Και τώρα τι; Πού θα πάμε; Θα μείνουμε πολιτικά ανέστιοι;
Αυτά τα ερωτήματα, φαντάζομαι, πως απασχολούν πολλούς από τους παλιούς μου φίλους. Όλους εκείνους που προτίμησαν να μείνουν, όπως πίστευαν, στην ιδεολογία της νιότης και της καθαρότητάς της, αλλά έτρεφαν και μια κρυφή ελπίδα για τη ρεβάνς του Εμφυλίου, με τη λεγόμενη «κυβερνώσα αριστερά».
Με την πλειοψηφία τους, κόπηκαν οι δεσμοί μας, την ταραγμένη και κλεμμένη δεκαετία 2010 - 2019. Φιλία δεκαετιών χάλασε γιατί προτίμησαν να υποτάξουν το πνεύμα και τη λογική τους στο όνειρο για την «έφοδο στους ουρανούς», για την κυβερνητική εξουσία, όπου, καθώς έλεγαν, «θα τους δείξουμε εμείς τι θα πει να κυβερνάει η αριστερά με επίκεντρο τον άνθρωπο». Το έδειξαν επιδεικνύοντας φανατική δυσανεξία σε κάθε άλλη άποψη, την οποία χαρακτήριζαν «προδοτική» και «προσκυνημένη».
Όντως, η αριστερά, ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας κι άρχισε να μας δείχνει πως το εννοεί. Πότε με στημένους διαγωνισμούς για τις τηλεοπτικές άδειες με εγγύηση ξένα βοσκοτόπια, πότε με παραδικαστικά κυκλώματα με στόχο την εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων, πότε με τη διγλωσσία των δηλώσεων στο εξωτερικό και στο εσωτερικό, πότε να την προσπάθεια δημιουργίας ενός παρά-κράτους στον κρατικό μηχανισμό με την επιστράτευση χιλιάδων φερέλπιδων κομισάριων.
Οι παλιοί μας φίλοι δεν θέλησαν ποτέ να σκεφτούν και να μιλήσουν ανοιχτά για όλα αυτά. Πίστευαν και πιστεύουν πως αυτά είναι ήσσονος σημασίας και πως προέχει η δικαίωση των αγώνων. Ποιοι αγώνες; Τίνος οι αγώνες; Όχι πάντως οι δικοί τους. Παιδιά και νέοι που μπήκαν στην πολιτική μετά το 1974, δεν έπαθαν το παραμικρό από τη «επάρατο δεξιά». Το αντίθετο μάλιστα, πολλοί βολεύτηκαν στον κρατικό μηχανισμό, άλλοι σε δοξασμένες αργομισθίες και διάφοροι σε θέσεις μετακλητών ή αποσπασμένων σε διάφορα κόμματα της αριστεράς θέσεις.
Είναι γνωστοί αυτοί, γνωστά τα έργα και οι ημέρες τους.
Υπάρχουν όμως και άλλοι. Άνθρωποι απλοί που υποστήριξαν και υποστηρίζουν μέχρι σήμερα τον ΣΥΡΙΖΑ, θεωρώντας πως μπορεί να αποτελέσει εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Εθελοτυφλούν, αυταπατώνται. Απλά, δεν μπορούν να παραδεχτούν στον ίδιο τους τον εαυτό πως έκαναν λάθος εκτιμήσεις, πως η εικόνα που είχαν στο μυαλό τους για την πραγματικότητα όχι μόνο δεν ήταν ακριβής, αλλά ήταν στρεβλή και ψευδής.
Αντιλαμβάνομαι σήμερα την πίκρα και τη συντριβή τους. Κατανοώ πως θα πρέπει να το ζήσουν όλο αυτό μόνοι τους, απομονωμένοι και αποκομμένοι από τον ίδιο τους τον εαυτό, πληρώνοντας την αλλοτρίωση τους ως τίμημα στον βωμό του υπέρτατου κομματικού σκοπού.
Εκείνα τα κορίτσια και τα παλικάρια που ξεκίνησαν τη ζωή τους γεμάτα όνειρα να αλλάξουν τον κόσμο, μεσήλικες πια, βιώνουν μία ακόμη ήττα της ψευδώνυμης ιδεολογίας τους. Μία ήττα η οποία θέτει το βαθύτατο υπαρξιακό ερώτημα: μήπως πήραμε τη ζωή μας λάθος;
Όσο κι αν το αποφεύγουν τώρα, μοιραία θα αναγκαστούν να απαντήσουν στο ερώτημα αυτό κοιτάζοντας τον καθρέφτη τους. Μπορεί να θελήσουν να συνεχίσουν να ζουν οικειοθελώς στην πλάνη τους. Είναι δύσκολο να παραδεχτείς πως υποστήριξες ανθρώπους και ιδέες, οι οποίοι μεν άνθρωποι αποδείχτηκαν τα ανθρωπάκια του Τσίρκα, οι δε ιδέες ένας αχταρμάς εμμονών και στρεβλώσεων της πραγματικότητας.
Τα κορίτσια και τα αγόρια εκείνης της εποχής, έδειχναν σεβασμό στη μνήμη εκείνων που προσέφεραν ανιδιοτελώς τα νιάτα και τη ζωή τους πολλές φορές, για τα ιδανικά που πίστευαν. Με βάση τις πληροφορίες που είχαν στη διάθεσή τους, έκαναν μία πολιτική και ηθική επιλογή, για την οποία, χωρίς να βαρυγκωμούν, πλήρωσαν το τίμημα στο ακέραιο. Αυτούς που πίστεψαν και ακολούθησαν στην ωριμότητά τους, αποδείχτηκε πως τσαλαπάτησαν τη μνήμη όλων εκείνων, τη χρησιμοποίησαν ως εφαλτήριο για σκοπούς ανομολόγητους και ανήθικους. Πώς το επέτρεψαν αυτό; Πόσους συμβιβασμούς έκαναν μέσα του; Αντιλαμβάνονται, άραγε, το μέγεθος της ύβρεως;
Αδυνατώ να φανταστώ πως θα μπορέσουν να κάνουν απολογισμό της ζωής τους. Ειλικρινά, δεν θα ήθελα να είμαι στη θέση τους. Ανάμεσα στις μυλόπετρες της λογικής και του συναισθήματος, θα πρέπει να έχεις στερεή ηθική υπόσταση και ισχυρή βούληση για να παραδεχτείς, όχι δημόσια, μα στον εαυτό σου πως αφέθηκες να σε χρησιμοποιήσει μια συμμορία τυχοδιωκτών και οπορτουνιστών που κυβερνούσαν το καράβι με σημαία ευκαιρίας για ίδιον όφελος. Οι κωπηλάτες, απλά ήταν αναλώσιμοι ή παράπλευρες απώλειες σε αυτή την τραγωδία.
Έχοντας γνωρίσει πολλούς από αυτούς, με τους οποίους συνοδοιπορήσαμε για αρκετά χρόνια, ξέρω πως θα ήταν άδικο να τους ταυτίσουμε με τα περιτρίμματα και τα σκουπίδια της ιστορίας, ακόμη κι αν δεν πρόκειται να ξανασυναντηθούμε ποτέ. Ωστόσο, κάθε επιλογή στη ζωή, έχει και το τίμημά της. Κάποιοι το πληρώσαμε χάνοντας φίλους, ήρθε η ώρα να το πληρώσουν και οι άλλοι.