Μία κοινωνία εξελίσσεται και προοδεύει, όταν έχει το θάρρος και το κουράγιο να κοιτάζει κατάματα την πραγματικότητα και να μην κρύβει τα προβλήματα κάτω από το χαλί στο καθιστικό της. Και ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα, από συστάσεως του νέου ελληνικού κράτους, ακούει στο όνομα Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Ας το παραδεχτούμε, στο ζήτημα αυτό, όσο κι αν προσπαθήσουμε, δεν θα βρούμε πολλά για να είμαστε όχι περήφανοι, αλλά στοιχειωδώς ευχαριστημένοι. Στο πεδίο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης - όπως και σε εκείνον την Παιδείας - έχουν γίνει οι περισσότεροι και μεγαλύτεροι πειραματισμοί, με πενιχρά αποτελέσματα και διαρκή γκρίνια των πολιτών.
Ο «Καλλικράτης» ως ιδέα, ίσως να ήταν καλή στην εποχή της. Ως εφαρμογή, όμως, δημιούργησε περισσότερα προβλήματα, από εκείνα που κλήθηκε να λύσει. Αυτή είναι μία παραδοχή την οποία πρέπει να κάνουμε, κρίνοντας όχι την ίδια την ιδέα, αλλά των αποτελεσμάτων της εφαρμογής της.
Η δημιουργία περιφερειών και δήμων θηριωδών γεωγραφικών διαστάσεων, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε τη σημερινή τερατογονία, όπου οι δημοτικοί και περιφερειακοί άρχοντες, είναι ζήτημα αν προλαβαίνουν κατά τη διάρκεια της θητείας τους να μάθουν την περιοχή και τα προβλήματά της.
Το πρόβλημα επιτείνεται όταν για τις θέσεις αυτές διαγκωνίζονται διάφοροι τοπικοί παράγοντες, οι οποίοι έχουν ελάχιστη έως καθόλου γνώση και εμπειρία των συστημάτων διοίκησης τόσο μεγάλων οργανισμών. Συνήθως, αποτελούν τους εκλεκτούς τοπικών φατριών, οι οποίες έχουν ένα και μοναδικό στόχο, την εξυπηρέτηση των στενών, τοπικών δικτύων και των συμφερόντων τους.
Η συνένωση διαφόρων περιοχών με καθαρά γεωγραφικό κριτήριο, προκάλεσε πολλές δυσλειτουργίες και, κυρίως, αντιπαλότητες, μεταξύ των διαφόρων κοινοτήτων, οι οποίες θεωρούν ότι αδικούνται έναντι άλλων, οι οποίες λόγω πληθυσμιακής υπεροχής, καταφέρνουν να εκλέξουν περισσότερους αντιπροσώπους.
Αν στα παραπάνω προσθέσουμε τις μόνιμες και αθεράπευτες παθογένειες του δημόσιου τομέα, δεν είναι να απορεί κανείς για την αναποτελεσματικότητα αυτών των οργανισμών, η οποία εκτείνεται από την αδυναμία συντήρησης σε ανεκτή κατάσταση των δημόσιων χώρων και του φωτισμού των δρόμων, μέχρι την αποκομιδή των σκουπιδιών και την πυροπροστασία.
Ως προς την τελευταία, μιας και βρίσκεται στην επικαιρότητα, ενώ ο νόμος επιβάλει τον καθαρισμό των οικοπέδων, των κήπων και των δημόσιων χώρων, με την απειλή προστίμων, ουδείς ενδιαφέρεται για την εφαρμογή τους στις ανάλογες προθεσμίες, μην τυχόν και δυσαρεστηθούν οι παρανομούντες πολίτες ενόψει των επικείμενων εκλογών. Και αυτό γίνεται τον ένα χρόνο μετά τον άλλον, δίχως να υπόκεινται σε κυρώσεις οι κατά τον νόμο υπεύθυνοι εφαρμογής των κανόνων κοινωνικής συμβίωσης.
Ας παραδεχτούμε πως το μοντέλο του «Καλλικράτη» μπορεί να εξοικονόμησε μερικά εκατομμύρια από τους μισθούς των αιρετών, μα στην πραγματικότητα μας στοίχισε δισεκατομμύρια από την κακοδιαχείριση και την αναποτελεσματικότητα.
Ο «Καλλικράτης» ήταν παιδί της μνημονιακής εποχής, της εποχής, όταν το κράτος προσπαθούσε αγωνιωδώς να συμμαζέψει τα οικονομικά του. Ίσως ήταν «παιδί της ανάγκης». Ήταν όμως θνησιγενής και αυτό φάνηκε από τα αποτελέσματα. Η διατήρησή του, μόνο επιπλέον προβλήματα θα προκαλέσει, θα φθείρεται διαρκώς και θα απαξιώνεται στα μάτια των πολιτών, επιφέροντας μεγάλη οικονομική ζημιά στο κράτος και την κοινωνία.
Δεν γνωρίζω τι σκέψεις έχει η σημερινή κυβέρνηση για το θέμα. Πιθανόν να μην την απασχολεί ή να μην βρίσκεται στις προτεραιότητές της. Θα το βρίσκει, όμως, μπροστά της διαρκώς, προσπαθώντας να γεμίζει ένα βαρέλι δίχως πάτο. Αυτό δεν είναι συνετό. Η υπάρχουσα δομή των ΟΤΑ κάθε άλλο παρά συμβαδίζει με τις ανάγκες της εποχής και των πολιτών. Αναγκαστικά, είτε θα αλλάξει υιοθετώντας ένα άλλο μοντέλο αποκέντρωσης και πραγματικής αυτοδιοίκησης, η οποία θα περιλαμβάνει τον αυστηρό έλεγχο των πεπραγμένων και τη λογοδοσία, ή θα σέρνεται διαρκώς μέχρι την οριστική του απαξίωση και κατάρρευση. Μόνο που μαζί με αυτό, θα καταρρεύσουν και οι τοπικές κοινωνίες με ολέθριες επιπτώσεις για το κοινωνικό σύνολο.
Ας προβληματιστεί η σημερινή κυβέρνηση γι’ αυτό. Ας προβληματιστεί και η αντιπολίτευση. Όποιος νομίζει πως θα γλιτώσει και θα επιβιώσει από την κατάρρευση αυτού του μοντέλου, είναι βαθιά νυχτωμένος και αγνοεί την αγωνία και τα αδιέξοδα των τοπικών κοινωνιών. Είναι μια άγνοια που θα έχει βαρύτατο κόστος, για όλους.