Και κάπως έτσι, επιστρέψαμε, πάλι, στο 2012, όταν ο ένας σήκωνε το δάχτυλο για να δείξει τον άλλον αποκαλώντας τον «κλέφτη», «αργυρώνητο», «εχθρό του λαού και του πολιτεύματος». Δεν το λες και καλή εξέλιξη.
Στα πάνελ βουλευτές και στελέχη των κομμάτων αλληλοκατηγορούνται για το ποιος είναι πιο αντιδημοκράτης και διεφθαρμένος, ενώ στα σούπερ που τρέχουν στο κάτω μέρος της εικόνας, διαβάζουμε την είδηση ότι ο Ερντογάν απειλεί με πυραύλους την Αθήνα.
Δύσκολα τα πράγματα αλλά ίσως θα έπρεπε να είναι αναμενόμενο, όταν δεν εκπληρώθηκε η κεντρική προεκλογική υπόσχεση να ξεπεράσουμε το παρελθόν και να πάμε ενωμένοι μπροστά κι ας έχει επισημάνει ο καθ. Στάθης Καλύβας στο βιβλίο του «Καταστροφές και Θρίαμβοι» ότι οι Έλληνες έχουμε την τάση να παράγουμε και να καταναλώνουμε πολιτική με τρόπο που να δημιουργείται, κάθε τόσο, η εντύπωση ότι είμαστε στα πρόθυρα εμφύλιας σύγκρουσης που φυσικά δεν συντρέχουν πλέον οι συνθήκες να ξεσπάσει.
Μας έχουν εντυπωσιάσει οι αφορισμοί που διαβάζουμε με αφορμή την υπόθεση Καϊλή. Αφενός, γιατί είναι πανομοιότυποι με αυτοί της περιόδου 2010-2015. Αφετέρου, γιατί συνεχίζουμε να βλέπουμε ως αποκλειστική πηγή των προβλημάτων μας τον αντίπαλο. Το μόνο που έχει αλλάξει είναι η εκφραστική μας ικανότητα γιατί στο μεταξύ εξασκηθήκαμε στα social media στο να αλληλοβριζόμαστε γραπτώς γιατί κατά τα άλλα, το περιεχόμενο έχει μείνει το ίδιο.
Μας φαίνεται δύσκολο σε μια κοινωνία που αναπαράγει τις κρίσεις της, κάποιοι να ποζάρουν για ηθικά άμεμπτοι, χωρίς αυτό, βέβαια, να σημαίνει πως «όλοι ίδιοι είμαστε». Σε καμία περίπτωση δεν είμαστε όλοι ίδιοι αλλά δεν μπορούμε να είμαστε και τόσο διαφορετικοί κι αυτό εύκολα διακρίνεται στον τρόπο που εκλογικεύουμε συμπεριφορές, όταν ο εκάστοτε «δράστης» είναι δικός μας: τελικά καταλήγουμε όλοι να έχουμε δικαιολογήσει πολιτικά σφάλματα, ακόμα και εγκλήματα.
Σε μια μικρή χώρα που τη γλώσσα της μιλάνε αποκλειστικά, σχεδόν, οι κάτοικοί της τα προβλήματα δείχνουν πάντα μεγαλύτερα, σοβαρότερα και κυρίως δραματικότερα. Την ίδια στιγμή όμως, ακριβώς επειδή είμαστε μια μικρή χώρα, δημογραφικά ομοιογενής, ανήκουμε στην ίδια φυλή και στη συντριπτική μας πλειοψηφία πιστεύουμε στον ίδιο Θεό, θα περίμενε κανείς οι συγκρούσεις να είναι κυρίως ιδεολογικές και πολιτικές. Κι όμως, η διάχυτη εχθροπάθεια που έχει κατακλύσει, πάλι, τη δημόσια σφαίρα, μόνο πολιτική και ιδεολογική δεν είναι.
Κανείς μας δεν έχει την αξίωση να βελτιωθεί το κλίμα σε προεκλογική περίοδο αλλά ίσως αυτό ακριβώς να είναι το πρόβλημα. Ότι δεν υπάρχουν, πλέον, αξιώσεις για κάτι καλύτερο. Η κοινωνία των χαμηλών προσδοκιών που υποτίθεται ότι ήταν ο μεγαλύτερος αντίπαλος κάθε εκσυγχρονιστικής προσπάθειας, δεν έχει αλλάξει στο ελάχιστο.
Αξίζουμε, τελικά, καλύτερα; Μπορεί. Όμως, δεν μπορούμε να το διεκδικήσουμε όταν πρώτοι εμείς, όλοι εμείς, κάνουμε διαρκώς εκπτώσεις.