια σειρά από εξαιρετικά επώδυνες διαδικασίες με μοναδικό σκοπό την επιβίωση, χωρίς την δυνατότητα να διασφαλιστεί η ποιότητα ζωής και η ψυχική ηρεμία του; Είναι η απουσία υγείας επαρκής λόγος ώστε να μην θεωρείται επιθυμητή η συνέχιση της ζωής;
Ο θάνατος του δημοσιογράφου Αλέξανδρου Βέλιου με μη υποβοηθούμενη ευθανασία τον Σεπτέμβριο του 2016 αποτέλεσε αφορμή να αναπτυχθεί και στη χώρα μας ο διάλογος για το ζήτημα της ευθανασίας. Πριν από λίγες μέρες η συζήτηση άνοιξε ακόμα μία φορά λόγω της ιατρικά υποβοηθούμενης ευθανασίας της Βελγίδας αθλήτριας Μαρίκε Βερβόοτ που δεν άντεξε άλλο να ζει με τους φρικτούς, συνεχόμενους πόνους που της προκαλούσε η εκφυλιστική νόσος στην σπονδυλική στήλη από την οποία έπασχε περισσότερα από είκοσι έτη.
Η σαραντάχρονη παραολυμπιονίκης, που είχε κερδίσει χρυσά και αργυρά μετάλλια στους Ολυμπιακούς αγώνες του Λονδίνου το 2012 κα του Ρίο το 2016, είχε αποκαλύψει σε συνεντεύξεις της ότι είχε εδώ και χρόνια υπογράψει τα απαραίτητα έγγραφα ώστε κάποια στιγμή να δώσει τέλος στη ζωή της στο Βέλγιο όπου η υποβοηθούμενη ευθανασία είναι νόμιμη.
Σε ανάλογες περιπτώσεις η κοινή γνώμη στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες αλλά και σε αρκετές αμερικάνικες πολιτείες στρέφεται υπέρ της ευθανασίας, γεγονός που έχει αρχίσει να αντικατοπτρίζεται και στη νομοθεσία. Εκτός από το Βέλγιο, η ιατρικά υποβοηθούμενη ευθανασία είναι πλέον νόμιμη και σε άλλα κράτη, όπως στο Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, τη Γερμανία, τη Δανία, την Σουηδία, το Κεμπέκ, την Αυστραλία, την Ιαπωνία και έξι αμερικάνικες πολιτείες ?Ουάσιγκτον, Βερμόντ, Μοντάνα, Όρεγκον, Καλιφόρνια και Νέο Μεξικό? για τους πάσχοντες από ανίατες ασθένειες. Ιδιαίτερη είναι η περίπτωση της Ελβετίας καθώς επιτρέπει σε κάθε ενήλικα, ακόμα κι αν δεν είναι άρρωστος ή μόνιμος κάτοικος Ελβετίας, να θέσει τέλος στη ζωή του υπό την επίβλεψη της ιατρικής επιστήμης.
Υπάρχουν ασφαλώς αρκετοί πολίτες που για θρησκευτικούς κυρίως λόγους είναι αντίθετοι σε κάθε μορφή ευθανασίας θεωρώντας ότι είναι ανήθικο η πολιτεία να προσφέρει βοήθεια στους πολίτες της για να πεθάνουν. Υπάρχουν επίσης πολλοί γιατροί που αρνούνται να πάρουν μέρος σε διαδικασίες υποβοηθούμενης ευθανασίας υποστηρίζοντας πως ο ρόλος του γιατρού είναι να παρατείνει την ανθρώπινη ζωή επ' αόριστον θεραπεύοντας τα νοσήματα και όχι να βοηθά τον ασθενή να την τερματίσει.
Ορισμένοι εκφράζουν μάλιστα την ανησυχία ότι ο πραγματικός λόγος που κάποιες κυβερνήσεις έχουν αρχίσει να βλέπουν θετικά το θέμα της ιατρικά υποβοηθούμενης ευθανασίας είναι το δυσθεώρητο κόστος τής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης πασχόντων από ανίατες ασθένειες. Δεν πρέπει επίσης να παραβλέψουμε την πιθανότητα η επιλογή τής ιατρικά υποβοηθούμενης ευθανασίας από ασθενείς με εκφυλιστικές ασθένειες να μην πηγάζει από δική τους επιθυμία, αλλά από τις πιέσεις των οικείων τους που δεν αντέχουν άλλο το βάρος και την ευθύνη της ιδιαιτέρως απαιτητικής φροντίδας τους ή -σε ακραίες περιπτώσεις- επιδιώκουν να επωφεληθούν οικονομικά από τον θάνατό τους.
Υπάρχουν, όμως, ισχυρά επιχειρήματα υπέρ της υποβοηθούμενης ευθανασίας. Ασφαλώς οι γιατροί είναι υπεύθυνοι για την υγεία των ασθενών, αλλά σε περιπτώσεις εκφυλιστικών ασθενειών χωρίς ελπίδα βελτίωσης και όταν ο ασθενής δεν μπορεί να διαχειριστεί πλέον τον πόνο που ορίζει την καθημερινότητά του, οι γιατροί δεν του προκαλούν βλάβη βοηθώντας τον να θέσει τέλος στην επώδυνη ζωή του, μα του προσφέρουν αντίθετα διέξοδο από το ατέρμονο βασανιστήριό του.
Σε μια ελεύθερη, πλουραλιστική κοινωνία οι νομικές και πολιτικές αποφάσεις δεν είναι δυνατόν να καθορίζονται από κάποιο θρησκευτικό δόγμα, και οι δογματικές αντιλήψεις δεν μπορούν να επιβάλλονται σε όσους δεν τις ασπάζονται και επιλέγουν έλλογα να θέσουν τέλος στη ζωή τους. Ο ρόλος της Πολιτείας είναι να συμπαραστέκεται στον ασθενή και να στηρίζει την όποια απόφασή του, εντός της νομιμότητας, και όχι να του υποδεικνύει τι θα κάνει.
Τα πολιτικά κόμματα θα πρέπει επιτέλους να τολμήσουν να φέρουν το ζήτημα της ιατρικά υποβοηθούμενης ευθανασίας στη Βουλή προς συζήτηση, διασφαλίζοντας ότι η διαμόρφωση της πολιτικής υγείας δεν θα καθορίζεται αποκλειστικά είτε από τις θρησκευτικές είτε από τις οικονομικές διαστάσεις του ζητήματος της ευθανασίας, αλλά θα διέπεται από πραγματικό ενδιαφέρον για την αξιοπρέπεια και την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Ειδικές επιτροπές ιατρών, ψυχολόγων, και νομικών σε συνεργασία με τους ίδιους τους ασθενείς θα οφείλουν να αποφανθούν μετά από ικανό χρονικό διάστημα, αν κάποιο άτομο έχει το δικαίωμα να βάλει τέλος στη ζωή του με ιατρικά υποβοηθούμενη ευθανασία. Κατά τη γνώμη μου τα τρία βασικά κριτήρια θα πρέπει να είναι: πρώτον, ο βαθμός εξάρτησης του πάσχοντος από άλλα άτομα προκειμένου να φέρει εις πέρας στοιχειώδεις λειτουργίες. Δεύτερον, ο βαθμός της οδύνης που είναι ικανό να αντέξει ένα σώμα χωρίς να απολέσει το πρόσωπο την αξιοπρέπειά του. Τρίτον, η απουσία της επιθυμίας για επιβίωση.
Σε μια κοινωνία όπου λειτουργεί ορθά το κατάλληλο νομικό πλαίσιο, έλλογα υποκείμενα που επιλέγουν να θέσουν τέλος σε μια ζωή γεμάτη ανυπόφορο σωματικό πόνο, θα πρέπει να έχουν το δικαίωμα να πραγματώνουν, υπό νομική επίβλεψη και ιατρική αρωγή, την επιλογή τους.