Η προχθεσινή άτυπη σύνοδος των ηγεσιών των Δυτικών Βαλκανίων, πέραν της αυτονόητης επιτυχίας της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και την ανάδειξη της χώρας ως στρατηγικού κόμβου και πρεσβευτή του Δυτικού κόσμου ανέδειξε για άλλη μια φορά, μια ιδιαίτερη και παρά φύση συμμαχία των πιο ετερόκλητων πολιτικών δυνάμεων, οι οποίες με κάθε ευκαιρία, προσπαθούν να υπονομεύσουν τον γεωπολιτικό προσανατολισμό της χώρας, τον οποίο κατακτήσαμε με αίμα και αγώνες στα βουνά της πατρίδας μας, τέτοιες ημέρες το 1949.
Η παρουσία του προέδρου της Δημοκρατίας της Ουκρανίας, όπως ήταν φυσικό, ήταν εκείνη που λειτούργησε ως κόκκινο πανί μπροστά στον μαινόμενο ταύρο της νέας εκδοχής του εθνολαϊκισμού, σε περιβάλλον ρευστής γεωπολιτικής δυναμικής τόσο στην ευρύτερη περιοχή μας, όσο και διεθνώς.
Η ιδέα - έκφραση «συμμαχία των προθύμων», κυκλοφορούσε από καιρό «δαπάναις» οργανικών διανοουμένων και δημόσιων σχολιαστών που πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ, χθες, όμως, υιοθετήθηκε και από τον στενό, με ελάχιστους πλέον αναγνώστες, κομματικό του Τύπο.
Γι’ αυτούς, ο διεθνής συνασπισμός πενήντα και πλέον χωρών, οι οποίες φροντίζουν την ενίσχυση της άμυνας - προσοχή της άμυνας απέναντι στον βάρβαρο εισβολέα - ενός λαού που μάχεται με γενναιότητα υπέρ βωμών και εστιών, είναι «πρόθυμοι».
Χαρακτηρισμός που κατά τους εμπνευστές του, υποτιμά τόσο τον αμυνόμενο λαό, ο οποίος διεκδίκησε και κέρδισε με το σπαθί του μέσω δημοκρατικών εκλογών, το δικαίωμα στην επιλογή, αλλά και τις υπόλοιπες κοινωνίες, οι οποίες αντιλαμβάνονται την ρωσική εισβολή ως θανάσιμη απειλή για όλα όσα κέρδισαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο.
Ειρωνευόμενοι τη συμμαχία των χωρών που τάχθηκαν με το δίκιο ενός λαού, αποκαλύπτουν, αυθωρεί, τη δική τους στράτευση. Μπορεί στα λόγια να παρουσιάζονται ως «υπέρμαχοι της δημοκρατίας», του «πλουραλισμού», της «ανοιχτής κοινωνίας», στην πραγματικότητα, ωστόσο, θεωρούν πως αρκεί κάποιος να είναι ισχυρότερος του γείτονά του για να του επιβάλει την άποψη και βούλησή του. Κάτι, ανάλογο με τον Ερντογάν, δηλαδή και την πολιτική έντασης που προσπαθεί να επιβάλλει.
Πέραν αυτού - και παρά τις περί αντιθέτου διακηρύξεις τους - είναι σαφές πως αντιμετωπίζουν τον Πούτιν και την παράνομη εισβολή του, ως «εναλλακτική λύση» ή «αντίπαλο δέος» στην παντοδυναμία της Δύσης. Και μπορεί ως οργανικοί διανοούμενοι και σχολιαστές, να απόλαυσαν τα αγαθά του καπιταλισμού, αποδεχόμενοι διορισμούς σε γραφεία Τύπου, επιτροπές, παραεπιτροπές κ.λπ. μα δεν μπορούν να λησμονήσουν την πίκρα της ακύρωσης του ονείρου με την κατάρρευση της Ε.Σ.Σ.Δ.
Η περίτεχνη διατύπωση ερωτήσεων, - άθλημα στο οποίο διακρίνονται μαζί με την εκστόμιση πομφολύγων προς εντυπωσιασμό του αδαούς κοινού - σκοπεύει στην υπονόμευση της απλής συλλογιστικής και στη μοναδική απάντηση που πρέπει να δίνει κάθε έντιμος άνθρωπος στην ερώτηση: με τον εισβολέα και κατακτητή ή με εκείνον που υπερασπίζεται την πατρίδα του;
Εξάλλου, είναι οι ίδιοι, οι οποίοι αναλόγως του καιρού, πότε παρουσιάζονται ως υπέρμαχοι μιας «σκληρής αντιμετώπισης» της Τουρκίας και πότε προβάλλουν το αίτημα για μία «Συμφωνία του Αιγαίου» ανάλογης εκείνης των Πρεσπών.
Αν δεν υποδύονταν τους αναλυτές - σχολιαστές, θα μπορούσαν κάλλιστα να κάνουν μεγάλη καριέρα ανεμοδούρας.
Κάθε άλλο παρά τυχαία είναι η σύμπτωση αυτών των απόψεων, με τις προσεγγίσεις της «άλλης πλευράς», των ανοιχτά ρωσόφιλων πολιτικών δυνάμεων της παλιάς λαϊκής δεξιάς, των παραεκκλησιαστικών οργανώσεων, των εθνικιστικών θυλάκων, διαφόρων «ανταποκριτών», εξειδικευμένων «ΜΜΕ» που δημοσιεύουν κείμενα που λαμβάνουν μεταφρασμένα στα ελληνικά, από ξένες πρωτεύουσες, κοινοβουλευτικών κομμάτων, εκ των οποίων άλλα ομνύουν στον Στάλιν και άλλα σε διάφορους ψευτοαγίους και χριστέμπορους, κ.λπ.
Ο πόλεμος που κήρυξε απρόκλητα, άδικα και επεκτατικά η Ρωσία στην Ουκρανία, έφερε στην επιφάνεια μία από τις μεγαλύτερες διαιρέσεις της ελληνικής κοινωνίας, εκείνη την πολιτισμικής επιλογής.
Τα στρατόπεδα είναι δύο: από τη μία πλευρά είναι εκείνοι που βλέπουν το παρόν και το μέλλον της χώρας στον Δυτικό κόσμο, με όλες τις αδυναμίες και λάθη που έχει, γιατί πιστεύουν στο δικαίωμα στην επιλογή, από την άλλη πλευρά, είναι εκείνοι που θεωρούν πως «ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός», ένας κόσμος «στιβαρών ηγεσιών» αντιπάλων της «κακιάς, διεφθαρμένης, καπιταλιστικής Δύσης», οι οποίες και θα φέρουν την ισορροπία, επιβάλλοντας τη μονοδοξία και την άχρωμη ομοιομορφία.
Ουσιαστικά, δηλαδή, αυτοί οι δεύτεροι, δεν είναι τίποτα άλλο παρά «οι πρόθυμοι» ή, αν θέλετε, οι χρήσιμοι ηλίθιοι, όργανα στα χέρια νεοαυταρχικών ηγετών. Και ως τέτοιοι, δεν μπορούν παρά μην έχουν το ίδιο τέλος με τους άλλους «πρόθυμους» εκείνους που γοητεύτηκαν από τον Χίτλερ με τη γνωστή κατάληξη.