Ήταν οι πρώτες εβδομάδες της πανδημίας, όταν όλη η κοινωνία μουδιασμένη από το φόβο προσπαθούσε να κατανοήσει τι συμφορά ήταν αυτή που μας είχε βρει, όταν ένας νεαρός - μάλλον νοσηλευτής το επάγγελμα - από μία επαρχιακή, παραλιακή πόλη της Βορείου Πελοποννήσου, καθιέρωσε στο twitter και στο facobook, το Hastag, #θα_λογαριαστούμε_μετά# εκτοξεύοντας απειλές κατά της κυβέρνησης και όσων υποστήριζαν την πολιτική του lockdown. Μετά από τη γενική κατακραυγή χρηστών, αναγκάστηκε να το αποσύρει, αλλά ο ίδιος συνεχίζει μέχρι σήμερα να κάνει παρόμοιες αναρτήσεις με κάθε ευκαιρία. Έχει μανία με τους λογαριασμούς. Γιατί δεν έγινε σερβιτόρος ή λογιστής, είναι κάτι στο οποίο δεν θα πάρουμε ποτέ απάντηση.
Η έκφραση, όμως, «θα λογαριαστούμε μετά», φαίνεται πως αποτελεί μέρος του ιδιόλεκτου του ΣΥΡΙΖΑ, κάθε φορά που η εσωκομματική ένταση χτυπάει κόκκινο, όπως τώρα που οι διάφορες φατρίες ανταγωνίζονται για την επίζηλη ηγεσία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Ένα από τα βασικά εργαλεία άσκησης πίεσης στις άλλες φατρίες, χωρίς αυτό να σημαίνει πολιτική ως ιδέες και ως πρακτική, είναι η συλλογή υπογραφών διαφόρων, προκειμένου να δείξουν την «μαζικότητα» της φατρίας ή του ρεύματος ή της συνιστώσας. Αλήθεια, εκείνοι οι πότε 600 και πότε 800 «πνευματικοί άνθρωποι» της χώρας, οι οποίοι υπέγραφαν όποια μεταχειρισμένη χαρτοπετσέτα του σέρβιρε ο ΣΥΡΙΖΑ με τα «μνημόνια» και το «ηρωικό ΟΧΙ», τι απέγιναν;
Βέβαια, πως θα γινόταν αυτός ο χαμός και ο αλληλοσπαραγμός, θα το θυμούνται οι τακτικοί αναγνώστες της στήλης, αφού έχω γράψει κατ’ επανάληψη πως είναι τόσο ισχυρές η δύναμη της εσωκομματικής ίντριγκας στα κόμματα της αριστεράς που αποκλείεται να μην βγουν τα μαχαίρια ή έστω τα πυρωμένα πληκτρολόγια τον καιρό των social media.
Κατηγορίες για σεξισμό, ηλικιακό ρατσισμό, χωρίς όρους φραξιονιστική δράση, απολιτίκ, φυτευτοί υποψήφιοι, όργανα της πλουτοκρατίας, είναι μερικές από αυτές που εκτοξεύουν οι πυροβολαρχίες των αντιμαχόμενων πλευρών.
Το μόνο που απουσιάζει, και μάλιστα εκκωφαντικά, είναι η πολιτική. Η πολιτική ως πρόταση ιδεών και ως εφαρμογή.
Έτσι, οι πολίτες παρακολουθούν τους διεκδικητές να φέρονται με τον ίδιο ακριβώς τρόπο με εκείνον που κατηγορούσαν και στηλίτευαν το «παλιό», όταν ακόμη εκείνοι έφερναν το «καινούργιο» ενσαρκωμένο στην «πρώτη φορά αριστερά».
Ο χρόνος κυλάει αδυσώπητα για το κόμμα της Αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η προεκλογική διαδικασία θυμίζει περισσότερο ένα ναρκοπέδιο με τρομακτική πυκνότητα ναρκών ανά τετραγωνικό μέτρο, πράγμα που εγείρει πολλές αμφιβολίες αν μετεκλογικά, όποιος κι αν αναλάβει τα ηνία αυτού του κόμματος, θα είναι σε θέση να αποναρκοθετήσει το εσωκομματικό σκηνικό.
Η δημόσια αντιπαράθεση, η οποία πολλές φορές ξεφεύγει από τα όρια του ευπρεπούς με ύβρεις και απαράδεκτους υπαινιγμούς που διατυπώνονται, το μόνο που προκαλεί είναι ένα αγεφύρωτο χάσμα μεταξύ των διαφόρων φατριών.
Κανείς δεν πιστεύει πως μετά την ανακοίνωση του εκλογικού αποτελέσματος, όλοι αυτοί που αντάλλασσαν μεταξύ τους ύβρεις, θα μονιάσουν, θα ξεχάσουν τις προσβολές και ενωμένοι θα βαδίσουν στο μέλλον.
Μοιραία, ο νέος αρχηγός, θα πρέπει με την ανάληψη της κομματικής εξουσίας να προχωρήσει σε εκκαθαρίσεις. Αυτό είναι αναγκασμένος να το κάνει, αφενός για να επιδείξει πυγμή και αποφασιστικότητα και, αφετέρου, να απαλλαγεί από τους θύλακες αμφισβήτησης και υπονόμευσης.
Η διάσπαση, είτε μέσω διαγραφών, είτε με αποχωρήσεις, είναι το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ. Η παλιά γενιά - φρουρά, δύσκολα θα μπορέσει να συνυπάρξει με τη γενιά του Τσίπρα που γαλουχήθηκε «στους δρόμους της Γένοβας», στις «πλατείες της αγανάκτησης» και τα «γραφεία των κομισάριων της πρώτης φοράς αριστεράς».
Την ίδια στιγμή, η νέα, απολιτίκ, post left πρόταση, όπως δείχνουν τα πράγματα, κερδίζει έδαφος στο παραζαλισμένο από τις απανωτές εκλογικές ήττες κοινό του ΣΥΡΙΖΑ, το οποίο βλέπει στον εισαγόμενο νέο Μεσσία, εκείνον που θα το οδηγήσει ξανά σε τροχιά διεκδίκησης της κυβερνητικής εξουσίας.
Η εξίσωση για το μέλλον του ΣΥΡΙΖΑ έχει πολλούς άγνωστους Χ και καθόλου βέβαιη λύση. Το μόνο βέβαιο, μοιραία, είναι πως το κόμμα αυτό στο άμεσο μέλλον θα έχει να φροντίσει τις αιμάσσουσες πληγές που θα αφήσει πίσω της η προεκλογική εκστρατεία και να αντιμετωπίσει την πανσπερμία των φατριών, κάθε μία από τις οποίες θα διεκδικεί τόσο το αλάθητο, όσο και την ιδεολογική ηγεμονία στα στενά όρια ενός κόμματος που παραδέρνει χωρίς ταυτότητα.