Αυτή την στιγμή, το μεροκάματο που πληρώνεται στην Κρήτη για το μάζεμα της ελιάς είναι 60 ευρώ. Γι' αυτόν που δουλεύει το μηχανάκι που ρίχνει τις ελιές, ανεβαίνει στα 80 ευρώ. Ο μαζωχτής βγάζει 2.400 ευρώ τον μήνα, σε τέσσερις μήνες βγάζει 9.600 ευρώ. Αν κάποιοι δεν θέλουν να κάνουν μεροκάματα, μπορούν να φτιάξουν ένα συνεργείο τριών-τεσσάρων ατόμων, θα βρουν όσες ελιές θέλουν να πάρουν ως μισιακές και στο τέλος της σεζόν θα έχουν στην τσέπη από 20.000 ευρώ έκαστος.
Στην Αθήνα, ο συνηθισμένος υπάλληλος των 800 ευρώ, χρειάζεται δυο χρόνια δουλειάς για βγάλει 20.000. Κι όμως, κάτω στο νησί οι ελαιοπαραγωγοί βρίσκονται σε απόγνωση. Ψάχνουν μεμονωμένους εργάτες ή συνεργεία, αλλά δεν βρίσκουν. Πολλές ρίζες θα μείνουν αμάζωχτες, διότι ο ιδιοκτήτης τους δεν θα καταφέρει να βρει εργάτες να τις κατεβάσουν απ’ τα δέντρα. Αυτή είναι η κατάσταση.
Σκληρή δουλειά, θα πείτε. Σύμφωνοι, σκληρή είναι, στο χωράφι, στο κρύο, στην βροχή, στις υγρασίες, σε επικλινή εδάφη, ανέβα-κατέβα τις σκάλες, δεν είναι και από τις ευκολότερες. Αλλά ούτε η οικοδομή είναι εύκολη, ούτε το φόρτωμα-ξεφόρτωμα φορτηγών, ούτε η καθαριότητα στους δήμους, ούτε οποιαδήποτε άλλη χειρωνακτική εργασία και μάλιστα έξω. Πλην κι αυτοί που θα κατέβουν στο λιόφυτο δεν έχουν φάει δα και τα νιάτα τους μέσα στα βιβλία, ούτε σάρωσαν τα πτυχία και τα μεταπτυχιακά.
Χειρώνακτες είναι. Δεν εξετάζω γιατί, πάντως αυτό είναι. Κι έτσι πρέπει να βγάλουν το ψωμί τους. Το γράφω αυτό, για να μην ακούσω το κλασικό «γιατί δεν πας εσύ να ραβδίζεις ελαιόδεντρα, αλλά μέμφεσαι τους άλλους;» Εγώ ανέπτυξα κάποιες δεξιότητες και βρήκα άλλον τρόπο να ζω, εκείνοι που δεν ανέπτυξαν και δεν βρήκαν, τι πρέπει να κάνουν δηλαδή; Να μην δουλέψουν; Να κάτσουν στο σπίτι περιμένοντας το κρατικό επίδομα; Να ζουν με την σύνταξη της γιαγιάς, κατακεραυνώνοντας την άτιμη κοινωνία και το ταξικό σύστημα που τους αδίκησε σε τούτη την μπαμπέσα την ζωή;
Ειλικρινά δεν το καταλαβαίνω. Εγώ βγάζω το καπέλο σε κείνον που πάει να δουλέψει και εξοργίζεται διότι η δουλειά του πληρώνεται λιγότερο απ’ όσο πραγματικά αξίζει, αλλά θεωρώ τεμπέλη αυτόν που κάθεται στην καφετέρια και δηλώνει προκαταβολικά ότι δεν σκοπεύει να γίνει θύμα εντατικοποίησης της δουλειάς και εκμετάλλευσης. Αυτός απλώς δεν είναι μαθημένος να δουλεύει και δεν πρόκειται να δουλέψει ποτέ, όσα κι αν του δώσουν.
Και κάτι άλλο. Αφού οι δικοί μας δεν πάνε στο λιόφυτο ή στα μήλα ή στο βερίκοκο ή στην φράουλα, γιατί δεν υποβοηθούν και δεν οδηγούν τους μετανάστες να κάνουν αυτές τις δουλειές; Θεωρώ πανηλίθιο ένα κράτος που έχει ανενεργό εργατικό δυναμικό και αντί να το αξιοποιήσει (προς όφελος των Ελλήνων αλλά και των ίδιων των μεταναστών) τους έχει να κάθονται και να ταΐζονται δωρεάν. Στο αυριανό σημείωμα θα γράψω γι αυτό.