Ο ΠΑΟΚ άρχισε να ψάχνει για νέο τεχνικό διευθυντή. Ο Ολαφ Ρέμπε παραιτήθηκε και θα αποχωρήσει στο τέλος της σεζόν, έχοντας ήδη βρει την επόμενη δουλειά του στη γερμανική Νυρεμβέργη.
Στην Ελλάδα, οι τεχνικοί διευθυντές είναι κάτι σαν... εξωτικό φρούτο, ή καλύτερα σαν... καλλωπιστικό φυτό στα γραφεία των προέδρων. Τους φέρνουν εδώ περισσότερο επειδή τους βλέπουν να δουλεύουν σε ομάδες του εξωτερικού και λιγότερο γιατί έχουν καταλάβει τη δουλειά που κάνουν, αλλά και τη γενικότερη χρησιμότητά τους. Λογικό να... μην ξέρουν μετά τι να τους κάνουν και να μην τους αφήνουν να μακροημερεύσουν.
Στην υπόλοιπη Ευρώπη είναι οι άνθρωποι που χαράσσουν στρατηγική τουλάχιστον τριετίας, σε ένα ποδοσφαιρικό κλαμπ. Αυτοί προσλαμβάνουν τον προπονητή και κανονίζουν τα μεταγραφικά. Υπάρχει και το πιο εξελιγμένο μοντέλο του αθλητικού διευθυντή, ο οποίος διαθέτει περισσότερο οργανωτικές αρμοδιότητες.
Στους… κανονικούς συλλόγους, ένας άνθρωπος σε τέτοιο πόστο λογικό να μένει αρκετά χρόνια. Ακόμη κι αν αποτύχει, θα πάρει… παράταση δύο ή τριών ετών, ώσπου να φανεί αν αποδίδει. Συνήθως οι περισσότεροι φεύγουν μετά από χρόνια, είτε επειδή κουράστηκαν, είτε επειδή βρήκαν κάτι καλύτερο.
Εκείνοι που έρχονται στην Ελλάδα είναι συνήθως άνεργοι για καιρό και ψάχνουν μια δουλίτσα, μέχρι να έρθει η ώρα να ξαναγυρίσουν σε μεγαλύτερη ομάδα, κατά προτίμηση της πατρίδας τους. Υπάρχουν και κάποιοι που δεν έχουν σχέση με το αντικείμενο, αλλά δοκιμάζουν στην πλάτη κάποιου... καμπούρη εδώ.
Φυσικά, δεν φταίνε αυτοί, αλλά οι σύλλογοι, που τους προσλαμβάνουν, πολλές φορές κατά τύχη, και χωρίς ουσιαστικά να έχουν πλάνο. Ουδείς ψάχνει έναν παράγοντα για να εκπονήσει μακρόπνοο σχέδιο. Και επειδή η έννοια σκάουτινγκ είναι ανύπαρκτη στη χώρα μας, συνήθως τεχνικός διευθυντής αναλαμβάνει όποιος έχει καλό «μπλα-μπλα» ή μερικές άκρες για μεταγραφές στην Ευρώπη.
Ο κανόνας λέει, πως τέτοια projects δεν χτίζονται στο πόδι ή με βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Γιαυτό, συνήθως οι technical directors αλλάζουν πιο συχνά και από τους προπονητές! Πρώτο παράδειγμα ο ΠΑΟΚ, που... το πάλεψε κιόλας. Όταν ανέλαβε ο Ιβάν Σαββίδης τοποθέτησε εκεί τον Γιώργο Γεωργιάδη του Χαραλάμπους, έναν παλιό ποδοσφαιριστή χωρίς καμία εξειδίκευση. Γρήγορα έφερε κι έναν δικό του, τον Ρώσο Τσιστιακόφ που αποδείχθηκε ότι δεν έχει μεγάλη σχέση με το ποδόσφαιρο. Ακολούθησε ο Ζήσης Βρύζας, ώσπου έγινε η πρώτη πραγματική υπέρβαση. Προσελήφθη ο Δανός πρώην άσος του Αγιαξ, Φρανκ Αρνεσεν, ο οποίος πέρα από καλός προπονητής είχε εξαιρετικό βιογραφικό για την θέση, με μεγάλες και πετυχημένες θητείες σε Αϊντχόφεν, Τότεναμ, Αμβούργο και πάνω απ’ όλα στην Τσέλσι του Αμπράμοβιτς. Δεν πήρε μεγάλο μπάτζετ, αλλά έφερε «έξυπνες» λύσεις, που άλλες βγήκαν (Ροντρίγκες, Τσίμιροτ) και άλλες όχι (Ολσεν, Σάμπο, Λέοβατς, Ζάιρο). Απέτυχε. Χρεώθηκε κυρίως την πρόσληψη ως προπονητή του Ιγκόρ Τούντορ κι έφυγε… νύχτα στους 7-8 μήνες. Ακολούθησε ο «παλιός» Λούμπος Μίχελ, που είχε ήδη θέση στην ΠΑΕ και ήταν πιο τεχνοκράτης. Εφυγε λίγο μετά τα επεισόδια που κατέληξαν στην εισβολή του Σαββίδη με πιστόλι στο γήπεδο της Τούμπας και στην τιμωρία τόσο της ομάδας, όσο και του ιδιοκτήτη της. Ακολούθησαν ο Μπράνκο και ο Ρέμπε, μέχρι... τον επόμενο. Επτά άτομα, σε λιγότερα από δέκα χρόνια.
Στην ΑΕΚ, δίπλα στη έννοια «τεχνικός διευθυντής» θα έπρεπε να μπει και η λέξη «διακοσμητικός». Οσοι ανέλαβαν το πόστο δεν είχαν τον απόλυτο έλεγχο του τμήματος. Λίγοι παίκτες απ’ όσους πρότειναν, κατέληγαν όντως στην ομάδα, καθώς οι περισσότερες μεταγραφές γίνονταν από τον ίδιο τον Μελισσανίδη και άλλα μέλη της ΠΑΕ. Τώρα τον ρόλο έχει ο Παναγιώτης Κονέ (χωρίς προηγούμενη προϋπηρεσία ή εμπειρία), ενώ έχουν περάσει ακόμη ο Ιλια Ιβιτς, ο Μαϊστόροβιτς, ο Ματιάσεβιτς, ο Ντε Μπαρτόλο, ο Μιλοβάνοβιτς και δύο φορές ο Νίκος Λυμπερόπουλος! Ολοι τους πρώην παίκτες της ομάδας. Μαζί και ένας αρχισκάουτερ – ατζέντης, ο Ντι Μπαρτόλο.
Και πάμε στον Παναθηναϊκό, που συμπληρώνει κοντά 20ετία με ανθρώπους στη συγκεκριμένη θέση. Ομως, στην εποχή του Αλαφούζου ήρθαν και έφυγαν χωρίς κανένας να μακροημερεύσει. Αποδείχθηκε ότι ο ιδιοκτήτης όσο εύκολα πείθεται από τα λόγια κάποιου, τόσο εύκολα τον αδειάζει στη συνέχεια. Μερικές φορές οι τεχνικοί διευθυντές διαψεύστηκαν από τα αποτελέσματα, άλλες έπεσαν θύματα της πειθούς κάποιου προπονητή που υποσκέλιζε τον θεωρητικά ανώτερό του general manager. Μόνο ο Νίκος Νταμπίζας μπορεί να θεωρηθεί ότι έκανε δουλειά και τις δύο φορές που ανέλαβε το πόστο. Την πρώτη, φέρνοντας παίκτες όπως ο Μπεργκ, ο Πιάνιτς, ο Αμπέιντ, ή ο Καρέλης και τη δεύτερη προσπαθώντας να φτιάξει ομάδα με πιτσιρίκια λόγω της απαγόρευσης μεταγραφών. Και τις δύο, την «πάτησε» από τον Αναστασίου και τον Δώνη αντίστοιχα, που ήταν οι προπονητές και ζητούσαν τον πρώτο ρόλο.
Από τη θέση πέρασε (και δεν ακούμπησε) αρχικά ο Κώστας Ελευθεράκης, όμως τις μεταγραφές τις έκανε τότε ο Πορτογάλος Ούγκο Βαρέλα, που έφερε κάποιους Φορναρόλι, Βελάσκες, Εσπάρθα και Καζιγιάμα… Ρόλο τεχνικού διευθυντή έχουν πάρει ο Βόκολος, ο Λυμπερόπουλος, ο «διορισμένος» από τον Μαρίνο Ουζουνίδη μάνατζερ Ντίνος Διαμαντόπουλος... Επίσης ο Ζιλμπέρτο Σίλβα που παρέμεινε για κάποιο διάστημα διευθυντής – γλάστρα απέναντι στον Στραματσόνι. Προτελευταίος στη λίστα ο Ρόκα με τους Ισπανο-πορτογάλους και τον Πογιάτος του. Σήμερα (και μέχρι νεωτέρας...) τη θέση κατέχει ο Γάλλος Ντρεοσί, τον οποίο πρότεινε ο (έτοιμος κι αυτός να αποχωρήσει) προπονητής Λάζλο Μπόλονι. Η πρωτοτυπία εδώ είναι, ότι ο προπονητής πρότεινε τον τεχνικό διευθυντή και όχι το αντίθετο, όπως συνηθίζεται!.
Φωτεινή εξαίρεση σε όλα αυτά ο Ολυμπιακός. Εχει στην ίδια θέση εδώ και οκτώ χρόνια τον Κριστιάν Καρεμπέ, ο οποίος μάλιστα πολύ νωρίτερα επιδίωκε το πόστο, έχοντας αποφασίσει πως θέλει να ζήσει στην Ελλάδα. Ο Γάλλος έκανε τα δυνατά του «κονέ», φέρνοντας αρκετούς καλούς παίκτες, ενώ φαίνεται να έχει και οργανωτικές ικανότητες, παράλληλα με το «δυνατό» όνομα που κουβαλάει στον ποδοσφαιρικό πλανήτη.