Του Ανδρέα Μπελιμπασάκη
Ο 38χρονος Πολ Χόρνερ χτύπησε νευρικά με δύναμη τα χέρια του στο ξύλινο γραφείο και πετάχτηκε από την καρέκλα του φωνάζοντας: «Μα, δεν τους βλέπετε! Ο κόσμος είναι ηλίθιος, ειλικρινά, ο κόσμος είναι ηλίθιος! Κανείς δεν ελέγχει ούτε μία πληροφορία, ό,τι διαβάζουν το μοιράζονται αμέσως. Πώς νομίζετε ότι εκλέχθηκε ο Τραμπ; Τους έλεγε ό,τι ήθελαν να ακούσουν και όταν αποδείχτηκε πως ήταν ψέματα δεν τους ενόχλησε καθόλου, συνέχισαν να το πιστεύουν, είναι τρομακτικό!».
Ο άνθρωπος που χάρισε περισσότερα από 250.000 shares στον Ντόναλντ Τραμπ κατά την προεκλογική περίοδο στις Ηνωμένες Πολιτείες με κατασκευασμένες -εξωφρενικές- «ειδήσεις» μιλάει παθιασμένα και φαίνεται να πιστεύει αυτά που λέει. Η δημοσιογράφος της «Washington Post» ακούει προσεκτικά τον Χόρνερ. Δεν γίνεται να μην πάρεις στα σοβαρά τον άνθρωπο που έπεισε δύο φορές τον παγκόσμιο ιστό ότι είναι ο… Banksy, ο διάσημος Βρετανός καλλιτέχνης γκράφιτι. Είναι Νοέμβριος του 2016. Δέκα μήνες μετά, στις 18 Σεπτεμβρίου, ο Χόρνερ βρέθηκε νεκρός στο πατρικό του σπίτι στο Λαβίν της Αριζόνα, από υπερβολική δόση ναρκωτικών.
Ξυπνάμε το πρωί και πριν ακόμη ανοίξουμε τα μάτια μας και πιούμε καφέ έχουμε μπει στο Facebook ή το Τwitter, σε αυτόν τον ηδονικό κόσμο εικόνων, φίλων, συγγενών, γνωστών, αγνώστων και ατελείωτης πληροφόρησης.
Το διαδίκτυο της εποχής μας είναι χτισμένο πάνω σε μια ταραγμένη θάλασσα. Πολύχρωμο, απολύτως χρήσιμο και αναγκαίο, γοητευτικό, ψυχαγωγικό. Την ίδια στιγμή, είναι σκοτεινό και απρόβλεπτο. Ένας κόσμος στον οποίο κυριαρχούν παραμορφωτικοί φακοί, μισές αλήθειες και άπειρες παραπλανήσεις. To τέλειο δηλαδή εκκολαπτήριο fake news.
Ο όρος fake news (ψευδείς ειδήσεις) είναι κάπως αδόκιμος, αλλά δεν είναι λάθος. Το πρόβλημα είναι ότι περιορίζει δραματικά την ανάλυση της πολυπλοκότητας των πολλών τύπων παραπληροφόρησης. Είναι σίγουρα ανάλαφρος, εύηχος, ενώ δεν υπάρχουν και πολλοί εναλλακτικοί όροι.
Ζούμε σε μια εποχή, που κινείται στα ομιχλώδη όρια μεταξύ ψέματος και αλήθειας. Η φράση «μετα-αλήθεια» (post truth), την οποία το Oxford Dictionary ανακήρυξε «φράση της χρονιάς για το 2016», δίνει μια πρώτη ερμηνεία: «Η μετα-αλήθεια διαμορφώνει συνθήκες κατά τις οποίες τα αντικειμενικά γεγονότα έχουν μικρότερη επιρροή στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης». Η εμφάνιση της λέξης «μετα-αλήθεια» τροφοδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την ενίσχυση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης ως βασικής πηγής ενημέρωσης και την αυξανόμενη καχυποψία απέναντι στα λεγόμενα «συστημικά μέσα».
Η πραγματικότητα όμως είναι ότι μιλάμε για κάτι πολύ περισσότερο: Ενα ολοκληρωμένο οικοσύστημα ψεμάτων και παραπληροφόρησης. Αυτή φράση είναι πιο πλήρης, αλλά, για προφανείς λόγους, ας συνεχίσουμε στην πορεία του ρεπορτάζ να μιλάμε για fake news. Τη σκόπιμη παραχάραξη ειδήσεων δηλαδή, που έχει στόχο το κέρδος, την προπαγάνδα, την πολιτική και οικονομική επιρροή ή ακόμα και την ψυχαγωγία (κοινώς, να σπάσουμε πλάκα).
Τα fake news δεν είναι προϊόν της ψηφιακής εποχής. Υπήρχαν πάντα. Από την Αρχαία Ελλάδα και τον Μεσαίωνα μέχρι την κορύφωση τους, στον 20ό αιώνα και τη σημερινή εποχή. Ειδικά σήμερα, μέσω των κοινωνικών δικτύων, έχει εξαπολυθεί τέτοιας έκτασης επίθεση από αναρίθμητες θεωρίες συνωμοσίας και πλαστά δημοσιεύματα που συχνά οι πραγματικές δημοσιογραφικές και επιστημονικές έρευνες περνούν απαρατήρητες.
Το μυστικό: Τα ψεύτικα προφίλ
Πώς είναι δυνατόν μη επαληθευμένες ειδήσεις να έχουν τόσο μεγάλη απήχηση σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα; Το μυστικό είναι τα bots. Πρόκειται για χιλιάδες ψεύτικα προφίλ, τα οποία αναπαράγουν μια είδηση κάνοντάς την να φαίνεται πολύ πιο δημοφιλής απ'' ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Τα bots προγραμματίζονται ώστε να κοινοποιούν αυτομάτως ένα συγκεκριμένο μήνυμα ή άρθρο. Με τον τρόπο αυτό, τα μέσα μπορεί να ξεγελαστούν από τα bots, καθώς έχει καθιερωθεί η αξιολόγηση των άρθρων σύμφωνα με τον αριθμό των likes ή των tweets. Μια ερευνητική ομάδα με αποφοίτους από κορυφαία πανεπιστήμια του κόσμου υποστηρίζει σε έκθεσή της πως ανακάλυψε περισσότερους από 30 εκατομμύρια λογαριασμούς στο Twitter που αντιστοιχούν σε ψεύτικους χρήστες.
Τα fake news στην ξέφρενη πορεία τους έχουν ισχυρό σύμμαχο, τον λαϊκισμό. Είναι εντυπωσιακό ότι χρησιμοποιούν τους ίδιους ακριβώς μηχανισμούς φιλοσοφίας και μετάδοσης. Δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι η «είδηση» των μουσουλμάνων μεταναστών που τρώνε σκυλιά ή βιάζουν πρόβατα στο κέντρο της Αθήνας εμφανίζεται ελαφρώς παραλλαγμένη σε διάφορα σημεία του πλανήτη. Στη Γερμανία οι Σύροι μετανάστες κατασπαράσσουν πάπιες από ζωολογικό κήπο(!), ενώ στην Αμερική την πλήρωσαν και οι γάτες. Ο έλεγχος της πληροφορίας στα κοινωνικά δίκτυα -τουλάχιστον μέχρι τώρα- είναι πρακτικά ανύπαρκτος και κάθε είδηση, όσο εξωφρενική και αν ακούγεται, μπορεί να φτάσει σε δυνητικά απεριόριστο κοινό. Το κυριότερο όμως είναι ότι όσο τα fake news δεν αντιμετωπίζονται, τα πραγματικά γεγονότα δεν θα φαίνονται σημαντικά. Τι ορίζει λοιπόν την εποχή της «μετα-αλήθειας»; Οι άνθρωποι παρακολουθούν κυρίως τις ειδήσεις που «μιλάνε» στα ενδιαφέροντά τους, στις πεποιθήσεις τους. Πριν όμως και πάνω απ'' όλα, στα συναισθήματά τους. Και τα κυρίαρχα συναισθήματα είναι σήμερα ο φόβος και ο θυμός.
Παγκόσμια έρευνα της Edelman «Τrust Barometer» για τις αιτίες «έκρηξης» των fake news, αλλά και για την τάση των ανθρώπων να αποδέχονται και να προβάλλουν εξωφρενικές ειδήσεις και θεωρίες, επιβεβαιώνει ότι «οι άνθρωποι έχουν κουραστεί από τους ειδικούς και εμπιστεύονται περισσότερο άτομα που τους μοιάζουν, πιστεύουν αυτό που θέλουν ή αυτό που ήδη πιστεύουν».
Οι πολιτικοί, κυρίως, μπορούν πια να δημοσιοποιήσουν ακόμη και τη μεγαλύτερη ανοησία με πλήρη συνείδηση και χωρίς κανένα κόστος ενοχής. Το καλύτερο παράδειγμα είναι η άνεση με την οποία ο Τραμπ πληροφόρησε εκατοντάδες χιλιάδες followers του στο Τwitter ότι ο Ομπάμα γεννήθηκε στην Κένυα. Μια πράξη χωρίς καμία απολύτως επίπτωση. Μπορεί τα αμερικανικά ΜΜΕ στην πλειονότητά τους να επιτέθηκαν στον Τραμπ, αλλά μια τεράστια μάζα συσπειρώθηκε γύρω του. Ο Τραμπ δεν ζήτησε ποτέ συγγνώμη, κάτι απολύτως φυσιολογικό, γιατί ο ίδιος δεν ζει σ'' έναν κόσμο αποδείξεων και ως εκ τούτου είναι υπεράνω του νόμου. Τα fake news και τον λαϊκισμό ελάχιστα απασχολούν οι αποδείξεις.
Κολoνία - Βέλες: Ενα fake news δρόμος
Ο μύθος του «μαύρου βιαστή», που γεννήθηκε στον ρατσιστικό αμερικανικό Νότο στα τέλη του 19ου αιώνα αναβίωσε την Πρωτοχρονιά του 2016 στην Κολονία.
Σύμφωνα με «αυτόπτες μάρτυρες», την παραμονή της Πρωτοχρονιάς στο κέντρο της πόλης στήθηκε ένα πρωτοφανές σκηνικό απειλής, όταν όχλος 1.000 αχαλίνωτων Αφρικανών και Αράβων παρενόχλησε σεξουαλικά, έκλεψε και βίασε ανυπεράσπιστες γυναίκες. Δεκάδες ακροδεξιά περιθωριακά μπλογκ στη Γερμανία με θριαμβευτικές κραυγές αναφέρουν με κάθε λεπτομέρεια την «είδηση» που αποδεικνύει ότι βάρβαροι υπάνθρωποι από τη Συρία και την Αφρική έχουν κατακλύσει τη χώρα και βάζουν χέρι σε λευκές Γερμανίδες. Το θέμα παίρνει διαστάσεις και αναπαράγεται από τις μεγάλες γερμανικές εφημερίδες. Οργανώνονται οι πρώτες διαδηλώσεις κατά της Μέρκελ, την οποία θεωρούν υπεύθυνη γιατί αυτή τους «κουβάλησε» στη Γερμανία. Η επίσημη απάντηση δίνεται λίγες ημέρες αργότερα, από την Εισαγγελία. Υπήρξαν εκατό καταγγελίες στην αστυνομία. Από αυτές, μόνο τρεις για σεξουαλική παρενόχληση. Αρκετές γυναίκες ύστερα από ερωτήσεις αστυνομικών είπαν ότι οι δράστες τις άγγιξαν σωματικά. Δεν υπήρξε κανένα στοιχείο που να δείχνει ότι οι δράστες ήταν πρόσφυγες…
Λίγες μέρες αργότερα, σύμφωνα με τους εισαγγελείς της Φρανκφούρτης, η «Bild» έστησε την «είδηση» για σεξουαλικές επιθέσεις στη Φρανκφούρτη από πρόσφυγες μουσουλμανικής καταγωγής σε γυναίκες την Πρωτοχρονιά του 2016.
Ο συντάκτης της «Bild» παρέθετε μαρτυρίες από αυτόπτες μάρτυρες, οι οποίοι «ομολογούσαν» πως περίπου 50 πρόσφυγες, μουσουλμάνοι, προκάλεσαν το χάος και τον πανικό στη Φρανκφούρτη με τις επιθέσεις τους κατά γυναικών. Οι έρευνες έδειξαν ότι οι καταγγελίες ήταν πλήρως κατασκευασμένες, ενώ οι μάρτυρες ήταν ανύπαρκτοι ή «στημένοι». Η αστυνομία της Φρανκφούρτης επιβεβαίωσε ότι δεν βρέθηκε ούτε ένα πραγματικό τεκμήριο για τα όσα υποτίθεται ότι συνέβησαν. Στην ιστοσελίδα της εφημερίδας δημοσιεύθηκε μια λιτή ανακοίνωση που ανέφερε ότι «η ''''Bild'''' ζητά συγγνώμη για το αναληθές δημοσίευμα και τις κατηγορίες που διατυπώνονταν σε αυτό»…
Βέλες, ΠΓΔΜ. Μια κλασική, αδιάφορη, μολυσμένη βιομηχανική πόλη της πρώην Γιουγκοσλαβίας που στις καλές της εποχές ονομαζόταν «Τίτο Βέλες», προς τιμήν του στρατάρχη Τίτο. Η πόλη ακολούθησε τη μοίρα της πρώην Γιουγκοσλαβίας.
Αποβιομηχανοποίηση, ανεργία στα ύψη, εγκατάλειψη.
Κι όμως, η αδιάφορη αυτή μικρή πόλη είχε συμβολή στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ.
Μια μικρή ομάδα εφήβων, οι περισσότεροι μαθητές της Γ΄ Λυκείου, έστησε μια ιδιότυπη βιομηχανία δημιουργίας ψεύτικων προφίλ στα κοινωνικά δίκτυα που παρήγαγαν και διακινούσαν ψευδείς ειδήσεις που απευθύνονται κυρίως στους οπαδούς του Τραμπ, οι οποίοι φρόντιζαν για την αστραπιαία αναμετάδοσή τους. Εκατοντάδες ιστοσελίδες με έδρα το Βέλες εξαπέλυαν καθημερινά αδιανόητες συκοφαντίες εναντίον της Χίλαρι Κλίντον. Οι έφηβοι χρησιμοποιούσαν καθηγητές ξένων γλωσσών προκειμένου να έχουν άριστα αποτελέσματα στις δημοσιεύσεις τους, ανάλογα με τη χώρα στην οποία απευθύνονταν.
Ένα από τα «άρθρα» ανέφερε ότι «Η αστυνομία της Νέας Υόρκης συλλαμβάνει τη Χίλαρι για κατηγορίες παιδοφιλίας». Το Facebooκ και το Τwitter πήραν φωτιά. Η «είδηση» διαμοιράστηκε σε λίγα εικοσιτετράωρα εκατοντάδες χιλιάδες φορές. Ακολούθησε λίγο αργότερα μια, ακόμη πιο παλαβή «είδηση», που κόντεψε να γκρεμίσει το Facebook από τις αναπαραγωγές: «Η Μισέλ Ομπάμα είναι άντρας»!
Ξαφνικά οι καφετέριες του Βέλες γέμισαν με καινούργιες BMW που οδηγούσαν 18χρονοι. Έφηβος από το Βέλες που διαχειρίζεται μια τέτοια ιστοσελίδα έδειξε σε δημοσιογράφο της «Guardian» ότι από το Google AdSense (διαφημίσεις) έλαβε για τον Νοέμβριο του 2016, 7.500 ευρώ, σε μια χώρα που ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι περίπου 350 ευρώ. «Όταν είδαν πόσα βγάζω, πολλοί συνομήλικοί μου έκαναν το ίδιο, με αντέγραψαν. Απλώς θέλουν να κερδίσουν χρήματα από τα δίκτυα διαφημίσεων».
Ο διαχειριστής μιας ιστοσελίδας στο Βέλες λέει ότι δεν είναι και δύσκολο να γίνει γνωστό το site του.
«Μπορώ να πάρω ένα πολύ γνωστό όνομα, όπως για παράδειγμα το ''''ZDF'''' (όνομα της γερμανικής δημόσιας τηλεόρασης) και να καταχωρίσω έναν νέο διαδικτυακό τόπο με την ονομασία ''''ZDFpolitik.com''''. Και από το πουθενά θα αποκτήσω αναγνώστες».
Με αυτή τη μεθοδολογία γεννήθηκαν σε λίγα 24ωρα το WorldPoliticus, το USAPoliticsToday, το USAnewsflash.com, το USConservativeToday, το TrumpVision365.com και εκατοντάδες άλλα sites. Όταν το Facebook και η Google προσπάθησαν να αντιδράσουν και να «κατεβάσουν» τις σελίδες, ήταν αργά. Ο Τραμπ είχε εκλεγεί πανηγυρικά στην εποχή της «μετα-αλήθειας».
Μιας και φτάσαμε στα μέρη μας, ας πάμε λίγο παρακάτω.
Fake news made in Greece
Αθήνα, Μάιος 2011. Οι Ισπανοί «Αγανακτισμένοι», όπως έχει ονομαστεί το κίνημα της 15ης Μαΐου, παραμένουν εδώ και μέρες στην πλατεία Πουέρτα ντελ Σολ της Μαδρίτης, στις πιο δυναμικές διαδηλώσεις των τελευταίων χρόνων. Ξαφνικά, ένα τεράστιο πανό που κρατούν διαδηλωτές καταφτάνει στη πλατεία: «Σσσσσς… Κάντε ησυχία, μην ξυπνήσουμε τους Έλληνες». Οι Ισπανοί συγκεντρωμένοι χλευάζουν την ελληνική απάθεια απέναντι στην κρίση και τα μνημόνια. Το «ελληνικό» διαδίκτυο εξοργίζεται. Την είδηση μεταφέρει ένα μικρό μπλογκ επικαλούμενο «Έλληνα διαδηλωτή» στην Πουέρτα ντελ Σολ. Ακολουθούν μεγαλύτερα μπλογκ και αργότερα μεγάλες ιστοσελίδες. Το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο Νίκος Ευαγγελάτος το επιλέγει πρώτο θέμα στο δελτίο ειδήσεων. Απολύτως φυσιολογικό. Η είδηση είναι απίστευτα «πιασάρικη». Οι «αγανακτισμένοι» Ισπανοί κάνουν πλάκα στους άνετους Έλληνες για την απραξία και την απάθειά τους, απέναντι στα σκληρά φορολογικά μέτρα που αποφάσισε η κυβέρνηση. Στο Facebook μέσα σε λίγες ώρες δημιουργούνται σελίδες που καλούν τους Έλληνες να βγουν στους δρόμους για να μην… ξεφτιλιστούμε στους Ισπανούς. Χιλιάδες ανταποκρίνονται. Μια σελίδα (που αργότερα αποκαλύφθηκε ότι έστησε 15χρονος) έχει 200.000 followers. Σε λίγες μέρες, όλες οι πλατείες γεμίζουν οργισμένο κόσμο. Οι Έλληνες «αγανακτισμένοι» είναι γεγονός.
Στην κοσμογονία των ημερών ξεχάστηκε το ισπανικό προσβλητικό σύνθημα. Όχι ακριβώς από όλους. Ένας (ναι, μόνο ένας) δημοσιογράφος της «Ελευθεροτυπίας» και ένα μικρό ειδησεογραφικό μπλογκ έψαξαν το περίφημο βίντεο με το πανό των Ισπανών. Δεν βρήκαν τίποτα. Έψαξαν παντού. Έκαναν αναζήτηση στα ισπανικά με τη φράση «Hacer la paz no despertar a los griegos». Τίποτα. Nada! Κοινώς την πατήσαμε. Μια ιστορία κατασκευασμένη και ψεύτικη πριν γίνει γνωστός και επιβληθεί ο όρος fake news. Οι Ισπανοί διαδηλωτές ποτέ δεν κράτησαν πανό που έγραφε ««Σσσσσς… Κάντε ησυχία μην ξυπνήσουμε τους Έλληνες»…
Η ιστορία της προπαγάνδας και των fake news στην Ελλάδα -το βρήκατε- γεμίζει εγκυκλοπαίδειες. Καθόλου παράξενο στη χώρα όπου κυριάρχησε ο «αυριανισμός» σε όλη την πορεία της μεταπολίτευσης.
Ειδικώς στο διαδίκτυο, χιλιάδες συμπολίτες μας δεν έχουν αφήσει τίποτα όρθιο. Μεγάλη προτίμηση -μια ενδιαφέρουσα ιδιαιτερότητα- του ελληνικού Facebook, η ιατρική και η φαρμακολογία. Διόλου παράξενο εάν αναλογισθούμε ότι ένα από τα μεγαλύτερα ελληνικά fake news όλων των εποχών ήταν τα «νερό του Καματερού» και η «φραπελιά». Το βλέπετε και στις προσωπικές σας σελίδες στα κοινωνικά δίκτυα. Κυκλοφορούν πολλά φάρμακα δια πάσαν νόσον… «Τι μας κρύβουν για τον καρκίνο», «Έλληνας ανακάλυψε το φάρμακο για τον καρκίνο», «Μην τρώτε αυτές τις τροφές, είναι καρκινογόνες» κ.λπ. Πρόσφατα, για πρώτη φορά στην Ελλάδα καταδικάστηκε ιδιοκτήτης ιστοσελίδας στη Βέροια για διασπορά ψευδών ειδήσεων μέσω του διαδικτύου. Συγκεκριμένα, καταδικάστηκε για τη δημοσίευση άρθρου με τίτλο: «ΣΟΚ: Δείτε πώς οι εταιρείες εξαπλώνουν τον καρκίνο μέσω εμβολίων». Το δικαστήριο καταδίκασε τον κατηγορούμενο σε ποινή φυλάκισης 6 μηνών, με αναστολή τριών ετών, και χρηματικό πρόστιμο 500 ευρώ. Η «είδηση» αφορούσε την ιστορία της «μικρής Μαιρούλας», η οποία έκανε το εμβόλιο MMR και παρουσίασε όγκο στον εγκέφαλο.
Ένα από τα διάσημα fake news στην Ελλάδα τον καιρό της κρίσης ήταν τα παιδιά που «λιποθυμούσαν από ασιτία». Όλως παραδόξως, η ασιτία έληξε το 2015. Προφανώς δεν αναφερόμαστε στη φτώχεια ή στην ελλιπή και κακή σίτιση των παιδιών, που είναι πραγματικότητα στην Ελλάδα της κρίσης. Η «είδηση» έλεγε ότι πολλά παιδιά σωριάστηκαν λιπόθυμα στις σχολικές αίθουσες επειδή δεν είχαν φάει για μέρες. Μια «είδηση» που αναπαράχθηκε από όλους τους μεγάλους τηλεοπτικούς σταθμούς.
*Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος», την Τετάρτη 22 Νοεμβρίου, αρ. φύλλου 3.