Η εικόνα του ΠΑΟΚ, της ΑΕΚ και κατά δεύτερο λόγο του Παναθηναϊκού να παρακολουθούν απλά τον Ολυμπιακό και κάποιες φορές να προσπαθούν να τον φθείρουν, χωρίς να καταφέρνουν να τον αμφισβητήσουν ούτε στο «τόσο», προκαλεί πλέον χαμόγελα συγκατάβασης. Η εποχή του μίσους έχει ξεθυμάνει, οι ξένοι διαιτητές και το VAR δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αμφισβητήσεων, τα πράγματα ηρεμούν, ο περισσότερος κόσμος βαρέθηκε να τσακώνεται σοβαρά για τις ομάδες, οι δικαστικές υποθέσεις που συντηρούσαν την κόντρα πέρασαν στο περιθώριο και μέσα απ' όλη τούτη τη διαδικασία αναδεικνύεται η αληθινή αγωνιστική εικόνα του καθενός.
Εχουμε ένα πρωτάθλημα που όσο πάει και μαραζώνει, καθώς χρειάζεται πάνω απ όλα ανταγωνισμό για να ξαναζωντανέψει. Την ίδια στιγμή κανείς αντίπαλος δεν φαίνεται να έχει την δυνατότητα να φτιάξει καλύτερη ομάδα που θα ανταγωνιστεί τον φετινό πρωταθλητή στο γήπεδο ως ίσος προς ίσο.
Ο ΠΑΟΚ έχασε πριν από δύο χρόνια τη μεγάλη ευκαιρία να εκμεταλλευτεί τις κούπες που σήκωσε και να απογειωθεί. Ξαναγύρισε πολύ γρήγορα πίσω, σε εποχές που όλοι ήθελαν να ξεχάσουν κι από τις οποίες παραμένει ζητούμενο αν μπορεί να ξεκολλήσει οριστικά. Πλέον, δεν είναι θέμα χρημάτων, αλλά νοοτροπίας των ανθρώπων του. Παρά τα εκατομμύρια που ξοδεύονται, τα πράγματα κινούνται τόσο ερασιτεχνικά, που είναι να απορεί κανείς πώς τόσα χρόνια κανείς δεν έριξε μια ματιά προς τα έξω μήπως και καταλάβει τι ακριβώς συμβαίνει στο σύγχρονο ποδόσφαιρο για να ξεσηκώσει κάποια πράγματα. Μια παρέα ανθρώπων, άσχετων ως επί το πλείστον με το αντικείμενο, κάνει κουμάντο και αλληλοστηρίζεται απόντος του Σαββίδη, ρίχνοντας την ομάδα στη μία λακκούβα μετά την άλλη. Δεν μιλάω μόνο για τα αποτελέσματα μέσα στο γήπεδο που συνήθως είναι και ο καθρέφτης. Εδώ έχουν γίνει τόσα και τόσα, που ακόμη και το μιντιακό σύστημα το οποίο έχει στηθεί για να εξωραΐζει την όποια στραβή κατάσταση, δεν είναι σε θέση πολλές φορές να τα υπερασπιστεί.
Από μόνη της η υπόθεση με τα αθεώρητα δελτία υγείας πέρυσι, θα έπρεπε να είναι ικανή ώστε να ξηλωθεί όλο το σύστημα που υπάρχει. Δεν κουνήθηκε φύλλο, επειδή ο Μελισσανίδης αρνήθηκε να κάνει ένσταση «στον φίλο του», οπότε έμειναν... όλα καλά. Σήμερα, ο προπονητής είναι ένας μαθητευόμενος μάγος που δεν είναι σε θέση να κρατήσει «βαλσαμωμένο πουλί». Κάποιοι τού έχουν κάνει τριετές κλειστό συμβόλαιο, όταν είναι γνωστό ότι σε ολόκληρη την ιστορία του συλλόγου μόνο ο Λες Σάνον είχε καταφέρει την δεκαετία του '70 να παραμείνει στην ομάδα πάνω από τρία χρόνια! Οσο για το μεταγραφικό πλάνο, ακούγεται απίστευτο μα είναι αληθινό, ότι η ομάδα εκτός από τις χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ που «ξέρει» ο Ιβάν, τα μάτια στρέφονται στην Ουρουγουάη, όπου «ο Πάμπλο Γκαρσία έχει ανακαλύψει κάποιους πολύ καλούς για να φέρει»!
Την ίδια στιγμή στην ΑΕΚ, ο Μελισσανίδης απειλεί «να τα διαλύσει όλα και να τα φτιάξει από την αρχή». Δεν έχει, μάλλον, καθίσει να υπολογίσει πόσο κοστίζει μια τέτοια κίνηση και ποιοι άνθρωποι μπορούν να την υποστηρίξουν και να την τρέξουν. Αλλωστε, η ομάδα λειτουργεί με παλιομοδίτικες πρακτικές και δεν έχει ανοίξει – ούτε αυτή – παράθυρο στην Ευρώπη για να δει πως ζει, κινείται και εξελίσσεται ο υπόλοιπος ποδοσφαιρικός κόσμος. Το αποτέλεσμα είναι, οι όποιες αλλαγές προσώπων και καταστάσεων να μην αποδίδουν, καθώς κινούνται στην ίδια λογική με
το «παλιό» που «πρέπει να φύγει». Ετσι θεωρείται περισσότερο βολικό ένα είδος ανακύκλωσης των όσων ήδη υπάρχουν, με στόχο να παρουσιαστεί το ίδιο σημερινό και αποτυχημένο σαν κάτι νέο, ελκυστικό και ελπιδοφόρο. Με δυο λέξεις, το κλαμπ «δεν τολμά». Και το πληρώνει.
Οσο για τον Παναθηναϊκό αναζητεί για πάνω από δέκα χρόνια μια καινούργια ταυτότητα της μετά Βαρδινογιάννη εποχής, πάνω στην οποία θέλει να επενδύσει. Ξοδεύονται κι εδώ τεράστια λεφτά σε σχέση με το αποτέλεσμα, καθώς με την πρώτη αποτυχία αλλάζουν τα πρόσωπα μαζί με τον προσανατολισμό, ψαλιδιζονται οι φιλοδοξίες και όλοι βολεύονται σε μια «νερόβραστη» κατάσταση από την οποία η ομάδα δεν μπορεί να ξεκολλήσει.