Ώπα, κάπου, ώπα. Basta. Αρκετά. Όλα έχουν ένα όριο, ακόμη και το πιο τραβηγμένο, αλλά παραμένει όριο που δεν το ξεπερνάμε.
Κι αν έχεις απορία, αναγνώστη, σε τι αναφέρομαι, σου θυμίζω την αντίδραση του Κασσελάκη στο τελευταίο βίντεο του πρωθυπουργού, τον οποίο χαρακτήρισε «σαν τον θείο που λέει: θα καθίσω με τη νεολαία».
Δεν λέω, τέτοιες εκφράσεις είναι καλές στο στενό κύκλο φίλων ή συγγενών που τελούν σε κατάσταση ευθυμίας. Επ’ ουδενί, όμως, δεν μπορούν να χρησιμοποιούνται με επιπολαιότητα και ελαφρότητα στον δημόσιο, πολιτικό διάλογο. Γιατί, πολύ απλά, όχι μόνο τον υποβαθμίζουν, αλλά τον καταρρακώνουν.
Αναρωτιέμαι, ευλόγως, αυτός ο άνθρωπος δεν έχει κανέναν σοβαρό δίπλα του να τον συμβουλεύει, να του υποδεικνύει, τέλος πάντων, πώς μιλάμε δημόσια, πως ότι λέμε μεταξύ μας αστειευόμενοι, δεν το πετάμε απροειδοποίητα στη γύρα μέσω αναρτήσεων σε σελίδες κοινωνικής δικτύωσης.
Έτσι, πιστεύει πως θα κερδίσει τον Μητσοτάκη, όπως μας έλεγε στις απαρχές τις μετεωρικής του πορείας προς την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ; Πλανάται πλάνην οικτρά και θα καταβάλει στο ακέραιο το τίμημα της επιπολαιότητάς του.
Στον ΣΥΡΙΖΑ έχουν σοβαρό πρόβλημα, είτε το αντιλαμβάνονται και το κατανοούν είτε όχι. Εδώ και μήνες, από το καλοκαίρι συγκεκριμένα, το κόμμα αυτό δεν εκπέμπει πολιτικό λόγο και αναλώνεται σε ατάκες πιασάρικες, προκειμένου να κερδίσει κάποια δευτερόλεπτα στα βραδινά, τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και, φυσικά, να δώσει τροφή και φτηνό περιεχόμενο σε μεσημεριανές και απογευματινές τηλεοπτικές εκπομπές που ειδικεύονται στην ευτέλεια. Μόνο που έτσι, το καραβάνι δεν πρόκειται να πάει μακριά και, το κυριότερο, δεν υπάρχουν πια σκυλιά για να γαβγίζουν.
Αν αυτό είναι το καλύτερο που μπορούν να κάνουν, τότε ας το κλείσουν το μαγαζί κι ας πουν με ειλικρίνεια στα μέλη, στους φίλους και στους οπαδούς πως ξέμειναν από ιδέες, από πολιτικές προτάσεις και από προοπτικές.
Συνεχίζοντας, όμως, το ίδιο βιολί, το μόνο που καταφέρνουν, είναι να ευτελίζουν τον δημόσιο, πολιτικό διάλογο και να αυτοεξευτελίζονται στα μάτια φίλων και αντιπάλων.
Όσες διαφωνίες, - πολιτικές, ηθικές, αισθητικές,- κι αν έχει κάποιος με αυτό το κόμμα, το σίγουρο είναι πως δεν του αξίζει αυτή η κατάληξη. Υπό άλλες συνθήκες και με άλλα μυαλά, θα μπορούσε να συνεισφέρει έστω και με αυτή την παλιομοδίτικη και ξεπερασμένη, αριστερή κριτική του. Επιλέγει να μην το κάνει, για λόγους που αυτή τη στιγμή φαίνονται ακατανόητοι. Ίσως, στα μυαλά κάποιων να υπάρχει ένα άλλο σχέδιο, άλλες προσδοκίες ή ελπίδες. Προς το παρόν δεν διαφαίνεται κάτι τέτοιο και η κύρια αιτία είναι η απουσία μίας οποιασδήποτε πολιτικής πρότασης.
Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι αυτοί που έφυγαν κι έφτιαξαν άλλη, ανταγωνιστική, κοινοβουλευτική ομάδα. Αυτοί έφυγαν, πάει, τελείωσε αυτό το επεισόδιο του δράματος. Το πρόβλημα του κόμματος αυτού, είναι εκείνοι που έμειναν, οι οποίοι δείχνουν,- δημόσια τουλάχιστον,- να μην αντιλαμβάνονται πως τα πράγματα πηγαίνουν παρακάτω. Η κυβέρνηση αναλαμβάνει τη μία πρωτοβουλία μετά την άλλη, τόσο στο εσωτερικό, όσο και στο εξωτερικό στερώντας από τον ΣΥΡΙΖΑ ζωτικό χώρο για την ίδια του την ύπαρξη. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης, - ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ,- απλά περιμένουν για να εισπράξουν την αποδοχή των δυσαρεστημένων ψηφοφόρων του πάλαι ποτέ κραταιού ΣΥΡΙΖΑ.
Αντί λοιπόν, να κάτσουν και να σκεφτούν πως θα αντιπολιτευτούν την κυβέρνηση και να ανταγωνιστούν τους άλλους διεκδικητές της πρωτοκαθεδρίας στην αντιπολίτευση, αναλώνονται σε μικροπολιτικές διαρροές, σε καρφώματα και προσβολές εναντίον των πρώην συντρόφων τους, αλλά και γυμνασιακά, φτηνά αστεία κατά του πρωθυπουργού, νομίζοντας πως έτσι θα τον πλήξουν.
Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ ισχύει στο ακέραιο η παροιμία: δεν είναι στραβός ο γιαλός, εμείς απλά στραβά αρμενίζουμε.
Και θα συνεχίσει να αρμενίζει στραβά, αφού αποφάσισε να δώσει το τιμόνι του κομματικού σκάφους σε έναν άνθρωπο, ο οποίος το μόνο που γνώριζε από την κομματική θάλασσα και τις φουρτούνες της, ήταν τα καραβάκια με τα οποία έπαιζε μικρός στην μπανιέρα την ώρα που τον έλουζε η μητέρα του.