Η είδηση της αθώωσης του κ. Γεωργίου της ΕΛΣΤΑΤ, δικαίως μονοπώλησε το ενδιαφέρον των έντιμων αναγνωστών και των πολιτών σε ολόκληρη τη χώρα. Όλοι θυμούνται τη στοχοποίησή του από τον εσμό του «αντιμνημονιακού αγώνα», τις υστερικές κραυγές του ερυθρομέλανου όχλου στις πλατείες της «αγανάκτησης», τους φετφάδες των ηγητόρων και των ηγεριών στα τηλεοπτικά, λαϊκά δικαστήρια, εκείνης της εποχής. Ταλαιπωρήθηκε ο άνθρωπος για πάνω από μία δεκαετία, πηγαίνοντας από αθώωση σε αθώωση, στις διάφορες βαθμίδες της ελληνικής δικαιοσύνης.
Εκείνο που εντυπωσιάζει στη χθεσινή απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του ανθρώπου, είναι το συμπέρασμα των δικαστών πως δεν εδόθη στον κατηγορούμενο η ευκαιρία για μία δίκαιη δίκη. Συγκλονιστική διαπίστωση, αν αναλογιστεί κανείς πως η συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, ευαγγελιζόταν την αποκατάσταση των θεσμών και την προστασία των δικαιωμάτων των πολιτών.
Στη συνέχεια, βέβαια, διαπιστώνουμε πως απλά αυτές οι δηλώσεις ήταν προπέτασμα καπνού και πως στόχος της ανίερης και παρά φύση αυτής συνεργασίας, ήταν η εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος, ανάλογο του οποίου βλέπουμε στους αγαπημένους διεθνούς εταίρους του ΣΥΡΙΖΑ στις χώρες της Λατινικής Αμερικής ή στον εξομολογημένο έρωτα των ΑΝΕΛ προς τον δικτάτορα Πούτιν.
Στην προσπάθειά τους να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας, οι δύο εταίροι στοχοποίησαν τον κ. Γεωργίου, κατηγορώντας τον ως υπεύθυνο για τη χρεοκοπία της χώρας και την υπογραφή των μνημονίων. Στην ερώτηση: Η κρίση έφερε τα μνημόνια ή τα μνημόνια την κρίση, απαντούσαν πως τα μνημόνια ήταν η αρχή του κακού. Ράβδος στη γωνία, άρα βρέχει.
Οι απηνείς διώξεις και ο διασυρμός αυτού του ανθρώπου, θα πρέπει να διδάσκεται στα μαθήματα Πολιτικής Επιστήμης και Φιλοσοφίας της χώρας, ως παράδειγμα δολοφονίας χαρακτήρα αλλά και δίωξης για πολιτικούς λόγους. Η περίπτωση του κ. Γεωργίου έχει μοναδικά, χαρακτηριστικά καθεστωτικής δίωξης, τα οποία θα πρέπει να προβληματίσουν τόσο την πολιτική τάξη, όσο και τους έντιμους πολίτες αυτής της χώρας και να θωρακίσουν το πολίτευμα, ώστε να μην επαναληφθούν τέτοια εκφυλιστικά φαινόμενα.
Για λόγους στενής κομματικής προπαγάνδας, η φωτογραφία του κ. Γεωργίου κυκλοφορούσε, ώστε ο όχλος να δει προσωποποιημένο τον εχθρό του. Με μεθόδους ανέντιμες και παρακρατικές, συγκέντρωσε τα πυρά αμοραλιστών πολιτικών, οι οποίοι θεωρούσαν πως το πολιτικό του «πτώμα» είναι το σκαλοπάτι που θα τους οδηγήσει στην εξουσία.
Η καφκικού χαρακτήρα περιπέτεια του κ. Γεωργίου, είναι μία ακόμη απόδειξη πως οι δυνάμεις του κεκρυμμένου ολοκληρωτισμού στη χώρα μας, δεν διστάζουν να μεταχειριστούν τους ανθρώπους ως «εργαλεία» για την επίτευξη των άνομων στόχων τους. Το κακό είναι πως βρέθηκαν και ορισμένοι λειτουργοί της δικαιοσύνης, οι οποίοι ηθελημένα ή άθελά τους, μετατράπηκαν και αυτοί με τη σειρά τους, σε εργαλεία «απονομής ταξικής δικαιοσύνης». Η πρόσφατη δικαστική ετυμηγορία για το παραδικαστικό κύκλωμα του Ρασπούτιν, έρχεται να επιβεβαιώσει την πικρή, για τη Δημοκρατία, διαπίστωση.
Η μη παροχή στον κατηγορούμενο της δυνατότητας μίας δίκαιης δίκης, απαντάται σε καθεστώτα, όπου η δικαιοσύνη ελέγχεται πλήρως από το καθεστώς. Μόνο εκεί ο κατηγορούμενος στερείται της βασικής κατάκτησης του δυτικού πολιτισμού και είναι έρμαιο των διαθέσεων εξωδικαστικών κύκλων.
Ο κ. Γεωργίου, όμως, έδωσε με τη στάση του και τη συμπεριφορά του, ένα μεγάλο και πολύτιμο μάθημα στην ελληνική κοινωνία. Πάλεψε με όλα τα μέσα που του παρέχει το ευρωπαϊκό σύστημα απονομής της δικαιοσύνης για να δικαιωθεί από την κατηγορία «παράβαση καθήκοντος» που του είχε καταλογιστεί.
Και αυτό, έρχεται σε αντίθεση με τη στάση κάποιων άλλων και συγκεκριμένα των πρώην διωκτών του, οι οποίοι καταδικάστηκαν τελεσιδίκως για το ίδιο παράπτωμα, το οποίο αν και ατιμωτικό για δημόσιο λειτουργό, το παρουσιάζουν σχεδόν ως πράξη αντίστασης. Αντίστασης σε ποιον; Στο δημοκρατικό καθεστώς που τους παρείχε όλες τις εγγυήσεις μιας δίκαιης δίκης; Αν είναι έτσι, τότε ξεκαθαρίζουν ακόμη περισσότερο τα πράγματα.