Δεν το κρύβω, πόσο το ψάχνω, ρωτάω και μαθαίνω, η έννοια της συμπερίληψης με γοητεύει ολοένα και πιο πολύ. Είναι μία αξιέπαινη προσπάθεια της ανοιχτής κοινωνίας να μην αφήσει αβοήθητους εκείνους που κινδυνεύουν από την περιθωριοποίηση και υφίστανται δεινά που δεν αξίζουν σε κανέναν άνθρωπο.
Εννοείται, πως η έννοια της συμπερίληψης δεν αφορά μόνο και αποκλειστικά τα μέλη της κοινότητας LGBT+, όπως ισχυρίζονται πολλοί. Άσχετα από το γεγονός πως πολλοί ακραίοι ακτιβιστές αυτής της κοινότητας προσπαθούν να την καπελώσουν, προβάλλοντας «συντεχνιακά αιτήματα» και κάνοντας υπερβολικό και αδικαιολόγητο θόρυβο, προκαλούν τη σχετική αντίδραση. Αυτό, όμως, είναι ένα θέμα και δεν θα μακρηγορήσω επ’ αυτού στο σημερινό σημείωμα.
Τελευταία, το βλέμμα μου έπεσε –ίσως και λόγω της προσωπικής μου περιπέτειας– σε μία ομάδα συνανθρώπων μας μεγάλης ηλικίας που δεν έχουν ούτε δυνάμεις, ούτε αντοχές και έτσι η φωνή τους δεν ακούγεται.
Πολλές οικογένειες, η κάθε μία για δικούς της λόγους, παραδίδει τη φροντίδα των ηλικιωμένων συγγενών της σε εξειδικευμένα ιδρύματα. Κάποια από αυτά ανταποκρίνονται στις σύγχρονες απαιτήσεις, κάποια άλλα όχι και αυτό είναι δουλειά της πολιτείας να το ελέγξει και να τιμωρήσει τους παραβάτες. Το κάνει; Δεν το γνωρίζω.
Ποιοι είναι αυτοί οι απόμαχοι της ζωής; Άνθρωποι, οι οποίοι σε όλη τους τη ζωή εργάζονταν και πρόσφεραν στα παιδιά και τις οικογένειές τους. Στο γέρμα της ζωής, βρίσκονται μακριά τους, άλλοτε για λογικούς και δικαιολογημένους λόγους, π.χ. σπάνια ασθένεια που χρειάζεται ειδική περίθαλψη κι άλλοτε, γιατί απλά ο σύγχρονος τρόπος ζωής με τις ιλιγγιώδεις ταχύτητες που τρέχει τους μετατρέπει σε βάρος των οικογενειών και των συγγενών τους.
Για τους ανθρώπους αυτούς, όμως, εκείνο που μετράει πιο πολύ είναι η απώλεια της επαφής με την οικογένεια και τους φίλους. Αυτό αφήνει μία πίκρα στην καρδιά που συσσωρεύεται προϊόντος του χρόνου και πολλοί φεύγουν πικραμένοι από τον εφήμερο και μάταιο τούτο κόσμο.
Σε αυτούς τους ανθρώπους έπεσε το βλέμμα μου το τελευταίο διάστημα και δεν το κρύβω πως αισθήματα συμπόνιας πλημμύρισαν την ψυχή μου. Δεν ξέρω, δεν είμαι ειδικός για να προτείνω κάτι, μα η πολιτεία αρχικά και οι οικογένειες στη συνέχεια, θα πρέπει να σκύψουν πάνω από αυτό το πρόβλημα. Ίσως υιοθετώντας βέλτιστες πρακτικές προηγμένων κρατών που αξιοποιούν τη γενναιόδωρη προσφορά εθελοντών, προκειμένου να μετριαστεί η αφόρητα σκληρή αίσθηση της απώλειας που βιώνουν αυτοί οι άνθρωποι.
Γιατί ποτέ δεν πρέπει να ξεχνάμε την παροιμία: εκεί που είσαι ήμουνα κι εδώ που είμαι θα έρθεις. Και να ξέρετε πως αυτή η παροιμία επιβεβαιώνεται διαρκώς καθημερινά και γύρω μας.