Διάβασα με προσοχή τη δήλωση του κ. Γαβριήλ Σακελλαρίδη, έτσι όπως τη δημοσίευσε στο Facebook χθες. Παρά τις διαβεβαιώσεις που δίνει πως δεν ενδιαφέρεται για επιστροφή στην ενεργό πολιτική ως στέλεχος του κόμματος, είναι ένα κείμενο που απευθύνεται στην επόμενη, μετά τις εκλογές ημέρα.
Μου έκανε, ωστόσο, μεγάλη εντύπωση μία φράση του κειμένου, όπου ο κ. Σακελλαρίδης λέει «Η Νέα Δημοκρατία θα εξασφαλίσει μία άνετη αυτοδυναμία, ικανή να την καταστήσει παντοδύναμη την επόμενη τετραετία. Με δεδομένο τον καθεστωτικό τρόπο που κυβέρνησε την προηγούμενη περίοδο, δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες για το τί θα ακολουθήσει, πώς θα πορευτεί και πώς θα ασκήσει το κυβερνητικό προνόμιο.»
Με απλά λόγια, ο κ. Σακελλαρίδης, επαναλαμβάνει τη γνωστή, προπαγανδιστική θέση του ΣΥΡΙΖΑ για το «καθεστώς Μητσοτάκη» κ.λπ., κ.λπ. Αντιλαμβάνομαι τον τρόπο που σκέφτεται και ο κ. Σακελλαρίδης και ο ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο, μιας και το έφερε η κουβέντα, καλό θα ήταν να θυμηθούμε ορισμένα πράγματα:
Ήταν η ΝΔ στην κυβέρνηση, όταν με βάση ένα αμφίβολης ποιότητας «ερευνητικό κείμενο» γραμμένο από φίλα προσκείμενους στον ΣΥΡΙΖΑ «ερευνητές» κάποιου Ινστιτούτου στη Φλωρεντία, στήθηκε ολόκληρος μηχανισμός για τον περιορισμό της πολυφωνίας στον Τύπο με την ανεκδιήγητη θέση πως η χώρα χρειάζεται μόνο τέσσερα τηλεοπτικά κανάλια;
Πώς θα χαρακτήριζε ο κ. Σακελλαρίδης τη σκευωρία Novartis με την προσπάθεια πολιτικής εξόντωσης δέκα πολιτικών αντιπάλων, η οποία κατέληξε σε φιάσκο, αλλά και στην καταδίκη των πρωταγωνιστών του παραδικαστικού κυκλώματος; Είναι ή όχι καθεστωτική συμπεριφορά;
Πώς θα απαντούσε ο κ. Σακελλαρίδης στις καταγγελίες στελεχών και υπουργών του ΣΥΡΙΖΑ, ότι τους παρακολουθούσε η ΕΥΠ; Είναι ή όχι καθεστωτική συμπεριφορά;
Στα παραπάνω ερωτήματα, αλλά και σε πολλά άλλα που αναδεικνύουν τη βαθιά καθεστωτική συμπεριφορά του ίδιου ΣΥΡΙΖΑ και τον αντιδημοκρατικό τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκε επί 4,5 χρόνια, οι απαντήσεις είναι γνωστές και ορισμένες μάλιστα, έχουν και τη δικαστική βούλα.
Είναι στ’ αλήθεια βολική η πολιτική θέση περί «καθεστώτος» για τον ΣΥΡΙΖΑ. Με τον τρόπο αυτό, ικανοποιεί βαθύτερες, φαντασιακές του ανάγκες, πιστεύοντας πως ζει σε μία κοινωνία που στενάζει από την αντιδημοκρατική πολιτική μιας κυβέρνησης με δοτή εξουσία από κάποιους σκοτεινούς κύκλους, συμφέροντα, ξένους παράγοντες.
Μόνο που η εικόνα που έχει στο μυαλό του, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Πολύ περισσότερο, έρχεται σε μετωπική σύγκρουση μαζί της και τα κομμάτια της διασκορπίζονται όπως ο παλιός, σκουριασμένος καθρέφτης που δεν άντεξε στο διάβα του χρόνου.
Η ψευδής αυτή εικόνα, είναι και η γενεσιουργός αιτίας μίας άλλης κακοδαιμονίας του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία δεν είναι από τη γοητεία που ασκούν στην ηγεσία, τα μέλη και τους οπαδούς, διάφορα πραγματικά, αυτή τη φορά, καθεστώτα, τα οποία δεν φημίζονται για τον σεβασμό τους στα δημοκρατικά ιδεώδη και τα ανθρώπινα δικαιώματα, για να το πω κομψά και με μετριοπάθεια.
Ο συνδυασμός αυτών των δύο, (μαζί με διάφορες άλλες αμαρτίες, όπως η αλαζονεία στην άσκηση της εξουσίας, η μη κριτική αναθεώρηση των κυβερνητικών του πεπραγμένων, η διαρκής καταστροφολογίας, η ταύτισή της ρητορικής του με κέντρα εκτός Ελλάδας κ.λπ), είναι εκείνα που τον κατέστησαν irrelevant για την κοινωνία και τους πολίτες.
Πώς μπορείς να μιλάς για «καθεστώς» σε μία χώρα που διοργανώνει άψογα εκλογικές διαδικασίες και τα κόμματα εναλλάσσονται ομαλά στην εξουσία; Για ποια καθεστωτική αντίληψη μπορεί να γίνεται λόγος όταν ο Τύπος λειτουργεί ανεμπόδιστα μέσα σε πλαίσια πλουραλισμού; Υπήρξαν, μήπως, περιπτώσεις διώξεων πολιτικών αντιπάλων ή καταστολής αντιφρονούντων, όταν ακόμη και σε ακραίες περιπτώσεις, όπως οι διαδηλώσεις για τον κατά συρροή δολοφόνο Κουφοντίνα έγιναν εν μέσω πανδημίας, θέτοντας σε κίνδυνο τη δημόσια υγεία; Είχαμε μήπως, παρεμβάσεις, όπως επί ΣΥΡΙΖΑ, στη λειτουργία των δικαστηρίων ή προσπάθεια υπονόμευσης της ανεξαρτησίας τους, όπως προβλέπει το Σύνταγμα της χώρας;
Προσπαθώντας ο ΣΥΡΙΖΑ να στηρίξει την πολιτική του, ξεπλένει κυριολεκτικά απαράδεκτους για το δημοκρατικό πολίτευμα όρους, όπως η λέξη «καθεστώς». Το έκανε κατά κόρον και με άλλους, προκαλώντας, αρχικά σύγχυση και, στη συνέχεια, αποδοχή όρων και εννοιών που θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με φειδώ στο δημόσιο διάλογο.
Η καταδίκη αυτής της ρητορικής και πολιτικής στις πρόσφατες εκλογές, είναι ενδεικτική των αλλαγών που έχουν συμβεί στην κοινωνία. Αλλαγές που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε ούτε να διαβλέψει, ούτε να διαπιστώσει παρά την εκλογική του συντριβή. Ίσως, να το κάνει στο μέλλον, αν και προσωπικά, δεν θα στοιχημάτιζα υπέρ αυτής της εξέλιξης