Την προηγούμενη εβδομάδα διακόσιοι εβδομήντα Ισραηλινοί οικονομολόγοι, ανάμεσά τους και ο νομπελίστας Ντάνιελ Κάνεμαν, δέκα καθηγητές οικονομικών, πρώην διοικητές της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας και άλλοι σημαντικοί οικονομικοί παράγοντες και πανεπιστημιακοί, δημοσίευσαν ανοιχτή επιστολή προς τον πρωθυπουργό Νετανιάχου με την οποία τον προειδοποιούσαν για τη βλάβη που μπορεί να προκαλέσει στην ισραηλινή οικονομία η πρόθεσή του να περιορίσει τη δικαιοδοσία του Ανώτατου Δικαστηρίου της χώρας.
Το Ισραήλ δεν έχει Σύνταγμα, η δικαστική εξουσία είναι πραγματικά και ουσιαστικά ανεξάρτητη από τη νομοθετική και εκτελεστική και το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας διαδραματίζει πολύ σημαντικό ρόλο καθώς τα μέλη του χαίρουν μεγάλης εκτίμησης διεθνώς για την επιστημονική τους επάρκεια.
Το αποτέλεσμα ήταν ότι την Κυριακή οι τιμές των τραπεζικών μετοχών έχασαν το 4.3% της αξίας τους γιατί επικράτησαν οι φόβοι ότι οι παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη θα έχουν ως αποτέλεσμα τη φυγή των επενδυτών και την υποβάθμιση της πιστοληπτικής τους ικανότητας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης.
Πολλές οι γνωστές μας λέξεις, σε όλα τα παραπάνω, έτσι;
Δικαιοσύνη, επενδύσεις, οίκοι αξιολόγησης. Πάνω απ' όλα η υπενθύμιση της ευθείας σχέσης της πορείας της οικονομίας με την ποιότητα απόδοσης της Δικαιοσύνης.
Να το κάνουμε ακόμα πιο λιανά: κανείς δεν επενδύει τα ωραία του λεφτά σε μια χώρα που δεν ξεμπλέκει ποτέ από τα δικαστήριά της αν αντιμετωπίσει κάποιο πρόβλημα ή αν ξέρει ότι οι αποφάσεις της δικαιοσύνης δεν εφαρμόζονται.
Μετά από δέκα χρόνια κρίσης ακόμα να συνειδητοποιήσουμε αυτό το αξίωμα. Απόδειξη ότι οι πολίτες σπανίως συζητάμε δημοσίως τα της δικαιοσύνης. Το αίτημα να μένει ανεξάρτητη εκστομίζεται τυπικά, ως ξόρκι μιας πραγματικότητας που γνωρίζουμε καλά.
Το γεγονός ότι ένα θέμα δεν συζητείται στο δημόσιο διάλογο, από τους δημοσιογράφους και τους δημοσιολογούντες έχει αντίκτυπο στις κυβερνήσεις. Οι κυβερνήσεις παντού στον πλανήτη κάνουν τη δουλειά τους, όταν αισθάνονται στο σβέρκο τους την ανάσα της κοινής γνώμης καυτή.
Στην Ελλάδα η συζήτηση, όταν γίνεται, εξαντλείται στην λεγόμενη αυστηροποίηση των ποινών και σε ευχολόγια για επιτάχυνση των ρυθμών απόδοσης της δικαιοσύνης.
Κάποιος θα μας αντιγυρίσει ότι σε όλα τα πρωθυπουργικά συστήματα, την ατζέντα του διαλόγου την ορίζει το εκάστοτε γραφείο του Πρωθυπουργού. Ναι και όχι. Πλέον, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης δίνουν τη δυνατότητα για παρεμβάσεις που επηρεάζουν ευθέως την πολιτική συγκυρία και σίγουρα διαμορφώνουν το κλίμα.
Αν λοιπόν οι λεγόμενες ελίτ (εμείς πλέον αμφιβάλλουμε σοβαρά ότι υπάρχουν στην Ελλάδα τέτοιες) ασχολούνταν στα ΜΚΔ με τα αληθινά προβλήματα της χώρας και των κατοίκων της όλα θα πήγαιναν καλύτερα.
Ας παρακολουθήσουμε τουλάχιστον όσα συμβαίνουν σήμερα στο Ισραήλ, ας δούμε σε πραγματικό χρόνο τις συνέπειες που έχει η πολιτική αστάθεια και η παρουσία ακροδεξιών στοιχείων σε μια κυβέρνηση και ας πάρουμε τα ανάλογα μαθήματα.