Το πρωτοσέλιδο στην Αγγλία είναι μία διαφορετική «ιεροτελεστία». Δεν έχει να κάνει απλώς μία εφημερίδα «κρεμασμένη στα μανταλάκια», όπως συνηθίζουν να λένε στην Ελλάδα. Ο αθλητής ή ο/η σελέμπριτι που θα βρισκόταν στα ταμπλόιντ, ήξερε ότι – για καλό ή για άσχημο λόγο – θα «φανεί». Παντού στον κόσμο, άλλωστε, ακόμη και η αρνητική διαφήμιση, είναι διαφήμιση... Μονάχα που τα τελευταία χρόνια ακόμη και αυτή η αγγλική «συνήθεια» περιορίστηκε. Η τεχνολογία έχει νικήσει.
Η αθλητική κριτική στο «νησί» αντικαταστάθηκε από τα social media. Η πρώτη κίνηση το πρωί μοιάζει συνηθισμένη. Κλείσιμο στο ξυπνητήρι και ένα πρώτο scroll down στο κινητό. Ειδήσεις, φωτογραφίες, κρίσεις, κουτσομπολιά με ένα απλό χάιδεμα του δακτύλου πάνω σε μία οθόνη... Το Twitter κάποτε ήταν διασκεδαστικό. Το Instagram ήταν μία πλατφόρμα για εξαιρετικές φωτογραφίες. Το Facebook μία ευκαιρία να συνδεθείς με φίλους που είτε είναι πολυάσχολοι είτε απλώς ζουν μακριά.
Ολα αυτά, ωστόσο, στον μικρόκοσμο του αγγλικού (και όχι μόνο) ποδοσφαίρου δείχνουν μακρινά. Η επιμονή, η γνώμη έγινε επιβολή. Η κριτική στο ποδόσφαιρο, το «κράξιμο» που λέγαμε κάποτε, αντικατέστησε την «εποικοδομητική» καζούρα ή την πλάκα. Η διάδραση του κοινού με τον αθλητή έγινε τόσο άμεση και απλή, που πολλοί αποφασίζουν να επικρίνουν τον άλλοτε απόμακρο σταρ όπως θα το έκαναν σε έναν φίλο ή συγγενή τους.
Αυτή η κριτική ήταν πάντα συνηθισμένη, υπερβολική ή μη, κακοπροαίρετη ή όχι. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όμως, πίσω από μία «άψυχη» οθόνη κινητού ή του πληκτρολογίου ενός υπολογιστή, έγινε υπερβολή... Κατάντησε «επιδημία», όπως χαρακτηριστικά ανέφερε προσφάτως μελέτη της εταιρείας Signify για λογαριασμό της Ενωσης Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών της Αγγλίας.
Η έρευνα αποτύπωσε την κατάσταση και παρουσίασε 3.000 μηνύματα λεκτικής κακοποίησης ή απειλών σε τουλάχιστον 44 αθλητές ή προπονητές υψηλού επιπέδου, μόνο μέσω της πλατφόρμας του Twitter στο διάστημα του καλοκαιριού του 2020. Από αυτά τα μηνύματα που στάλθηκαν σε παίκτες που δέχτηκαν να συμμετάσχουν στην έρευνα, το 43% περιλάμβανε ρατσιστικές εκφράσεις και το 29% είχε προσβλητικές αναφορές με τη μορφή emoji (εικονιδίων)...
Στα τέλη Φεβρουαρίου, η αγγλική αστυνομία προχώρησε σε δεκάδες συλλήψεις κυρίως νεαρών για κακόβουλα μηνύματα μέσω διαδικτύου. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα The Athletic, αυτό το φαινόμενο δεν είναι νέο. Ομως, το τελευταίο διάστημα παίκτες και προπονητές είναι διατεθειμένοι να αποκαλύπτουν τις απειλές που δέχονται, να μιλήσουν δημοσίως και να μην τις προσπεράσουν.
Ο καθηγητής του πανεπιστημίου του Πόρτσμουθ, Δρ. Τομ Ουέμπ, εξήγησε πως «έχουμε δώσει μία συμβουλή στους διαιτητές της Premier League να μην διαθέτουν ενεργούς λογαριασμούς social media»... Ακόμη χειρότερη είναι η διαδικτυακή αντιμετώπιση σε γυναίκες ρέφερι. Ο Δρ. Ουέμπ συμπλήρωσε πως «επειδή κατανοούμε πως είναι δύσκολη η αποχή από τα σύγχρονα μέσα, αυτό που πρέπει να γίνει είναι οι ίδιες οι πλατφόρμες να καταφέρουν να απομονώσουν τις κακόβουλες συμπεριφορές και να προστατεύσουν τους χρήστες τους».
Την περασμένη σεζόν, παίκτες όπως ο Ραχίμ Στέρλινγκ ή ο Βίλφρεντ Ζαχά δέχτηκαν λεκτική κακοποίηση όχι απλώς με σχόλια στα social media, αλλά και με απευθείας απειλητικά μηνύματα στους λογαριασμούς τους... Αυτά, όμως, αποτελούν ιδιωτικές συνομιλίες και δεν είναι εφικτό να διερευνηθούν από την αστυνομία ή να απομονωθούν από τις ίδιες τις πλατφόρμες.
Στα μέσα του περασμένου μήνα, μία ομάδα αθλητών έστειλε επιστολή που κοινοποιήθηκε στην Premier League, την αγγλική ομοσπονδία, την ένωση παικτών και στους CEOs των Twitter και Facebook, Τζακ Ντόρσεϊ και Μαρκ Ζάκερμπεργκ αντίστοιχα. Στο κείμενο αναφέρεται πως «η αδράνεια των εταιριών δημιουργεί στο μυαλό των ανώνυμων “δραστών” πως είναι απρόσιτοι...». Το γκρουπ των παικτών ζητά καλύτερες διαδικασίες επαλήθευσης των χρηστών και τη δυνατότητα δράσεων, εφόσον διαπιστωθεί ότι δεν τηρούν τους κανόνες. Καταλήγοντας πως «αυτή η κρίση ιδεών και αξιών πρέπει επιτέλους να αντιμετωπιστεί ως κρίση».