Δύο γεγονότα τράβηξαν την προσοχή μου από την καθημερινή ειδησεογραφία, ανόμοια και άνισα μεταξύ τους, τα οποία παρόλα αυτά έχουν κάτι κοινό.
Το πρώτο έχει να κάνει με μία κοπέλα, η οποία είχε καταγγείλει πως βιάστηκε και χθες η εισαγγελία την παρέπεμψε για σωρεία αδικημάτων, μεταξύ δε αυτών και κακουργήματα.
Το δεύτερο αναφέρεται στους φρικτούς ομαδικούς βιασμούς, βασανιστήρια και εν ψυχρώ εκτελέσεις ισραηλινών γυναικών από τα τέρατα της ισλαμοφασιστικής ΧΑΜΑΣ την 7η Οκτωβρίου. Οι μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων προκαλούν φρίκη στον αναγνώστη, ενώ τις εκθέσεις των ιατροδικαστών είναι αδύνατο να τις διαβάσει άνθρωπος χωρίς να δακρύσει. Δεν μιλάμε για έναν ή δύο ομαδικούς βιασμούς, αλλά για εκατοντάδες βεβηλώσεις του ανθρώπινου σώματος και απάνθρωπες, άνανδρες δολοφονίες με μία σφαίρα στο σβέρκο.
Για το πρώτο περιστατικό είχε ξεσηκωθεί το «κίνημα» διατρανώνοντας πως κάθε πλούσιος είναι βιαστής και πως το ίδιο ισχύει για κάθε άνδρα. «Συλλογικότητες» πολιόρκησαν καταστήματα και δημόσιους οργανισμούς, έκαναν θορυβώδεις διαδηλώσεις διαταράσσοντας την κοινωνική ζωή και απείλησαν με εκδίκηση. Ενδεικτικό του τρόπου σκέψης των ανωτέρω, οι οποίοι θεωρούν ένοχη τη φαντασιακή τους πατριαρχία, είναι η απόδοσή συλλογικής ευθύνης στο αντρικό φύλο, όχι μόνο της υποτιθέμενης και μηδέποτε αποδειχθείσας πράξης, αλλά και όλων των πληγών του Φαραώ. Η συλλογική ευθύνη, είναι η βαθιά απάνθρωπη κληρονομιά που μας άφησαν οι ολοκληρωτισμοί του 20ού αιώνα με τις εκατόμβες αθώων θυμάτων.
Για το δεύτερο περιστατικό, καταγράφω για την ιστορία πως δεν υπήρξε καμία αντίδραση ούτε από το λεγόμενο «φεμινιστικό κίνημα» της εποχής μας, το οποίο μάλλον μαζεύει τα πρώτα χόρτα που ξεπρόβαλλαν μετά τις πρόσφατες βροχές ή έστω συνεδριάζει για να αποφασίσει αν θα κατέβει με αυτόνομο μπλοκ στην πορεία για την επέτειο του Πολυτεχνείου. Εξίσου σιωπηλοί παραμένουν και όλοι εκείνοι που βρήκαν μεν τις λέξεις για να καταδικάσουν το Ισραήλ που αμύνεται και πολεμάει για το δικαίωμά του στην ύπαρξη, αλλά ελαφρά τη καρδία, χαρακτήρισαν τις αποτρόπαιες πράξεις των τρομοκρατών της ΧΑΜΑΣ ως «ακρότητες».
Πριν πολλά χρόνια με απασχολούσε σοβαρά η επιλεκτική μνήμη και κρίση, ο ηθικός σχετικισμός, όλων εκείνων που αυτοπροσδορίζονται ως «προοδευτικοί» και τάσσονταν με κάθε ευκαιρία με τον «άνθρωπο».
Σταμάτησα να το κάνω, γιατί κατάλαβα πως αυτά τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά για την εξαγωγή αξιολογικών και, κυρίως, ηθικών κρίσεων, είναι πολύ βολική σε συνειδησιακό επίπεδο. Καταδικάζοντας διαρρήδην αυτό που θεωρούν ως κακό, νίπτουν τας χείρας τους, απαλλασσόμενοι από το ηθικό καθήκον να στοχαστούν πάνω σε διάφορες εκφάνσεις του κακού. Δεν τους ενδιαφέρει ο ηθικός επιμερισμός και η απαξία του κακού καθεαυτού, αλλά μόνο όσα τους βολεύουν για να δικαιολογήσουν την μονομερή και ηθικώς ελέγξιμη κρίση τους. Προτιμούν να κλείσουν τα μάτια απέναντι σε ένα πασιφανές έγκλημα, αν αυτό δεν ταιριάζει με την εικόνα που έχουν στο μυαλό τους για την πραγματικότητα και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει αυτή να αλλάξει προς μία συγκεκριμένη, εγκεκριμένη από το ιδεολογικό ιερατείο κατεύθυνση. Με αυτό τον τρόπο αποφεύγουν, αφενός τις τύψεις και, αφετέρου νιώθουν ικανοποιημένοι, αφού τάσσονται με το «Καλό», όπως το εννοούν.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο, απαλλάσσουν εαυτόν από την ηθική ευθύνη, η οποία δεν είναι ala carte, μα προϋποθέτει διαρκή αναζήτηση της αλήθειας (που κάθε άλλο παρά δεδομένη είναι στον σύγχρονο, πολύπλοκο κόσμο). Θα μπορούσε κανείς, μάλιστα, να πει πως αυτή η συμπεριφορά αποκαλύπτει την πνευματική ραθυμία και την ηθική ελαστικότητα, προκειμένου να μη διαταραχτεί η nirvana του, ούτως ειπείν, πνευματικού, δυτικού ανθρώπου, βολεμένου σε έναν ασπρόμαυρο μικρόκοσμο.
Η μονομερής ή η λεγόμενη ουδέτερη ηθική είναι το εκκολαπτήριο της ανηθικότητας, της στρεβλής, βολικής εφαρμογής των γραπτών και άγραφων νόμων που διέπουν διαχρονικά την κοινωνική συμβίωση και προστατεύουν την ισορροπία μέσα στο σύνολο. Διαφορετικά, όπως λέει η Ayn Rand «υπάρχουν δύο πλευρές σε κάθε ζήτημα. Η μια πλευρά είναι η σωστή, η άλλη είναι λάθος, αλλά η μεσαία πάντα ανήθικη».