H Eurobank Equities ξεκίνησε την κάλυψη της μετοχής της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ με σύσταση αγοράς και τιμή στόχο τα 23,4 ευρώ και σημειώνει πως γύρισε σελίδα ο όμιλος και από τις ΑΠΕ επικεντρώνεται τώρα στις παραχωρήσεις. Με τη στρατηγική αυτή στροφή είναι πλέον σε θέση να εδραιώσει την κυριαρχία της στην αγορά και να εμπλουτίσει το χαρτοφυλάκιο παραχωρήσεων αξιοποιώντας την τοπική έκρηξη των υποδομών, καθώς αξιοποιεί τα κεφάλαια από την πώληση των ΑΠΕ.
Οι πρόσφατες αποκτήσεις παραχωρήσεων θα οδηγήσουν σε αύξηση των EBITDA άνω του 50% το 2026 και στα 693 εκατ. ευρώ, ενώ παράλληλα θα ενισχυθεί και η ορατότητα για τη δημιουργία ελεύθερων ταμειακών ροών, υποστηρίζει η χρηματιστηριακή.
Παράλληλα, η επιτακτική ανάγκη για εκσυγχρονισμό των υποδομών έχει ευνοήσει την ισχυρή ανάπτυξη των κατασκευών τα τελευταία χρόνια, διαμορφώνοντας το ανεκτέλεστο υπόλοιπο της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ σε 5 δισ. ευρώ έναντι 2,2 δισ. ευρώ το 2021. Αξιοποιώντας την ηγετική της παρουσία στην αγορά και το καθετοποιημένο μοντέλο της που επιτρέπει υψηλότερες αποδόσεις σε επίπεδο Ομίλου, η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ πρόκειται να διεκδικήσει έργα ύψους 8-10 δισ. που θα δημοπρατηθούν εντός των επόμενων 18 μηνών, με στόχο να αυξήσει το ανεκτέλεστό της. Έτσι ο τζίρος θα μπορούσε να φτάσει στα 1,43 δισ. ευρώ το 2025 από τον τομέα αυτόν και τα EBITDA στα 118 εκατ. ευρώ.
Οι αγορές έδειξαν να ανακουφίζονται από την ολοκλήρωση των αμερικανικών εκλογών με την άνοδο στη Wall Street να ήταν σημαντική. Η ελληνική αγορά επίσης έδειξε να ακολουθεί αν και με μεταβλητότητα, την οποία είχε και η Ευρώπη, αλλά εμείς είχαμε και τέσσερις ανοδικές συνεδριάσεις προηγουμένως.
Όποιος όμως παρακολούθησε από την αρχή τη συνεδρίαση, είδε πως δύο μετοχές ξεχώρισαν. Η Cenergy και η Τιτάν. Τυχαίο; Δεν νομίζουμε. Και οι δύο έχουν έκθεση στις ΗΠΑ και μάλιστα σε τομείς όπου θα γίνουν μεγάλες επενδύσεις. Η διοίκηση της Cenergy, πρόσφατα και με αφορμή την αύξηση κεφαλαίου για την κατασκευή του εργοστασίου καλωδίων στις ΗΠΑ είχε πει πως οι υποδομές είναι απαρχαιωμένες και χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις σε καλώδια. Μάλιστα είχε πει πως υπάρχει μεγάλη καθυστέρηση στις παραδόσεις και πως μπορεί ακόμα και πριν ξεκινήσει η κατασκευή καλωδίων από το εργοστάσιο στις ΗΠΑ να προμηθεύει καλώδια που φτιάχνει στην Ελλάδα πιο γρήγορα από αμερικανικές εταιρείες. Επίσης, η Τιτάν βλέπει τα κέρδη της τα τελευταία χρόνια να αυξάνονται από τα έργα στις ΗΠΑ και περιμένει η καλή πορεία να διατηρηθεί από τα έργα που θα γίνουν. Να σημειωθεί πως η Τιτάν ανακοινώνει σήμερα αποτελέσματα εννεαμήνου.
Αποτελέσματα ανακοινώνουν σήμερα και η Εθνική Τράπεζα με την Eurobank. Και για τις δύο οι αναλυτές περιμένουν καλά αποτελέσματα και τονίζουν το discount που έχουν έναντι της δίκαιης τιμής. Οι μέσες εκτιμήσεις των αναλυτών για τα καθαρά κέρδη από βασικές δραστηριότητες της Εθνικής Τράπεζας στο τρίτο τρίμηνο είναι στα 315 εκατ. ευρώ με καθαρά έσοδα από τόκους 578 εκατ. ευρώ.
Αντιστοίχως για την Eurobank περιμένουν καθαρά κέρδη 370 εκατ. ευρώ. Η Optima Bank περιμένει στο τρίτο η Eurobank να έχει καθαρά έσοδα από τόκους 690,1 εκατ. ευρώ με τις μέσες εκτιμήσεις να είναι στα 687,2 εκατ. ευρώ. Στο εννεάμηνο τα καθαρά κέρδη αναμένονται στα 1,1 δισ. ευρώ αυξημένα κατά 20% έναντι του περσινού διαστήματος. Η Piraeus Securities βάζει τον πήχη για την Εθνική Τράπεζα στα 10 ευρώ και διατηρεί τη σύσταση για υπεραπόδοση αναφέροντας πως ο στόχος είναι να έχει δείκτη P/TBV (για το 2025) 1,15 φορές και έχει σήμερα 0,85 φορές. Για την Eurobank βάζει τον πήχη στα 3,30 ευρώ με σύσταση επίσης υπεραπόδοσης και δείκτη P/TBV 1,3 φορές έναντι 0,8 φορές που είναι σήμερα.
Με απώλειες 20% από την αρχή του έτους, η μετοχή της Πλαστικά Θράκης είναι ίσως από τις πιο αδικημένες της χρονιάς στο ταμπλό. Η Piraeus Securities ξεκίνησε την κάλυψη της μετοχής εντοπίζοντας περιθώριο ανόδου 96% από τα τρέχοντα επίπεδα τιμών. Έδωσε τιμή στόχο τα 7,20 ευρώ με τη μετοχή να βρίσκεται κοντά στα 3,70 ευρώ. Όπως αναφέρει η εταιρεία έχει επιδείξει συνεχή βελτίωση όσον αφορά τα οικονομικά της μεγέθη, με τα έσοδά της να αυξάνονται σταθερά, ενώ ο όμιλος έχει επενδύσει στρατηγικά σε σημαντικές κεφαλαιουχικές δαπάνες τα τελευταία χρόνια. Για το 2024 περιμένει καθαρά κέρδη 15,9 εκατ. ευρώ και το 2025 18,1 εκατ. ευρώ που σημαίνει πως το P/E είναι εξαιρετικά χαμηλό και για τις δύο χρονιές.
Ισχυρή μείωση ζημιών κατά 1,6 εκατ. ευρώ και ποσοστό 48,61%, κατέγραψε η Ικτίνος Ελλάς στο 9μηνο του 2024 οι οποίες διαμορφώθηκαν σε 1,69 εκατ. ευρώ, έναντι 3,29 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο 9μηνο του 2023. Αύξηση της παραγωγής της τάξης του 20% για το 2025 προσδοκά, επίσης, η εταιρεία από την επέκταση του λατομείου περίπου 100 στρεμμάτων στον Βώλακα Δράμας, για το οποίο περιμένει εντός των προσεχών ημερών να λάβει τη σχετική άδεια. Από τις αρχές του 2024, η Ικτίνος Ελλάς λειτουργεί ήδη τέσσερα νέα λατομεία, δύο στην περιοχή της Δράμας με λευκό δολομιτικό μάρμαρο, υψηλής ζήτησης και δύο στη Λειβαδιά, το ένα με γκρι μάρμαρο και το άλλο με μπεζ μάρμαρο, υψηλής εξίσου ζήτησης.
Παράλληλα, έστρεψε το βλέμμα της σε νέες ξένες αγορές, αναπτύσσοντας δίκτυο πωλήσεων έτοιμων προϊόντων με την ανάληψη συμβάσεων προμήθειας μαρμάρων σε μεγάλα έργα του εξωτερικού, καθώς οι εξαγωγές στην Κίνα μειώθηκαν με αντίκτυπο στα οικονομικά της αποτελέσματα.
Στις καλές επιδόσεις της εταιρείας στο 9μηνο του 2024, αναφέρεται ακόμη ότι ολοκλήρωσε την αναδιάρθρωση του δανεισμού της με την Alpha Bank, ενώ με την Εθνική Τράπεζα (ΕΤΕ) και την Attica Bank έχει συμφωνηθεί το γενικό πλαίσιο και αναμένεται άμεσα να υπογραφούν οι σχετικές συμβάσεις. Η αναδιάρθρωση αφορά κυρίως χρεολύσια Ομολογιακών Δανείων των ετών 2023-2025 συνολικής αξίας 11,05 εκατ. ευρώ.
Ανοδικός ήταν και ο κύκλος εργασιών της για την ίδια περίοδο, ο οποίος διαμορφώθηκε στα 22,44 εκατ. ευρώ, σε σύγκριση με τα 18,22 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2023, σημειώνοντας αύξηση κατά 23,12%.
Αυξάνει την παρουσία της και ενδυναμώνει την παγκόσμια επένδυση της η Pfizer στη Θεσσαλονίκη. Στους τέσσερις παγκόσμιους οργανισμούς που λειτουργεί σήμερα η εταιρεία, αναμένεται να απασχολούνται περισσότεροι από 1.200 εργαζόμενοι μέχρι το τέλος του 2024, με το 15% αυτών να είναι επιστήμονες που έφυγαν στο εξωτερικό κατά τη διάρκεια της κρίσης και επέστρεψαν στην Ελλάδα για να εργαστούν στη Pfizer στη Θεσσαλονίκη.
Προχωρά δυναμικά η επέκταση των δραστηριοτήτων της με τη δημιουργία του πέμπτου Διεθνούς Κέντρου, το Global Learning & Development Center, το οποίο θα λειτουργήσει το 2026 στη Θεσσαλονίκη, με στόχο να αποτελέσει ένα κέντρο αριστείας επικεντρωμένο στην εκπαίδευση. Την ίδια χρονιά, η εταιρεία θα ολοκληρώσει και την επέκταση των κτιριακών εγκαταστάσεων του Εast Plaza κατά 3.200 τ.μ., προσφέροντας 200-250 θέσεις εργασίας.
Η αξία των επενδύσεων της εταιρείας στην Ελλάδα φαίνεται και από τη μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) για το οικονομικό της αποτύπωμα. Η συνεισφορά της από το σύνολο της δραστηριότητάς της σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη στην ελληνική οικονομία, την περίοδο 2020-2030 υπολογίζεται σε 2,5 δισ. ευρώ σε όρους ΑΕΠ, ενώ η ακαθάριστη προστιθέμενη αξία που δημιουργείται άμεσα εκτιμάται σε 1,1 δισ. ευρώ συνολικά. Καίριος είναι ο ρόλος της και στον τομέα της απασχόλησης, καθώς υποστηρίζει συνολικά (άμεσα και έμμεσα) περίπου 3.900 θέσεις εργασίας κατά μέσο όρο στην Ελλάδα για την περίοδο 2020-2030.
Στάση αναμονής θα τηρήσει η Ευρώπη, έως ότου να εξακριβωθεί ποιες πολιτικές θα εφαρμόσει η κυβέρνηση Τραμπ. Αυτή είναι η εκτίμηση των αναλυτών της ING σχετικά με την αντίδραση της Ε.Ε. στο εκλογικό αποτέλεσμα των ΗΠΑ. Οι ίδιοι, ακόμη, προβλέπουν ότι στο διάστημα αυτό η ΕΚΤ θα κληθεί να σηκώσει το βάρος των όποιων παρενεργειών, χαλαρώνοντας ακόμη περισσότερο τη νομισματική πολιτική της με πιο χαμηλά επιτόκια.
Μάλιστα, προβλέπουν μια μείωση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης στην ερχόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο. Με βάση αυτήν την πρόβλεψη το επιτόκιο καταθέσεων θα διαμορφωθεί τουλάχιστον στο 1,75% ως τα μέσα με τέλη του 2025.
Οι αναλυτές της ING κάνουν λόγο ακόμη και για επικείμενο εμπορικό πόλεμο, ο οποίος μπορεί να ωθήσει την Ευρώπη από τη σημερινή φάση της υστέρησης της ανάπτυξης σε μια ύφεση.
Το βαρύτερο πλήγμα, όπως εκτιμά η ING αναμένεται να το δεχθεί η γερμανική οικονομία, η οποία αφενός δυσκολεύεται και αφετέρου εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από το εμπόριο με τις ΗΠΑ.
Παράλληλα, η αβεβαιότητα γύρω από τη στάση του Τραμπ στην Ουκρανία και το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά και τους δείκτες της οικονομικής εμπιστοσύνης, οι οποίοι άρχισαν να σταθεροποιούνται στην Ευρωζώνη, σχετικά πρόσφατα.
Η πολιτική που θα ακολουθήσει η νέα κυβέρνηση Τραμπ σε ό,τι αφορά τους δασμούς αποτελεί και την πιο σημαντική από οικονομική άποψη, σύμφωνα με την UBS. Ο δασμός ύψους 60%, που συζητείται να τεθεί σε προϊόντα που εισάγονται από την Κίνα και 10% για εισαγωγές από τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου σύμφωνα με την UBS θα μπορούσε να καταστήσει μη βιώσιμο ένα μεγάλο μέρος του εμπορίου ΗΠΑ - Κίνας.
Ακόμη, εκτιμάται ότι θα μειώσει την εγχώρια ζήτηση και τα εταιρικά κέρδη των ΗΠΑ και να οδηγήσει σε χαμηλότερη αύξηση του ΑΕΠ σε όλο τον κόσμο, ιδίως στην Κίνα. Οι εν λόγω δασμοί θα μπορούσαν επίσης να συμβάλουν σε υψηλότερο πληθωρισμό στις ΗΠΑ, όπως άλλωστε έχουν επισημάνει πέραν της UBS και άλλοι αναλυτές.
Σε ό,τι αφορά τη Fed και τα επιτόκια, οι αναλυτές της UBS επισημαίνουν ότι «η Ομοσπονδιακή Κεντρική Τράπεζα θα συνεχίσει να κινείται προς μια ουδέτερη πολιτική στάση και δεν περιμένουμε να αλλάξει άμεσα τις προοπτικές της, δεδομένου ότι η αβεβαιότητα σε ό,τι αφορά την εφαρμογή της νέας πολιτικής παραμένει υψηλή».
Μάλιστα θεωρούν πιθανή μια πρόσθετη μείωση των επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης τον Νοέμβριο και αναμένουν περαιτέρω μείωση κατά 25 μονάδες βάσης τον Δεκέμβριο. Επίσης, για το 2025 προβλέπεται μια νέα χαλάρωση κατά 100 μονάδες βάσης. Βέβαια, όπως αναφέρει η UBS η Fed μπορεί να επιβραδύνει τον ρυθμό μείωσης των επιτοκίων, αν αντιληφθεί ότι οι αλλαγές στη μεταναστευτική, εμπορική ή δημοσιονομική πολιτική μπορεί να την οδηγήσουν σε ανησυχία για υψηλότερο πληθωρισμό.
Η CMOC Group Limited (3933 HONG KONG), είναι η μεγαλύτερη παραγωγός κοβαλτίου στον κόσμο, καθώς πολύ πρόσφατα ξεπέρασε σε παραγωγή την ελβετική Glencore (GLEN LONDON). Σύμφωνα με ένα πίνακα που είδαμε στο Bloomberg και βασίστηκε σε στοιχεία από τις δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις των δύο εταιρειών, η κινεζική επιχείρηση έχει αφήσει μακριά πίσω της την ελβετική από το δεύτερο μισό του 2023 και μετά. Ενώ το 2022 η παραγωγή της Glencore ήταν υπερδιπλάσια αυτής της CMOC (η ελβετική εταιρεία είχε παράξει λίγο πάνω από 40.000 τόνους για όλη την χρονιά), στο πρώτο μισό του 2023 η παραγωγή τους ήταν σχεδόν η ίδια, κοντά δηλαδή στους 20.000 τόνους.
Στο δεύτερο μισό της περσινής χρονιάς η παραγωγή της κινεζικής εταιρείας έφθασε περίπου στις 30.000 τόνους και αυτή της Glencore παρέμεινε κοντά στις 20.000. Φέτος η CMOC έχει κυριολεκτικά αφήσει πίσω της την ελβετική εταιρεία. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα του πρώτου εννεαμήνου που ανακοίνωσε η CMOC την 29η Οκτωβρίου, η παραγωγή της έφθασε τους 84.722 τόνους κοβαλτίου, ξεπερνώντας με μεγάλη άνεση τον στόχο των 70.000 τόνων για όλη την χρονιά. Από την μεριά της Glencore, η παραγωγή όχι μόνο δεν αυξήθηκε σε σχέση με το 2023 αλλά ήταν χαμηλότερα, αφού για το εννεάμηνο δεν πλησίασε καν τους 30.000 τόνους.
Η μεγάλη αύξηση της παραγωγής της COMC οφείλεται στην επέκταση δύο μεγάλων ορυχείων στην Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό (πρώην Ζαΐρ, στα αγγλικά Democratic Republic of the Congo ή DRC), τα οποία παράγουν πρωτίστως χαλκό και δευτερευόντως κοβάλτιο. Η αύξηση της παραγωγής χαλκού κατά 78% σε σχέση με την περσινή χρονιά εξηγεί με τον καλύτερο τρόπο την αντίστοιχη αύξηση παραγωγής κοβαλτίου. Από την άλλη μεριά, η Glencore μείωσε εθελοντικά την παραγωγή στο δικό της ορυχείο κοβαλτίου στην περιοχή Mutanda της ίδιας χώρας.
Το κοβάλτιο είναι ένα από τα πιο σημαντικά συστατικά των σύγχρονων μπαταριών. Η χρήση του είναι εκτεταμένη σε πολλά ηλεκτρονικά προϊόντα όπως κυρίως τα κινητά τηλέφωνα, αλλά βρίσκεται και στις μπαταρίες ηλεκτρικών αυτοκινήτων λόγω του ότι η παρουσία του κάνει τις μπαταρίες πιο σταθερές. Ο αγώνας για την εξασφάλιση ικανών ποσοτήτων κοβαλτίου από μεγάλες εταιρείες ηλεκτρονικών προϊόντων είχε προκαλέσει σημαντικές αντιδράσεις παγκοσμίως λόγω του ότι συνδέθηκε με την δράση αρκετών παραστρατιωτικών μονάδων στην DRC και τις άθλιες συνθήκες εργασίας για τους χιλιάδες ντόπιους που έσκαβαν κυριολεκτικά με τα χέρια.
Με την μεγάλη αύξηση της παραγωγής όμως, φαίνεται πως το κοβάλτιο δεν θεωρείται πλέον τόσο πολύτιμο. Η τιμή του είναι αυτές τις μέρες κοντά στα 8.000 δολάρια/τόνο, πεσμένη κατά 66% από το καλοκαίρι του 2022, ενώ η πτώση του από το 2018 είναι της τάξης του 90%.
Ένα μεγάλο μέρος της πτώσης οφείλεται προφανώς στην μεγάλη αύξηση της παραγωγής από την CMOC και άλλες κινεζικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην Αφρική. Εκτός από αυτό όμως, σημαντικό ρόλο έχει παίξει και η ανακύκλωση κοβαλτίου που βρίσκεται σε αχρηστευμένες ηλεκτρονικές συσκευές. Η κατάσταση δεν αναμένεται να βελτιωθεί σύντομα. Σύμφωνα με την κινεζική εταιρεία, η ζήτηση για το μέταλλο θα μειώνεται συνεχώς λόγω της αύξησης του μεριδίου των μπαταριών LFP οι οποίες περιέχουν λίθιο, σίδερο και φωσφόρο και όχι κοβάλτιο, στην αγορά των μπαταριών για ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Σύμφωνα με τον Zhou Xing, εκπρόσωπο της εταιρείας, μόνο 31% των μπαταριών ηλεκτρικών αυτοκινήτων που θα κατασκευαστούν στην Κίνα το 2024 θα περιέχει κοβάλτιο, από 44% το 2026.
Ο ίδιος πρόσθεσε πως έχει περάσει η εποχή που το κοβάλτιο ήταν απαραίτητο για τις μπαταρίες ηλεκτρικών αυτοκινήτων και σταδιακά η χρήση του θα μειωθεί ακόμα περισσότερο. Κερδισμένη από αυτό είναι προφανώς η βιομηχανία μπαταριών που χρησιμοποιεί όλο και λιγότερο κοβάλτιο σε πιο χαμηλές τιμές. Έτσι όπως πάνε τα πράγματα, η μόνη περίπτωση να ξαναγίνει ακριβό το κοβάλτιο είναι να μειωθεί η παραγωγή του, κάτι που θα γίνει μόνο αν μειωθεί αντίστοιχα και η παραγωγή χαλκού.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.