Η κυβέρνηση, χωρίς πανηγυρισμούς και κομπασμούς (πολύ σωστά) παρουσίασε το σχέδιό της για την επιστολική ψήφο στις επερχόμενες ευρωεκλογές, με σκοπό να επεκταθεί και στις εθνικές εκλογές, αν συγκεντρώσει την αναγκαία εκ του νόμου πλειοψηφία.
Ορθώς η κυβέρνηση κράτησε μία μετριοπαθή στάση απέναντι σε αυτό το ζήτημα και το παρουσίασε ως κάτι συνηθισμένο και αναπόφευκτο. Η επιστολική ψήφος είναι κάτι που θα έπρεπε να έχει θεσπιστεί από καιρό, ώστε οι πολίτες να έχουν το δικαίωμα να ασκούν το εκλογικό τους δικαίωμα ανεμπόδιστα και χωρίς περιττές μετακινήσεις.
Οι παλαιότεροι θα θυμούνται το «έπος των ετεροδημοτών», όταν τα κόμματα οργάνωναν ειδικές, μαζικές μετακινήσεις των ψηφοφόρων από τα αστικά κέντρα προς την περιφέρεια, υπολογίζοντας μέχρι και την τελευταία ψήφο, η οποία πολλές φορές έκρινε το αποτέλεσμα τόσο σε τοπικό, όσο και σε εθνικό επίπεδο. Δεν έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που φλέγον θέμα στην πολιτική διάλογο ήταν τα χρέη των κομμάτων προς τον τότε κρατικό φορέα αερομεταφορών, τα τοπικά ΚΤΕΛ και τις ακτοπλοϊκές εταιρείες. Το ίδιο ίσχυε και για τις μετακινήσεις των Ελλήνων του εξωτερικού, οι οποίοι με χρήματα της κρατικής επιχορήγησης προς τα κόμματα, έρχονταν να ψηφίσουν και να περάσουν λίγες ημέρες κοντά στους συγγενείς στον τόπο καταγωγής τους.
Η επιστολική ψήφος είναι ένα αίτημα των καιρών και πολύ σωστά η κυβέρνηση ανέλαβε την πρωτοβουλία. Ακόμη πιο σωστά που το παρουσίασε ως κάτι φυσιολογικό για μία χώρα που θέλει να συμβαδίζει με την εποχή και τις απαιτήσεις της. Οι πολίτες το περίμεναν από καιρό, ως ένδειξη τουλάχιστον πως κάτι κινείται σε αυτή τη χώρα προς τη σωστή κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού των θεσμών της. Φυσικά, απομένουν να γίνουν κι άλλα πολλά, πάρα πολλά.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει και η στάση των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Η κατ’ αρχήν αποδοχή της ιδέας από το ΠΑΣΟΚ είναι σωστή, όπως σωστή είναι, επίσης και η επισήμανσή του για τη διασφάλιση των απαραίτητων και αναγκαίων θεσμικών εγγυήσεων, ώστε να διασφαλιστεί η κορυφαία αυτή δημοκρατική διαδικασία.
Αναμένεται με ενδιαφέρον η επίσημη τοποθέτηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και των 11, όταν θα αποφασίσουν ότι θα ασχοληθούν με την πολιτική, εγκαταλείποντας τις μεταξύ τους αλληλοκατηγορίες.
Η στάση του ΚΚΕ να ζητήσει απόρριψη της ιδέας - πρότασης, δεν αποτελεί έκπληξη για κανέναν, αφού το κόμμα αυτό, κολλημένο στο δικό του, φαντασιακό παρελθόν, θεωρεί πως ακόμη ζούμε στη δεκαετία του ’50 και του ’60, όταν ο στρατός φυλούσε τα εκλογικά τμήματα. Βέβαια, οφείλουμε να ομολογήσουμε πως βασικός του στόχος είναι να τορπιλίσει την ψήφο των αποδήμων, πράγμα το οποίο αναφέρει ευθέως στην ανακοίνωσή του.
Μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, δεν υπήρξαν αντιδράσεις από άλλα κόμματα, ιδίως εκείνα που βρίσκονται δεξιότερα της Ν.Δ. Θα παρακολουθήσουμε με ενδιαφέρον τις αντιδράσεις τους.
Η επιστολική ψήφος είναι μία θαυμάσια ευκαιρία για την επίτευξη μιας στοιχειώδους συναίνεσης των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου. Ίσως, είναι η κατάλληλη εποχή για να γίνει ένα μικρό, πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση. Εννοείται πως κάθε πρόταση που θα βελτιώνει τη συγκεκριμένη πρόταση ή θεραπεύει αβλεψίες της κυβέρνησης, η τελευταία θα πρέπει να την αποδεχτεί, αποδεικνύοντας έτσι την προσήλωσή της στο μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα αλλά και τη συμβολή της στην εγκαθίδρυση ενός ηπιότερου πολιτικού κλίματος, μακριά από τις εντάσεις και τις οξύτητες του παρελθόντος.
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, έχει και μια άλλη κρυφή σημασία. Είναι η απόδειξη πως στη χώρα μας μπορούν, τελικά, να προταθούν και να εφαρμοστούν μεταρρυθμίσεις, μικρές, σημαντικές, απαραίτητες, αλλά ζωτικές όπως είναι κάθε τι το αυτονόητο. Γιατί πέρα από τα μεγάλα λόγια, τις διακηρύξεις, τους πομφόλυγες και τους κομπασμούς, εκείνο που έχουμε περισσότερο από όλα ανάγκη είναι το αυτονόητο, το οποίο έχει επισκιαστεί από τη χρόνια τοξικότητα που επικράτησε όλα τα προηγούμενα χρόνια.