Παρακολουθούσα αυτές τις ημέρες τις δηλώσεις διαφόρων αγροτοσυνδικαλιστών στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και δυσκολευόμουν να καταλάβω αν διατύπωναν προτάσεις και αιτήματα των συναδέλφων τους ή αν λειτουργούσαν ως ηχεία της ξύλινης γλώσσας του ΚΚΕ.
Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, αυτή την περίοδο του ΚΚΕ πλειοδοτεί στα δύο ανοιχτά «μέτωπα», εκείνο των αγροτών και εκείνο των πανεπιστημίων. Κατά την προσφιλή του τακτική, από τη νομιμοποίηση του το 1974 και εντεύθεν, το ΚΚΕ με την παραμικρή ευκαιρία και αφορμή προβάλει ακραία και μαξιμαλιστικά αιτήματα, δικαιολογώντας τη στάση του με το επιχείρημα «το κράτος έχει λεφτά κι αν δεν έχει ας φορολογήσει τους πλούσιους για να τα μοιράσει στους φτωχούς».
Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που η χώρα βρισκόταν στο χείλος του γκρεμού της άτακτης χρεοκοπίας, όταν το ΚΚΕ πρόβαλε ως αίτημα ο εισαγωγικός μισθός να είναι 1.300 ευρώ. Ρεαλιστική πρόταση για έναν άλλο κόσμο που μάλλον δεν είναι εφικτός, αφού η οικονομία κινείται με τους δικούς της ρυθμούς και οι μισθοί είναι κλάσμα του παραγόμενου πλούτου εν γένει.
Ίσως θα ήταν χρήσιμο, εκεί στο ΚΚΕ να ξαναδιαβάζουν το μικρό έργο του Κ. Μαρξ «Μισθός, τιμή και κέρδος». Με λίγη καλή προσπάθεια, ίσως, μπορέσουν να προσγειωθούν στην πραγματικότητα του 21ου αιώνα.
Βολεμένο στο περιθώριο της πολιτικής ζωής ή «στο έχουμε μαγαζί γωνία» που είχε πει κάποτε ο Χαρίλαος Φλωράκης, το ΚΚΕ, αν και διατείνεται πως είναι ένα κόμμα με επαναστατικές περγαμηνές και προοπτικές, δεν είναι τίποτα άλλο από τη δικλείδα εκτόνωσης διαφόρων πιέσεων και εντάσεων στην κοινωνία. Κοντολογίς, είναι ένα αναγκαίο και χρήσιμο, ως ένα βαθμό, εργαλείο του συστήματος, το οποίο άλλωστε υπηρετεί αυτό το κόμμα, έναντι της γενναιόδωρης κρατικής επιχορήγησης.
Η ερώτηση, όμως, που θα πρέπει να μας απασχολεί είναι άλλη: προσφέρει έστω κάτι αυτό το κόμμα, της διαρκούς άρνησης των πάντων, της υπεράσπισης μιας καλβινιστικού τύπου επαναστατικής καθαρότητας, στη συνολική πρόοδο της κοινωνίας ή αποτελεί απλά την ψυχοθεραπεία διαφορών απογοητευμένων από τις ιστορικές εξελίξεις ανθρώπων, οι οποίοι εξακολουθούν να πιστεύουν στην πραγμάτωση του κομμουνιστικού ζόφου;
Η χώρα, η κοινωνία, έχει ανάγκη από σύγχρονα κόμματα, τα οποία θα μπορούν να συνομιλούν με την εποχή και το μέλλον. Να είναι ικανά να χρησιμοποιούν τα νέα εργαλεία ανάλυσης της πραγματικότητας και να μην μηρυκάζουν τσιτάτα των Μαρξ, Ένγκελς, Λένιν, Στάλιν, παρουσιάζοντας τα ως την κορωνίδας της ανθρώπινης σκέψης και μάλιστα ως «επιστήμη των επιστημών».
Το ΚΚΕ αρνείται να προχωρήσει μπροστά, αρνείται καν να δει κριτικά την πολιτική του δράση, προσπαθώντας τεχνηέντως να συντηρήσει τη δική του πολιτική θεολογία, με όλα τα στοιχεία της πολιτικής σωτηριολογίας, εσχατολογίας. Έτσι, αποφασίζει μόνο του να τεθεί στο περιθώριο της δημιουργικής πολιτικής ζωής και να επιδίδεται σε ένα ιδιότυπο «ανταρτοπόλεμο», δημιουργώντας εμπόδια στη γενική πρόοδο και το κοινό καλό.