«Ότι αρχίζει ωραίο, τελειώνει με πόνο», λέει το γνωστό τραγούδι, θέλοντας να καταγράψει τα συναισθήματα της στιγμής όταν ο έρωτας τελειώνει. Το ζήσαμε κι αυτό στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, όπως εκόντες άκοντες, γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες της απαξίωσής του στα μάτια των πολιτών. Λίγοι το περιμέναμε τόσο σύντομα, ακόμη λιγότεροι πιστεύαμε στην ένταση του διαζυγίου, γνωρίζοντας την ιστορία της ημεδαπής αριστεράς. Συνέβη, όμως και τώρα ολοένα και περισσότεροι λέμε: άντε να τελειώνει αυτή η ιστορία, γιατί, αφενός παρατράβηξε, αφετέρου υπάρχουν κι άλλα πράγματα για να ασχοληθούμε.
Ένα από αυτά, είναι και ο σημαντικότερος νόμος που ψηφίζεται σταθερά κάθε τέτοια εποχή από τη Βουλή, ο προϋπολογισμός του κράτους.
Παρακολουθώντας τη συζήτηση στη Βουλή, εκείνο που διαπίστωσα είναι πως τα κόμματα της αντιπολίτευσης, εκτός από την πλήρη, καθολική και αδιαπραγμάτευτη απόρριψη της κυβερνητικής πρότασης, δεν έφεραν καμία νέα πρόταση στο τραπέζι.
Πιστεύουν πως όλα όσα προτείνει η κυβέρνηση είναι αναποτελεσματικά; Καλώς. Ας προτείνουν, λοιπόν, ένα νέο τρόπο αύξησης των εσόδων και μείωσης των εξόδων του κοινού νοικοκυριού μας που λέγεται κράτος. Που να κόψουν φόρους και που και τους αυξήσουν. Σε ποιους τομείς να επενδύσουμε και για ποιους να ξανασκεφτούμε τη χρησιμότητά τους ή αν χρειάζεται να τους αναμορφώσουμε.
Αυτή θα ήταν μία χρήσιμη συζήτηση στη Βουλή, η οποία μεταδίδεται από τον τηλεοπτικό της σταθμό. Γνωρίζω καλά πως ελάχιστοι την παρακολουθούν, ίσως γι’ αυτό και πολλοί ομιλητές καταφεύγουν σε διάφορες ατάκες, προκειμένου να εξασφαλίσουν λίγα δευτερόλεπτα σε κάποιο από τα πολλά δελτία ειδήσεων.
Από την άλλη πλευρά, είναι απολύτως κατανοητό, στον χώρο της κεντροαριστεράς - αριστεράς, να υπάρχει ένας διαγκωνισμός για το ποιος θα φανεί πιο αριστερός από τους υπόλοιπους, κατοχυρώνοντας την πρώτη θέση στο χώρο αυτό και τη δεύτερη στο συνολικό πολιτικό σύστημα.
Οι δημοσκοπήσεις, δείχνουν πλέον καθαρά πως αυτό το κόμμα, είναι το ΠΑΣΟΚ, πράγμα που επιβεβαίωσε και η χθεσινή της Pulse. Το ΠΑΣΟΚ έχει μια ιστορία 50 χρόνων στο πολιτικό μας σύστημα και θεωρείται θεσμικό κόμμα. Θα περίμενε κανείς να καταθέσει προτάσεις βελτίωσης του προϋπολογισμού και να αναδείξει τις δικές του πολιτικές. Αντ’ αυτού, δείχνει φοβικό απέναντι σε υποτιθέμενες κατηγορίες πως δεν είναι αρκούντως αριστερό. Έχει κανένα λόγο να φοβάται κάτι τέτοιο; Και ποιος μπορεί να το κατηγορήσει γι’ αυτό; Ο ΣΥΡΙΖΑ που παραδέρνει ανάμεσα στην απαξίωση και την εξαΰλωση; Το ΠΑΣΟΚ και στελέχη έχει και πολιτική μπορεί να παράξει ουσιαστική. Γιατί επαναπαύεται μόνο στις καταγγελίες; Πώς θα πείσει τους απαιτητικούς ψηφοφόρους του κέντρου πως μπορεί να γίνει ο εναλλακτικός πόλος εξουσίας;
Αυτοί που έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκονται στη γραμμή εκκίνησης της νέας τους πορείας, κουβαλώντας στις πλάτες τους το βαρύ φορτίο της κυβερνητικής τους θητείας. Ας μην ξεχνάμε πως όλοι τους ήταν υπουργοί και προβεβλημένα στελέχη του κόμματος, τα οποία όχι μόνο δεν αμφισβήτησαν, αλλά και στήριξαν αναφανδόν όλες τις πολιτικές του Α. Τσίπρα. Πώς θα βγουν τώρα να ασκήσουν κριτική τόσο στην κυβέρνηση, όσο και στο ΠΑΣΟΚ; Νομίζουν πως οι ψηφοφόροι έχουν κοντή μνήμη;
Το ΚΚΕ θα ακολουθήσει το γνωστό ρεπερτόριο των μαξιμαλιστικών του διακηρύξεων, γνωρίζοντας πολύ καλά πως ο κόσμος γελάει, μα ελπίζοντας πως θα γίνει ο υποδοχέας των δυσαρεστημένων πρώην ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι δεν μπορούν να φανταστούν τον εαυτό τους έξω από το μεγάλο μαντρί της αριστεράς, θεωρώντας πως έτσι θα προδώσουν τον εαυτό τους. Το έχουν ήδη κάνει προ πολλού στηρίζοντας την παρά φύση συγκυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ με τον Καμμένο, καθώς και πλήθος νόμων - ανοσιουργημάτων κατά την περίοδο 2015 - 2019.
Πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά, μέσα σε ένα ρευστό, γεμάτο κινδύνους, διεθνές περιβάλλον. Ταυτόχρονα, θα πρέπει να εδραιώσουμε τη θέση μας στον υπό διαμόρφωση διεθνή καταμερισμό της εργασίας, πράγμα που σημαίνει πως η χώρα, με κύρια ευθύνη της κυβέρνησης, θα πρέπει να επιταχύνει τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις προκειμένου να πείσει για τις προθέσεις της να ξεφύγει από ένα μοντέλο διαχείρισης και να αρχίσει να ασκεί μακροπρόθεσμη πολιτική. Για να συμβεί αυτό, χρειάζεται μια συγκροτημένη, μελετημένη, με επιχειρήματα, προτάσεις και ουσιαστικό έλεγχο των κυβερνητικών πεπραγμένων, αντιπολίτευση. Τέτοια αντιπολίτευση, δεν διαθέτει η χώρα και αυτό θα πρέπει να προβληματίσει εκείνους που σήμερα επιδίδονται σε καλλιστεία αριστεροσύνης, αντί να ασκήσουν τα συνταγματικά τους καθήκοντα ουσιαστικά.