Συχνά γινόμαστε μάρτυρες έντονων διαμαρτυριών μεγάλων τμημάτων των δυτικών κοινωνιών κατά του υπάρχοντος πολιτικού και οικονομικού συστήματος στη χώρα τους. Η κριτική που ασκείται στη Δύση από εκείνους που τη συναποτελούν, είναι σφοδρή και ανελέητη πολλές φορές, καθώς εστιάζουν στις κοινωνικές ανισότητες, στις ελλείψεις του κοινωνικού κράτους, στην απουσία προοπτικών για μεγάλα κοινωνικά στρώματα. Αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς και αμερόληπτοι, πολλές από τις αιτιάσεις αυτές είναι σωστές και οι διαμαρτυρόμενοι έχουν δίκιο.
Τα παραπάνω, όμως, αποτελούν συστατικό στοιχείο του δυτικού πολιτισμού, του πολιτισμού ο οποίος διαμορφώθηκε σε τρεις βασικούς πυλώνες: την αρχαία ελληνική γραμματεία, το ρωμαϊκό δίκαιο και την ιουδαϊκή - χριστιανική παράδοση. Στο διάβα των αιώνων, ο πολιτισμός αυτός ανέπτυξε αντισώματα απέναντι στη φθορά του χρόνου, επειδή, καθώς ήταν εξοπλισμένος με τα εργαλεία των τριών, βασικών, συστατικών του στοιχείων, καταφέρνει πάντα να αναθεωρεί τον εαυτό του, να βελτιώνεται.
Αυτό οφείλεται στη μακρόχρονη καλλιέργεια της παράδοσης της πλατωνικής απορίας. Ο δυτικός άνθρωπος διδάσκεται από τη στιγμή που γεννιέται να απορεί, ένα διαρκές «γιατί» βρίσκεται μέσα στο μυαλό του αναζητώντας απαντήσεις. Αυτό το μεγάλο και διαρκές «γιατί» είναι ένα ακαταμάχητο όπλο του Δυτικού πολιτισμού. Αυτή η διαρκής απορία, η αμφισβήτηση, η διάθεση για αναθεώρηση, συνετέλεσε σε μέγιστο βαθμό στη διαμόρφωση του δυτικού πολιτισμού έτσι όπως είναι σήμερα.
Σε αυτό διαφέρει από άλλους πολιτισμούς του πλανήτη μας. Ο καθένας από αυτούς, έχει τη δική του γέννηση, πορεία και διαμόρφωση, έχει συμβάλει στην πανανθρώπινη πολιτισμική κληρονομία κατά το δύνασθαι. Ωστόσο, σήμερα, πολλοί αρνούνται την αυτοκριτική, το συγχρονισμό με την εξέλιξη, την αναθεώρηση των λαθών και την αναζήτηση των αιτιών τους. Προσκολλημένοι στο παρελθόν, ονειρεύονται διαρκώς είτε την επιστροφή σε ένα δικό τους, μυθικό «Χρυσό αιώνα», είτε την καθήλωση στα περασμένα και την άρνηση του παρόντος. Άλλοι πάλι, θεωρούν πως η επιστροφή σε εκείνα που πέρασαν ανεπιστρεπτί είναι η πρόοδος, ενώ κάθε τι που υπαινίσσεται έστω το παρόν και πολύ περισσότερο το μέλλον, υπονομεύουν τα ηθικά του θεμέλια και ως εκ τούτου αντιμετωπίζονται ως θανάσιμοι εχθροί.
Έτσι, σαν διαμάντι μέσα στις στάχτες, λάμπει και γοητεύει ο δυτικός πολιτισμός τους εκπροσώπους άλλων και λειτουργεί ως φάρος προσανατολισμού για τα φιλοπρόοδα τμήματα των κοινωνιών τους.
Αν προστεθούν στα παραπάνω, η συστηματική και διαρκής βελτίωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η ανάπτυξη - έστω και με παλινωδίες - ενός κοινωνικού κράτος με προτεραιότητα τους αδύναμους, η κατοχύρωση ελευθεριών ανήκουστων σε άλλους πολιτισμούς, γίνεται ξεκάθαρο πως ο δυτικός πολιτισμός μπορεί μεν να λειτουργεί ως παράδειγμα προς μίμηση, μπορεί, όμως, να αποτελεί και μόνιμο στόχο, όλων όσων τον θεωρούν ως επικίνδυνο ιό που θα μολύνει τις δικές τους, παραδοσιοκρατικές κοινωνίες. Κάπου σε αυτό το σημείο αρχίζει το μπλέξιμο και της εποχής μας.
Στην εποχή μας, είναι ξεκάθαρο πως πρόκειται για μία ανυποχώρητη αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο αυτές προσεγγίσεις. Από τη μία πλευρά, υπάρχει η δυτική προσέγγιση με όλα τα χαρακτηριστικά που αναφέρονται παραπάνω και, από την άλλη, μία προσέγγιση εκ βάθρων αντίθετη. Η διαφορά έγκειται στο γεγονός πως ο δυτικός πολιτισμός δεν θεωρεί εχθρικό κανέναν άλλο, ενώ διάφοροι άλλοι (Ρωσία - Ισλαμικός φονταμενταλισμός κ.λπ), τον αντιμετωπίζουν ως θανάσιμη απειλή.
Ποια πρέπει να είναι η στάση του Δυτικού πολιτισμού απέναντι στην εχθρότητα, με την οποία αντιμετωπίζεται; Ποια μέσα και ποιες μεθόδους θα πρέπει να χρησιμοποιεί; Ποια μπορεί να είναι τα όρια αυτής της αντιπαράθεσης; Είναι μερικά από τα ερωτήματα που απασχολούν πολιτικούς, στρατιωτικούς, διανοητές, διπλωμάτες, αλλά και απλούς πολίτες.
Απαντήσεις δίνονται, μα σε αυτές απουσιάζει σχεδόν πάντα ένας άλλος παράγοντας, αυτής της δυσεπίλυτης εξίσωσης, ο οποίος δεν είναι άλλος από τη διάθεση των αντιπάλων - εχθρών να συζητήσουν, αφού με την πρώτη ευκαιρία καταφεύγουν στη χρήση της ισχύος που διαθέτουν και της χαλάρωσης της επαγρύπνησης του Δυτικού πολιτισμού.
Ο Δυτικός πολιτισμός, επιθυμεί και επιδιώκει το διάλογο και την αποφυγή χρήση βίας, πράγμα που απέδειξε πολλές φορές στην εποχή μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο. Όχι πως είναι άμωμος και αθώος, μα τουλάχιστον αντιμετωπίζει κριτικά το παρελθόν του και είναι ο μόνος πολιτισμός που έχει ζητήσει συγγνώμη για εγκλήματα και αδικίες που διεπράχθησαν στο παρελθόν. Κανένας άλλος δεν έχει προβεί σε μία τέτοια αυτοκριτική αποτίμηση του παρελθόντος του.
Θα μπορέσει, τελικά, ο Δυτικός πολιτισμός να συμπαρασύρει κι άλλους στην πορεία του διαλόγου ή κάτι τέτοιο αποτελεί μία ακόμη φενάκη εκείνων που ονειρεύονται την «αδελφοσύνη των λαών»; Αν κι έχουμε πολλά στοιχεία περί του αντιθέτου στα χέρια μας, ας αφήσουμε μία χαραμάδα ελπίδας για το μέλλον.