Τα κόμματα, τουλάχιστον εκείνα που αυτοπροσδιορίζονται αλαζονικά ως «δημοκρατικά» και εκφράζοντα τη «δημοκρατική παράταξη», (λες και τα υπόλοιπα εκφράσουν την αντιδημοκρατική παράταξη), νομίζω πως έχουν κύριο στόχο τους την υπεράσπιση του δημοκρατικού πολιτεύματος και βάζουν πάνω απ’ όλα το συμφέρον την κοινωνίας και της πατρίδας. Ή μήπως όχι;
Η προτροπή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ κ. Ανδρουλάκη προς τον αρχηγό της Ν.Δ. κ. Κυριάκο Μητσοτάκη «να κυβερνήσει με την ακροδεξιά», αν δεν έχει αυτοδυναμία με βάση τα αποτελέσματα των επερχόμενων εκλογών, προκάλεσε αίσθηση και απορία.
Ήταν άλλο το ΠΑΣΟΚ που συγκυβέρνησε με το ΛΑΟΣ του κ. Καρατζαφέρη, πριν μερικά χρόνια; Τότε το ΠΑΣΟΚ πρόταξε το συμφέρον της χώρας και θα πρέπει να είναι υπερήφανο για αυτή τη σελίδα της ιστορίας του. Μήπως όμως ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, θέλει να θυμάται μόνο ό,τι τον βολεύει, για να υποστηρίξει την τρέχουσα, συγκυριακή του πολιτική;
Θεωρεί πως οι πολίτες έχουν κοντή μνήμη, επαναλαμβάνοντας τα επιχειρήματα του εξ ευωνύμων ανταγωνιστή του κ. Τσίπρα και αναλαμβάνει ρόλο αντιδεξιού ηγέτη;
Για να υπάρξει «αντιδεξικό κίνημα ή μέτωπο», θα πρέπει πρώτα να υπάρχει δεξιά, έτσι όπως ήταν πριν πολλές δεκαετίες. Η επίκληση και μόνο των αντιδεξιών συνδρόμων, δείχνει πως δεν έχουν κατανοήσει καν τον αντίπαλό τους, ο οποίος έχει μεθοδικά και σε βάθος χρόνου, μετακινηθεί προς το κέντρο, στερώντας τους την πολύτιμη εκείνη δεξαμενή ψήφων που συγκροτούν την αναγκαία και ικανή δύναμη για τη μετατροπή ενός μικρού ή μεσαίας δυναμικότητας κόμμα σε σημαντικό παίκτη του πολιτικού συστήματος.
Στο απίθανο, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις σενάριο, μη επίτευξης αυτοδυναμίας της ΝΔ, στην περίπτωση που έχει 149 - 150 έδρες, ο κ. Ανδρουλάκης δηλώνει πως θα αρνηθεί να συμπράξει στον σχηματισμό κυβέρνησης που θα οδηγήσει τη χώρα στο αύριο, προκειμένου να παραμείνει περιχαρακωμένος στην καλβινιστικού τύπου «αντιδεξιά καθαρότητα», η οποία θυμίζει πλέον βιντεοκασέτες της δεκαετίας του ’80, την εποχή της βασιλείας του streaming και του Netflix.
Η καλβινιστικές, απόλυτες απόψεις περί καλού και κακού, περί καθαρού και μιαρού, είναι καλές και ταιριαστές για θρησκευτικές σέχτες, όπως οι Άμις στις ΗΠΑ ή για γκρουπούσκουλα τύπου ΚΚΕ - ΜΛ και ΜΛ - ΚΚΕ, όχι, όμως, για κόμματα που φιλοδοξούν να καταστούν ο δεύτερος, ισχυρός πόλος στο κομματικό σύστημα.
Η αδυναμία κατανόησης τόσο των μεγάλων αλλαγών στην κοινωνία, όσο και του εκλογικού μηνύματος των πρόσφατων εκλογών, προφανώς οδηγεί στην επιλογή μιας απόπειρας παλινόρθωσης του κουτσογιωργικής έμπνευσης συνθήματος για τη «πάλη του σκότους με το φως».
Μόνο που αυτό μπορεί να συγκινήσει εκείνο το τμήμα του εκλογικού σώματος, το οποίο ήταν η νεολαία της εποχής που ακούστηκε και σήμερα βρίσκεται εκτός της παραγωγικής διαδικασίας. Οι σημερινές παραγωγικές ηλικίες, δεν ενδιαφέρονται για διαιρέσεις τύπου «δεξιά - αντιδεξιά», μα αναζητούν απαντήσεις στα σύγχρονα προβλήματα και διεκδικούν με αξιώσεις, μόνες τους, τη θέση που τις αξίζει στον κόσμο.
Εξίσου καλβινιστική, δείχνει και η άποψη του κ. Ανδρουλάκη για μερικά από τα κορυφαία στελέχη της άλλοτε κραταιής παράταξής του, αποφεύγοντας να απευθύνει προσκλητήριο συστράτευσης, για την κατάρτισης μίας άλλης, εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης. Θα έλεγε κανείς πως φοβάται τη σύγκριση με εκείνους που σε καιρούς δύσκολους για την πατρίδα και χαλεπούς για το ίδιο του το κόμμα, άρθρωσαν έναν βαθύτατα πολιτικό και ορθολογικό λόγο, ως αντίβαρο στον λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ.
Στις μέρες μας, δεν επαρκούν τα ευφάνταστα συνθήματα. Αν ήταν έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν ακόμη κυβέρνηση και η χώρα βυθισμένη στη φτώχεια και τη διεθνή περιφρόνηση.
Η κοινωνία, περνώντας από το αναγκαίο, πολιτικό φροντιστήριο της χρεοκοπίας, των μνημονίων, των αλλεπάλληλων κρίσεων (μεταναστευτικό 2020, πανδημία, πόλεμος στην Ουκρανία κ.λ.π), με γνώμονα την αυτοσυντήρησή της, περιμένει ρεαλιστικές προτάσεις από τα κόμματα και όχι πομφόλυγες και νεκραναστάσεις παλιών διαιρέσεων.
Νοοτροπίες όπως «καλύτερα ένα μικρό μαγαζί και δικό μου», κάθε άλλο παρά μπορούν να συνομιλήσουν με την κοινωνία και την εποχή, πολλώ δε μάλλον, να αποτελέσουν ελκυστική πρόταση για το μέλλον. Αυτό φαίνεται δεν έγινε κατανοητό από το ΠΑΣΟΚ, το οποίο επιμένει σε πολιτικές απόψεις παρωχημένες, επικαλούμενο «σύνδρομα» τα οποία έχουν από καιρό ακυρωθεί από την ίδια τη ζωή.
Προφανώς, δεν έχουν προλάβει να μελετήσουν τα πικρά συμπεράσματα από την τύχη του ΣΥΡΙΖΑ και της δικής του ρετρό πολιτικής, η οποία, όπως δείχνουν τα πράγματα, βιώνει ένα δύσκολο πολιτικό τέλος. Έχουν, πάντως, καιρό να το κάνουν μετά τις εκλογές.