Του Γιώργου Δασκαλόπουλου
Στις αρχές του χρόνου λίγοι μπορούσαν να φανταστούν οι αγορές θα… πλήρωναν για να αποκτήσουν το δικαίωμα να δανείσουν το ελληνικό δημόσιο. Το περιβάλλον των μηδενικών επιτοκίων άλλαξε το σκηνικό και σήμερα αυτό συμβαίνει. Μαζί όμως, έχει έρθει η ώρα και των μηδενικών αποδόσεων για τις καταθέσεις. Γεγονός που «αναγκάζει» τους άλλοτε συντηρητικούς αποταμιευτές να στρέφονται όλο και σε πιο σύνθετα προϊόντα. Και ζητώντας τους με δυο λόγια να αποκτήσουν προσόντα… χρηματιστών.
Η τάση των τελευταίων εβδομάδων για μείωση των επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις έχει γενικευθεί. Σήμερα, ανεξαρτήτως ποσού και χρόνου προθεσμίας, είναι πολύ δύσκολο να βρεθεί επιτόκιο άνω του 0,38%. Στις περισσότερες περιπτώσεις δε, το μέσο επιτόκιο δεν ξεπερνά το 0,20%. Για κάτι περισσότερο από το 0,50% οι καταθέτες θα πρέπει να στραφούν στις μη συστημικές τράπεζες όπου και πάλι τα επιτόκια βρίσκονται στο επίπεδο του 0,60 – 0,80%, και υπό ειδικές προϋποθέσεις στο 1%.
Η μείωση των επιτοκίων, έχει περάσει βέβαια και στα ταμιευτήρια. Σήμερα, το μέσο επιτόκιο στους ανοιχτούς λογαριασμούς διαμορφώνεται στα πολύ χαμηλά επίπεδα του 0,10%. Και δεδομένων των συνθηκών, η τάση που υπάρχει και γι αυτή τη χαμηλή απόδοση είναι να εκμηδενιστεί. Σε συνδυασμό βέβαια με τις χρεώσεις που έχουν ξεκινήσει οι τράπεζες σε συναλλαγές και χρεωστικές κάρτες, διαμορφώνει ένα περιβάλλον αρνητικών αποδόσεων.
Η «εικόνα» αυτή έχει προκαλέσει ανησυχία στους παραδοσιακούς αποταμιευτές, που άλλοτε εξασφάλιζαν μικρότερα η μεγαλύτερα ποσά από τις καταθέσεις προθεσμίας, ή έστω τηρούσαν λογαριασμούς χωρίς κόστος. Από την πλευρά τους οι τράπεζες επιχειρούν το τελευταίο διάστημα να «διασκεδάσουν» τις ανησυχίες αυτές (άλλωστε η πρακτική των μηδενικών επιτοκίων είναι πολιτική της ΕΚΤ και όχι δική τους) μέσω των σύνθετων καταθέσεων και των προϊόντων εγγυημένου κεφαλαίου.
Τα τελευταία, στα οποία έχει ήδη αναφερθεί το Liberal.gr διαμορφώνουν τη «μόδα» το τελευταίο διάστημα και πλέον όλες οι τράπεζες παρουσιάζουν σχετικά προϊόντα. Το μοντέλο τους βασίζεται στην εξασφάλιση του αρχικού κεφαλαίου, την απόδοση ενός εγγυημένου ελάχιστου επιτοκίου και τη δυνατότητα επίτευξης υψηλών αποδόσεων ανάλογα με την πορεία συγκεκριμένων δεικτών. Σε ισχύ μέχρι και τις αρχές της άλλης εβδομάδας, για παράδειγμα, θα βρίσκονται δύο προϊόντα τράπεζας με δυνατότητα επίτευξης αποδόσεων ακόμη και της τάξης του 10%. Όμως η επίτευξή της είναι συνδυασμός πολλών παραγόντων και κυρίως προϋποθέσεων.
Το πρώτο από αυτά έχει διάρκεια 12 μηνών με ελάχιστο ποσό της επένδυσης 30.000 ευρώ, ενώ η τελική απόδοση εξαρτάται από την πορεία του δείκτη υψηλής κεφαλαιοποίησης του ΧΑ. Οι προϋποθέσεις είναι: Αν στη διάρκεια του 12μηνου στο κλείσιμο της ημέρας ο δείκτης εμφανίσει αύξηση πάνω από 10% σε σχέση με την αρχική τιμή, τότε η απόδοση διαμορφώνεται στο 1%. Αν ο δείκτης δεν καταγράψει σε κανένα κλείσιμο άνοδο μεγαλύτερη του 10% σε σχέση με την αρχική τιμή και στη λήξη η τιμή του είναι μειωμένη σε σχέση με την αρχική, τότε η απόδοση διαμορφώνεται στο 0,15%. Και αν ο δείκτης δεν καταγράψει σε κανένα κλείσιμο άνοδο μεγαλύτερη του 10% σε σχέση με την αρχική τιμή και στη λήξη η τιμή του είναι αυξημένη σε σχέση με την αρχική, τότε θα λάβει απόδοση ίση με την άνοδο του δείκτη. Δηλαδή στο καλύτερο σενάριο η απόδοση διαμορφώνεται στο 10% και στο χειρότερο στο 0,15%.
Το δεύτερο προϊόν έχει ελάχιστο ποσό επένδυσης 10.000 ευρώ, διάρκεια δύο μηνών, και η απόδοσή του συναρτάται από την ισοτιμία ευρώ – δολαρίου. Προσφέρει 100% προστασία στο αρχικό κεφάλαιο και ελάχιστη εγγυημένη απόδοση 0,10%, ενώ μπορεί να φτάσει έως και το 1,80%. Η επιπλέον απόδοση καταβάλλεται εάν η ισοτιμία ευρώ - δολαρίου παραμείνει καθ'' όλη τη διάρκεια του διμήνου εντός ενός εύρους τιμών από -2,25% έως +2,25% σε σχέση με την αρχική παρατήρηση κατά τη διάρκεια του διμήνου.
Προϊόντα εγγυημένου κεφαλαίου συναρτώμενα από τις ισοτιμίες παρουσιάζουν στους πελάτες τους πολύ συχνά οι τράπεζες, και την περίοδο αυτή κυκλοφορούν σχεδόν από όλες. Ορισμένες δε, εμφανίζουν και προϊόντα που συναρτώνται από τις τιμές τους πετρελαίου και με απόδοση που πλησιάζει το 1%.
Το «θέμα» με τα προϊόντα εγγυημένου κεφαλαίου, είναι ότι οι υψηλότερες αποδόσεις δεν είναι βέβαιες. Και συνήθως συνδυάζονται με γνώσεις αγορών για …μυημένους, αφήνοντας πάντα …ανοικτό το ενδεχόμενο ο επενδυτής να μείνει με το εγγυημένο ποσό. Κάτι που δεν συνιστά κανένα ρίσκο, αλλά με την απόδοση να παραμένει στα «χαμηλά».
Αντίστοιχα, στα σύνθετα προϊόντα που συνδυάζουν προθεσμιακές καταθέσεις με αμοιβαία κεφάλαια, ή μετατροπή όλης της κατάθεσης σε πακέτο αμοιβαίων, υπάρχει η προσδοκία επίτευξης υψηλών αποδόσεων, ανάλογα με την πορεία του αμοιβαίου. Οι αποδόσεις των τελευταίων γα το εννεάμηνο κυμάνθηκαν σε πολύ υψηλά επίπεδα λόγω της πορείας των αγορών, ιδιαίτερα δε και της ελληνικής. Σύμφωνα, δε με τα στοιχεία της Ένωσης Θεσμικών υπήρξαν Α/Κ που ξεπέρασαν σε απόδοση το 30%. Βέβαια τα τελευταία αφορούν «επιθετικά» προϊόντα που απευθύνονται σε εξειδικευμένους επενδυτές.
Στις περισσότερες περιπτώσεις, για τους συντηρητικούς αποταμιευτές, (ανάλογα και με το προφίλ των πελατών, όπως καθορίζεται από την MIFID) η απόδοση είναι χαμηλότερη και πάντοτε συναρτάται από το ρίσκο που είναι διατεθειμένος ο επενδυτής να αναλάβει. Στην τελική απόδοση των σύνθετων προϊόντων θα πρέπει επίσης να συνυπολογίζονται και η προμήθειες αγοράς/συμμετοχής των αμοιβαίων, οι οποίες χρεώνονται έξτρα.
Όπως όλα δείχνουν, το επόμενο διάστημα, η χρυσή περίοδος των αποταμιεύσεων χωρίς άγχος, λαμβάνει ένα τέλος. Και οι καταθέτες θα πρέπει να αποκτήσουν γνώσεις αγορών, εάν θέλουν να εξασφαλίσουν αποδόσεις.