«Σε αυτές τις εκλογές, η αριστεία ήρθε με το μέρος μας», δήλωσε αυτάρεσκα και αλαζονικά, πριν λίγες ημέρες ο κ. Τσίπρας, λησμονώντας το «η αριστεία είναι ρετσινιά» που είχε εκστομίσει ο ιδεολογικός του γκουρού και πρώην υπουργός Παιδείας, προ ολίγων μόλις ετών.
Δεν χρειάστηκαν, παρά λίγα εικοσιτετράωρα για να αντιληφθούμε όλοι πώς εννοούν την αριστεία στον ΣΥΡΙΖΑ. Τοποθέτησαν μετά βαΐων και κλάδων, επικεφαλής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας τον κ. Όθωνα Ηλιόπουλο, καθηγητή στο ιδιωτικό Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ενός εκ των πιο ακριβών ως προς τα δίδακτρα, ανώτατων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων του κόσμου, το οποίο, επιπλέον, θεωρείται θερμοκοιτίδα για την αναπαραγωγή των ελίτ των πλουσίων και προνομιούχων του κόσμου τούτου.
Με την πρώτη του εμφάνιση ο σεβάσμιος κ. καθηγητής, κατάφερε μέσα σε λίγα λεπτά να αποκαλύψει την ουσία της προσέγγισης της αριστείας από το κόμμα που εκπροσωπεί. Η αριστεία, είναι για τους λίγους και εκλεκτούς, για εκείνους που προορίζονται να ηγηθούν των πολλών και να αποτελούν τη στρατιά των πειθήνιων εργατών που θα αφιερώσουν τη ζωή τους στην οικοδόμηση του «φωτεινού, αριστερού μέλλοντος».
Καθηγητής σε προνομιούχο, ιδιωτικό πανεπιστήμιο, όπου τα δίδακτρα φτάνουν σε δεκάδες χιλιάδες δολάρια ετησίως, απορρίπτει κατηγορηματικά την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα. Εργαζόμενος στο Χάρβαρντ, γνωρίζει πολύ καλά την ύπαρξη και λειτουργία της πανεπιστημιακής αστυνομίας στο ίδρυμά του, ωστόσο, θεωρεί πως στα ελληνικά ΑΕΙ, δεν μπορεί να υπάρξει αυτός ο θεσμός.
Κατανοώ τη λογική του, όσο κι αν φαίνεται παράξενο. Την κατανοώ γιατί γνωρίζω καλά την ιστορία της αριστερής διανόησης κατά τον 20ο αιώνα και τις παραδόσεις εξαιρετισμού και σνομπισμού με τις οποίες γαλουχήθηκε αυτό το πιο κακομαθημένο τμήμα της κοινωνίας, το οποίο θεωρεί πως όλοι του χρωστούν, ενώ το ίδιο δεν χρωστάει τίποτα σε κανέναν. Αυτάρεσκες προσωπικότητες, συχνά με συμπτώματα μεγαλομανίας και αυθεντίας, πολλαπλώς ευνοημένες από το αστικό, καπιταλιστικό σύστημα, το οποίο με ζήλο υπηρετούν όταν πρόκειται για υψηλά αμειβόμενες θέσεις, αλλά το επικρίνουν σε βαρύγδουπα άρθρα και μελέτες ή φλογερούς φιλιππικούς σε δημόσιες συναθροίσεις. «Στη φοιτητριούλα που σ’ έχει ερωτευτεί, θα σε καταγγείλω πονηρέ πολιτευτή», τραγουδούσε προφητικά ο Διονύσης Σαββόπουλος πριν πολλές δεκαετίες.
Αν οι ριζοσπάστες διανοούμενοι του 19ου αιώνα προσπάθησαν να αλλάξουν τον κόσμο μετέχοντας στη ζώσα ιστορία της εποχής τους, κατά τον 20ο αιώνα, οι αριστεροί, κυρίως, διανοούμενοι, το μόνο που έκαναν ήταν να τη σχολιάζουν από την άνεση και την ασφάλεια των παρισινών καφέ και των καφενέδων των Εξαρχείων, απολαμβάνοντας πλούσια γεύματα και πανάκριβα αποστάγματα.
Δεν τους κακολογώ. Αυτά έκαναν οι ιδεολογικοί τους προπάτορες, όπως ο Λένιν και ο Τρότσκι, οι οποίοι αμέσως μετά την επικράτηση του πραξικοπήματος τον Οκτώβριο του 1917, το πρώτο πράγμα που έκαναν ήταν να εγκατασταθούν σε πολυτελείς επαύλεις, να κυκλοφορούν με Ρολς Ρόις και να απολαμβάνουν τα συσσωρευμένα αγαθά των καταραμένων καπιταλιστών και ευγενών.
Δεν κακολογώ ούτε τον κ. καθηγητή. Νέο παιδί, πήρε των ομματιών του κι έφυγε, αναζητώντας καλύτερη τύχη. Σπούδασε, πρόκοψε, ανέβηκε στην κορυφή της ακαδημαϊκής ιεραρχίας. Ταυτόχρονα, απόλαυσε τις ευκαιρίες και τα αγαθά του καπιταλιστικού συστήματος, συμμετείχε σε αδρώς αμειβόμενα προγράμματα, δέχτηκε χορηγίες, τιμητικές επ' αμοιβή θέσεις σε ιδρύματα κ.λπ. Και πολύ καλά έκανε.
Το ερώτημα που τίθεται είναι: γιατί δεν τα επιθυμεί αυτά και για τα παιδιά της πατρίδας του; Γιατί επιμένει σε ένα μοντέλο πανεπιστημιακής μόρφωσης που αναπαράγει με τον πιο σκληρό τρόπο τις ταξικές ανισότητες, αφού τα παιδιά των προνομιούχων σπουδάζουν σε πανεπιστήμια, σαν κι εκείνο όπου ο ίδιος διδάσκει, ενώ τα παιδιά των μη προνομιούχων, αναγκάζονται να ζήσουν την παρακμή και τη δυσλειτουργία των ελληνικών; Έτσι φαντάζεται, ο κ. καθηγητής την ισότητα στις ευκαιρίες ως εργαλείο άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων και την ενίσχυση του μηχανισμού κοινωνικής κινητικότητας;
Τότε σε τι διαφέρει από εκείνους, τους οποίους κατηγορεί ως υπεύθυνους για τους ταξικούς φραγμούς στη μόρφωση;
Τέλος, θα ήταν διασκεδαστική, αν δεν ήταν προσβλητική για τον τόπο και την κοινωνία, η προσέγγιση του κ. καθηγητή, σύμφωνα με την οποία, οι κάτοικοί της ως καθυστερημένοι ιθαγενείς, μη μυημένοι στα νάματα και τα μυστικά του προηγμένου κόσμου, θα αρκεστούν στα αριστερά καθρεφτάκια και χάντρες που θα τους φέρει ως δώρα ο πεφωτισμένος διανοούμενος εξ Εσπερίας.