Ο πρώτος γύρος έληξε και για τον δεύτερο απομένουν λίγες μόνο ημέρες. Το προβάδισμα Κασσελάκη και η διαφορά από Αχτσιόγλου, προμηνύουν μεγάλες μάχες στο παρασκήνιο με αναδιάταξη των κομματικών στρατών και, κυρίως, με επιχειρήσεις ψυχολογικού επηρεασμού τόσο του εκλογικού σώματος, όσο και των «αδύναμων κρίκων» της κάθε πλευράς.
Η πλευρά Κασσελάκη, δηλαδή όλοι όσοι έσπευσαν να τον στηρίξουν, παρουσιάζουν μία ανάγλυφη και εύκολα ερμηνεύσιμη εικόνα. Η προσωπική φρουρά του Τσίπρα, με τις ευλογίες ολιγαρχικών οικογενειών, αποφάσισαν την εκ βάθρων ανασυγκρότηση του κόμματος, βασισμένη και πάλι στο παλιό, καλό, δοκιμασμένο μοντέλο του προσωποκεντρικού οργανισμού. Συνεπικουρούνται από διάφορους γυρολόγους της πολιτικής, οι οποίοι κάθε φορά φροντίζουν να κατέβουν από το ένα τραίνο και να ανέβουν στο άλλο, ως καλές Σκαλομαρίες, για να βρίσκονται κοντά στον ηγέτη, από όπου και αντλούν την μοναδική νομιμοποίηση που επιθυμούν και με την οποία μετατρέπονται σε πιστούς, κάθε φορά, στρατιώτες του «κόμματος».
Η απέναντι πλευρά έχει το πρόβλημα. Το πρόβλημα των αριθμών. Δεν βγαίνουν. Αθροιστικά οι ψήφοι που έλαβαν η κυρία Αχτσιόγλου και ο κ. Τσκαλώτος, μετά βίας προσεγγίζουν εκείνους που έλαβε ο αλεξιπτωτιστής υποψήφιος και εκλεκτός των ισχυρών του τόπου τούτου.
Απομένει να διευκρινιστεί η στάση του κ. 13 - 0, γνωστού και ως Νίκου Παππά, αλλά αυτή είναι μία παράμετρος της εξίσωσης με πολλές σκοτεινές σκιές. Αρκεί να θυμηθούμε πως δική του ήταν η πρόταση της διεύρυνσης του εκλογικού σώματος με την αποδοχή των «φίλων» που θα αποφάσιζαν να ψηφίσουν την τελευταία στιγμή. Ήταν μία κίνηση ματ που άλλαξε τα δεδομένα κι έφερε στις κάλπες ανθρώπους της τελευταίας στιγμής που οδήγησαν στο γνωστό αποτέλεσμα. Μαιτρ της εσωκομματικής δολοπλοκίας ο κ. 13 - 0 κατάλαβε (ή μήπως γνώριζε εκ των προτέρων ως παλιό δεξί χέρι του πρώην ηγέτη) το σενάριο και τους στόχους του; Όπως και να το δει κανείς, πάντως, έπαιξε καταπληκτικά το ρόλο του ως λαγός στο παραμύθι με τη σύγχρονη Κοκκινοσκουφίτσα στο δάσος του αριστερού, μετεκλογικού αναστοχασμού.
Η παλιά φρουρά, όσοι προέρχονται από τα κατάλοιπα της πάλαι ποτέ ανανεωτικής αριστεράς, προφανώς οδεύουν προς τιμητική αποστράτευση. Θα πρέπει, βέβαια, να το θελήσουν και οι ίδιοι, έστω για να προφυλάξουν τον εαυτό τους και την όποια υστεροφημία τους, από τον κανιβαλισμό των επερχόμενων εκκαθαρίσεων. Το ίδιο ισχύει και για την παρέα που πέρασε τα νιάτα της περπατώντας στην Γένοβα και διακρίθηκε για την σκληρή της στάση στα «Δεκεμβριανά» του 2008. Αν δεν αποχωρήσουν μόνοι τους, θα θυσιαστούν στην κομματική αρένα που διψάει για το αίμα των ενόχων της εκλογικής συντριβής.
Και οι δύο αυτές ομάδες, ανεξάρτητα από την τάση, την συνιστώσα ή την φράξια στην οποία ανήκουν σήμερα, είναι βαρίδια για το καινούργιο ή αναπαλαιωμένο κόμμα που θα προκύψει στο επόμενο διάστημα. Βαρύνονται με τα ανομήματα της αντιμνημονιακής υστερίας, αλλά και τη θεαματική kolotoumpa το καλοκαίρι του 2015.
Παρασκηνιακώς, διακινείται το αφήγημα πως πέραν του ότι συναποφάσισαν μαζί με τον Τσίπρα την πολιτική του τρίτη και αχρειάστου μνημονίου, αλλά και όλων των κυβερνητικών αποφάσεων το 2015 - 2019, το μεγαλύτερο τους αμάρτημα ήταν πως τον «πρόδωσαν», «δεν τον στήριξαν», «τον υπονόμευσαν» κατά τη διάρκεια των δύο, τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων. Και ως γνωστό, στην αριστερά τους προδότες τους καθαιρούν ή τους απομακρύνουν στην εποχή μας. Σε παλαιότερες εποχές, η τύχη τους θα ήταν πιο σκληρή.
Το «κύμα» της ανανέωσης του ΣΥΡΙΖΑ που είχε εξαγγείλει ο Τσίπρας την ημέρα της αποχώρησής του από την ηγεσία του κόμματος, φουσκώνει καθημερινά. Μόνο που δεν είναι ένα κύμα προερχόμενο από τη γνωστή κομματική θάλασσα, αλλά έρχεται από έναν μακρινό ωκεανό με τα δικά του σχέδια, τα οποία δεν περιλαμβάνουν πια τα ναυάγια του αριστερού εθνολαϊκισμού, έτσι όπως τον γνωρίσαμε τα τελευταία 20 χρόνια. Λογικό. Το παλιό αφήγημα ολοκλήρωσε τον κύκλο του. Το νέο μένει να διατυπωθεί στο μέλλον. Ζούμε στην εποχή της τερατογένεσης του.