Η χώρα δοκιμάζεται σκληρά. Οι επιστήμονες μιλούν για ανείπωτες καταστροφές και, επιπλέον, προμηνύουν πως παρόμοια φαινόμενα θα συμβαίνουν ολοένα και πιο συχνά λόγω της κλιματικής κρίσης, αλλά και της κατάρρευσης ολόκληρων μετεωρολογικών συστημάτων.
Ο κρατικός μηχανισμός, ο στρατός, η πυροσβεστική, το ΕΚΑΒ, οι γιατροί και οι νοσηλευτές, οι εθελοντές, έχουν ριχτεί στη μάχη για τη σωτηρία των ανθρώπων, την αποκατάσταση όποιων ζημιών κρίνονται αναγκαίες για την επαναφορά σε μια στοιχειώδη και ανεκτή καθημερινότητα.
Τα μέτωπα είναι πολλά, οι δυνάμεις μετρημένες, τα όρια πεπερασμένα. Η μάχη ωστόσο δίνεται και όλοι ελπίζουν στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Όσοι δε μετέχουν άμεσα στον αγώνα, σκεπτικοί, προβληματισμένοι, αγωνιούντες εύχονται να βγούμε μεν ως χώρα και κοινωνία, τραυματισμένοι, αλλά με κουράγιο να αντιμετωπίσουμε την επόμενη ημέρα, για την οποία θα χρειαστούμε όλο το κουράγιο και την ελπίδα. Θα είναι δύσκολη η επόμενη ημέρα, θα χρειαστεί κόπος πολύς και πόνος αμέτρητος για να γιατρευτούν οι πληγές.
Κι όμως, αυτή τη δύσκολη ώρα, την ώρα της μάχης με τις επιπτώσεις των φυσικών καταστροφών, βρέθηκαν άνθρωποι που χαίρονταν και πανηγύριζαν. Ορισμένοι από αυτούς μετρούσαν το «σκορ των θανάτων» με φανερή ικανοποίηση, αναζητώντας τη ρεβάνς από άλλες προηγούμενες τραγωδίες. Υπήρξαν συμπολίτες μας, οι οποίοι τεχνηέντως μέσω αναρτήσεων στα social media έθεταν ύπουλες «ερωτήσεις». Δεν έλειψαν ούτε εκείνοι που διακίνησαν ψευδείς ειδήσεις, πειραγμένες φωτογραφίες, φήμες και αστόχαστα κουτσομπολιά.
Φυσικά, δήλωσαν υπερήφανοι παρόντες και όλοι εκείνοι που θεωρούν πως θα τα κατάφερναν πολύ καλύτερα, παρά το γεγονός ότι δεν έχουν ασχοληθεί ποτέ με τη διοίκηση ανθρώπων, αλλά ούτε καν με τη συλλογή των κοινοχρήστων της πολυκατοικίας τους. Τέλος, υπήρξαν κι εκείνοι οι οποίοι εύχονταν εκατόμβες νεκρών, προκειμένου να συγκλονιστεί η κοινωνία, να κατέβει στους δρόμους και να απαιτήσει ή επιφέρει αλλαγή. Το τελευταίο είναι ένα χιλιοπαιγμένο έργο από την εποχή της πανδημίας, όταν συνειδητά και συστηματικά υπονόμευαν τη δημόσια ασφάλεια στη χώρα.
Κάποιοι από αυτούς είναι απλά αθεράπευτα επιπόλαιοι, κάποιοι άλλοι είναι κακεντρεχείς και πολλοί μισαλλόδοξοι. Κοινό τους χαρακτηριστικό το μίσος προς την κυβέρνηση, η οποία πριν από δύο μήνες έλαβε την έγκριση του εκλογικού σώματος. Δεν έχω κανένα λόγο να πιστεύω πως όλοι πρέπει να είναι οπαδοί της εκάστοτε κυβέρνησης, απεναντίας θεωρώ πως το καλύτερο δυνατό, παρ’ όλες τις αδυναμίες του, σύστημα διακυβέρνησης είναι το πολυκομματικό, εκείνο που ευνοεί την εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία, δηλαδή το Δημοκρατικό.
Τα κάνει όλα καλά και όμορφα η κυβέρνηση; Ασφαλώς όχι. Υπάρχουν πολλά τα οποία πρέπει να γίνουν αντικείμενο διεξοδικής κριτικής και ενδελεχούς μελέτης.
Την ώρα της μάχης, όταν χιλιάδες άνθρωποι παλεύουν για να σώσουν ό,τι σώζεται και, κυρίως, ανθρώπινες ζωές, συμπεριφορές, πολιτικές, συνθήματα, διασπορά ψευδών ειδήσεων, το μόνο που κάνουν είναι να υπονομεύουν την ενότητα, το σθένος, το ηθικό εκείνων που αγωνίζονται. Κοντολογίς, πρόκειται για μια συνειδητή υπονόμευση και για να μη φοβόμαστε τις λέξεις, για σαμποτάζ, για δολιοφθορά σε βάρος της κοινωνίας, των πολιτών της χώρας.
Παράλληλα και ταυτόχρονα με όλα αυτά, παρατηρήθηκε και ένα άλλο φαινόμενο ή μάλλον η απουσία όλων εκείνων των επαγγελματιών «διασωστών», οι οποίοι με πρόσχημα της ροές της παράνομης μετανάστευσης, συκοφαντούν τη χώρα στο εσωτερικό και στο εξωτερικό για ιδιοτελείς σκοπούς.
Κανείς από όλους αυτούς δε βρέθηκε δίπλα στους πληγέντες. Ίσως γιατί δεν υπάρχει αμοιβή με το κεφάλι από διάφορα, ύποπτα κέντρα του εξωτερικού. Ίσως, πάλι, η αποστολή σε βαλτόνερα και λασποχώραφα να μην είναι του επιπέδου της υψηλής τέχνης της διάσωσης. Τέλος, απλά μπορεί να μην ήθελαν να χαλάσουν το μανικιούρ ή να τρυπήσουν τις πανάκριβες, λαστιχένιες μπότες τους. Όποια κι αν ήταν η αιτία, η απουσία τους καταγράφεται, ώστε την επόμενη φορά που θα βγουν με υψωμένο τον δείκτη του χεριού τους να λάβουν την προσήκουσα απάντηση.
Η ιστορία έχει αποδείξει πως όταν κάποιος πολεμάει στο μέτωπο, χρειάζεται την υλική και ηθική υποστήριξη των μετόπισθεν και όχι την υπονόμευσή του. Ας περάσει το κακό και τότε τα κόμματα, οι επιστημονικοί και επαγγελματικοί φορείς, οι οργανώσεις της Κοινωνίας των πολιτών, ας καταθέσουν την κριτική και τις προτάσεις τους για καλύτερη προετοιμασία και αντιμετώπιση παρόμοιων φαινόμενων. Μετά όμως, όχι κατά τη διάρκεια της μάχης. Γιατί τότε θα έχει πολλαπλασιαστική αξία και συμβολή.
Οι γκρίνιες, οι υπονομεύσεις, οι ειρωνείες, η διάδοση ψευδών ειδήσεων τώρα, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία σύγχρονη μορφή δολιοφθοράς με στόχο όχι πια την κυβέρνηση - η οποία έχει πεπερασμένο χρόνο ζωής κατά το Σύνταγμα - αλλά την ίδια την κοινωνία και τη συνοχή της.