Τί τα θέλουμε τα όπλα / Τα κανόνια τα σπαθιά / Να τα κάνουμε αλέτρια / Να δουλεύει η αγροτιά / Τί τα θέλουμε τα όπλα / Τα κανόνια τα βαριά / Να τα κάνουμε εργαλεία / Να δουλεύει η εργατιά.
Οι δύο αυτές στροφές του γνωστού τραγουδιού, γαλούχησαν γενιές και γενιές στη χώρα μας, δημιουργώντας την αίσθηση πως με ευχολόγια, συμμετοχή σε διάφορα ειρηνιστικά κινήματα και φυσικά, τη μόνιμη καταδίκη του κακού, δυτικού ιμπεριαλισμού, λύνονται αυτομάτως όλα τα προβλήματα που σχετίζονται με τον πόλεμο και την ειρήνη.
Απότοκο αυτής της νοοτροπίας ήταν η πολιτική πρόταση της «ουδετερότητας» της χώρας, η αποχώρηση της από τις μεγάλες συμμαχίες της Δύσης και η δημιουργία μιας περίκλειστης κοινωνίας, η οποία θα ζούσε σε συνθήκες αυτάρκειας, μακριά από τις παγίδες του παγκοσμιοποιημένου εμπορίου και του αδηφάγου καπιταλισμού.
Τα τελευταία πενήντα χρόνια, με θαυμαστή συνέπεια, είναι η αλήθεια, η ελληνική αριστερά, σε όλες τις εκφάνσεις της, ακολούθησε αυτή την πολιτική διατρανώνοντας με κάθε ευκαιρία πως πρόκειται για μια φιλειρηνική δύναμη στο πολιτικό σύστημα. Συνέχισε να το κάνει δε, ακόμη και όταν αποκαλύφθηκε μέσω αποχαρακτηρισμένων εγγράφων των σοβιετικών μυστικών υπηρεσιών πως το περιβόητο φιλειρηνικό κίνημα της Ευρώπης κατά της εγκατάστασης των πυραύλων Κρουζ, κατά τη δεκαετίας του ’80 του 20ού αιώνα, ήταν ελεγχόμενο και κατευθυνόμενο από την ΚΑ.ΓΚΕ.ΜΠΕ.
Ωστόσο, παραμένοντας συνεπής στις αρχές της, η ελληνική αριστερά, από το ΚΚΕ μέχρι τα αριστερίστικα γκρουπούσκουλα, ακόμη και σήμερα προσπαθούν να υπονομεύσουν κάθε προσπάθεια ενίσχυσης των αμυντικών δυνατοτήτων και την αποτρεπτική ισχύ των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, προβάλλοντας τα σαθρά και έωλα επιχειρήματα της αξιοποίησης αυτών των πόρων για κοινωνικούς, δήθεν, σκοπούς.
Λησμονούν ή, τέλος πάντων, κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν πως για να ασκηθεί η οποιαδήποτε κοινωνική πολιτική, θα πρέπει να υπάρχει ανεξάρτητο, ισχυρό έναντι των εξωτερικών επιβουλών κράτος και φυσικά να τηρούνται οι δημοκρατικοί κανόνες διακυβέρνησης.
Σύσσωμη η ελληνική αριστερά στις μέρες μας, τάσσεται κατά των εξοπλιστικών προγραμμάτων που θα ενισχύσουν τις ένοπλες δυνάμεις, διακινώντας επιχειρήματα - συνθήματα όπως, πόσα σχολεία ή νοσοκομεία θα αποκτούσαμε στη θέση ενός μαχητικού αεροσκάφους 5ης γενιάς ή μίας φρεγάτας.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μία «εκσυγχρονισμένη» εκδοχή των παλιών συνθημάτων των μακρινών δεκαετιών προ του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, τα οποία καταργήθηκαν μέσα σε μία νύχτα όταν η Γερμανία επιτέθηκε στην ΕΣΣΔ.
Επανερχόμενοι στο σήμερα βλέπουμε πως η προσπάθεια της χώρας να θωρακιστεί έναντι πιθανόν απειλών σε ένα διαρκώς μεταβαλλόμενο και ρευστό γεωπολιτικό περιβάλλον, δεν τυγχάνει της έγκρισης της ελληνικής αριστεράς.
Αγνοώντας τα συμφέροντα της χώρας, προτάσσουν τις ιδεολογικές, παρωχημένες εμμονές τους, αποδεικνύοντας για μία ακόμη φορά που ζουν εκτός τόπου και χρόνου, λες κι υπάρχουν σε μία χρονοκάψουλα στην οποία έχουν σταματήσει όλα τα ρολόγια.
Ευτυχώς για τη χώρα και δυστυχώς για τους ίδιους, η ελληνική κοινωνία έχει συνειδητοποιήσει την αναγκαιότητα αναβάθμισης της αποτρεπτικής ισχύος των ενόπλων δυνάμεων, ενώ παράλληλα, προκύπτουν και διάφορα άλλα οφέλη για την ελληνική οικονομία, όπως η συμφωνία για τη ναυπήγηση επτά φρεγατών σε ελληνική ναυπηγία, την οποία ανακοίνωσε χθες ο υπουργός Άμυνας κ. Δένδιας.
Σε έναν περίπλοκο, ρευστό, γεμάτο κινδύνους και απειλές κόσμο, κάθε προσπάθεια διακωμώδησης, χλευασμού ή απαξίωσης των προσπαθειών για την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων της χώρας, είναι άκρως επικίνδυνη. Ας μη ξεχνάμε την απάντηση προβεβλημένου στελέχους του ΣΥΡΙΖΑ, όταν ήταν στην κυβέρνηση, σύμφωνα με την οποία θα περιέκοπταν από τις αμυντικές δαπάνες κονδύλια για να τα διαθέσουν, δήθεν, για κοινωνικούς σκοπούς, λέγοντας πως «θα το ρισκάρουμε απέναντι στην επιθετικότητα της Τουρκίας». Αυτοσχεδιασμοί μαθητευόμενων μάγων που έμειναν στάσιμοι στην ίδια τάξη στη σχολή της αριστερής μαγείας.
Καλό θα ήταν, οι «σύντροφοι» να προσγειωθούν στην πραγματικότητα και να αντιληφθούν πως η βουλησιοκρατία του κομματικού τους ιερατείου, δεν αρκεί για να προστατευθεί η χώρα από την επιθετικότητα, τον αναθεωρητισμό και τις επεκτατικές βλέψεις γειτονικών νεοαυταρχικών καθεστώτων. Δεν τρέφω, βέβαια, πολλές ελπίδες ότι κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί, μα από την άλλη πλευρά, ποτέ δεν ήμασταν στην ίδια πλευρά με όλους αυτούς που έθεταν την ιδεολογία τους πάνω από την πατρίδα.