Παραμένουν ακόμη θρυλικοί οι απόφοιτοι του λεγόμενου «Μικρού Πολυτεχνείου», οι υπομηχανικοί της χώρας, οι οποίοι συνέβαλαν τα μέγιστα στην ανοικοδόμηση του τόπου μετά την καταστροφική δεκαετία 1940 - 1949. Ήταν άνθρωποι με γνώσεις και δεξιότητες, ήξεραν τη δουλειά και την έφερναν σε πέρας. Έτσι πρόκοψαν κι αυτοί κι ο τόπος.
Είναι κοινός τόπος πως σήμερα η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει οξύ πρόβλημα μεσαίων στελεχών και εξειδικευμένων τεχνητών. Μπορεί να βγάζουμε πολλούς απόφοιτους ΑΕΙ, οι οποίοι δεν έχουν καμία ζήτηση στην αγορά εργασίας, δεν βγάζουμε, όμως, καθόλου, ανθρώπους με δεξιότητες που θα μπορούσαν αμέσως μετά την αποφοίτησή τους να ενταχθούν στην παραγωγική διαδικασία με αξιώσεις. Από τις εξαιρέσεις, οι σχολές του ΕΟΤ, οι απόφοιτοι των οποίων εντάσσονται αμέσως είτε στην τουριστική, είτε στη βιομηχανία του επισιτισμού. Μπορεί να υπάρχουν κι άλλες, δεν αντιλέγω.
Η διαπίστωση είναι πικρή, αλλά η χώρα, το πολιτικό σύστημα, η κοινωνία, έχουν αποτύχει οικτρά στο ζήτημα της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης. Ρώτησα αρκετούς φίλους εκπαιδευτικούς που «έγραψαν πολλά χιλιόμετρα στον μαυροπίνακα», υπηρετώντας σε τεχνικά σχολεία επί δεκαετίες. Μου μίλησαν για τη σταδιακή τους απαξίωση με πόνο καρδιάς και μου μετέφεραν παράπονα, καημούς και ελπίδες πως μπορεί τα πράγματα να αλλάξουν. Κάποτε.
Παρά τις μεγάλες επενδύσεις που έγιναν για κτηριακές υποδομές, εργαστήρια και εξοπλισμό, η τεχνική εκπαίδευση παραμένει απαξιωμένη στα μάτια της κοινωνίας. Την ίδια στιγμή, ακούγονται παράπονα πως δεν υπάρχουν καταρτισμένοι τεχνίτες και εξειδικευμένοι εργαζόμενοι για να απασχοληθούν σε μεγάλα και μικρά έργα που υλοποιούνται στη χώρα.
Οι ευθύνες για αυτή την κατάσταση, είναι διαχρονικές και επιμερίζονται σε όλες, ανεξαιρέτως, τις κυβερνήσεις του πρόσφατου αλλά και μακρινού παρελθόντος. Επικεντρώθηκαν όλες στο άλλο μεγάλο τραύμα του εκπαιδευτικού συστήματος, στην είσοδο στα ΑΕΙ, μια διαδικασία μετάθεσης ευθυνών από τη μία βαθμίδα στην επόμενη, χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα και, φυσικά, χωρίς κανείς να νιώθει υπεύθυνος για τίποτα.
Όλοι έχουμε την πικρή εμπειρία να χρειαζόμαστε κάποιον τεχνίτη για το σπίτι μας και να μην βρίσκουμε, ακόμη κι αν κινητοποιήσουμε όλο το δίκτυο γνωριμιών που έχουμε.
Ίσως θα πρέπει να αναρωτηθούμε για τις αιτίες, ίσως αυτό θα πρέπει να ήταν ένα από τα θέματα που θα έπρεπε να συζητήσουν τα κόμματα κατά την προεκλογική περίοδο και να καταθέσουν τις προτάσεις τους, για να καταλάβουμε κι εμείς τι σκοπό έχουν. Αυτή η κοκορομαχία περί φόρων, μερισμάτων κ.λπ. είναι ατελέσφορη, αν και κατανοητή σε ένα δημοκρατικό σύστημα κομματικού ανταγωνισμού.
Η τεχνική εκπαίδευση είναι ο μεγάλος ασθενής του εκπαιδευτικού συστήματος και μία από τις αιτίες υστέρησης της χώρας. Πέραν των δαπανών για τη λειτουργία του, μεγαλύτερο είναι το κόστος από τη μη παραγωγή εξειδικευμένων εργαζομένων που θα μπορούσαν να καλύψουν τις ανάγκες και τη ζήτηση στην οικονομία της χώρας.
Παρατηρείται το φαινόμενο οι απόφοιτοι περιζήτητων σχολών, για τους οποίους δαπανήσαμε μεγάλα ποσά προκειμένου να καταρτιστούν, να μεταναστεύουν στο εξωτερικό και την ίδια στιγμή, η αβελτηρία για τη βελτίωση της τεχνικής εκπαίδευσης να δημιουργεί μαύρες τρύπες στη ζήτηση ανθρώπινου δυναμικού.
Ουσιαστικά, έχουμε να κάνουμε με μία από τις διαχρονικές παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος της μεταπολιτευτικής περιόδου, όπου με τις συνεχείς «επαναστάσεις» και «μεταρρυθμίσεις» καταλήξαμε, τελικά, στην πλήρη αποδιοργάνωση της τεχνικής εκπαίδευσης, όταν άλλες χώρες στην Ευρώπη και στην ανεπτυγμένη Δύση, δείχνουν ιδιαίτερη φροντίδα για τη βελτίωση των δικών τους συστημάτων, κατανοώντας πως μόνο έτσι θα μπορέσουν να διατηρήσουν το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα, σε μια εποχή υποχώρησης της χειρωνακτικής εργασίας, λόγω της αυξημένης συμμετοχής των μηχανών στην παραγωγική διαδικασία.
Φυσικά, μπορούμε να συνεχίσουμε να κάνουμε πως δεν βλέπουμε το πρόβλημα. Είμαστε καλοί στο να το κρύβουμε κάτω από το χαλί. Μπορούμε, επίσης, να συνεχίσουμε να λέμε μεγάλα λόγια περί αναμόρφωσης, ανασχεδιασμό ή μεταρρύθμιση.
Χωρίς, όμως, να γίνει το τεχνικό σχολείο γοητευτικό και θελκτικό για τους νέους ανθρώπους, όλα θα παραμείνουν κενό γράμμα και ο σταδιακός εκφυλισμός του υπάρχοντος συστήματος, θα φτάσει κάποια στιγμή στο σημείο απ’ όπου δεν υπάρχει επιστροφή. Και το σημείο αυτό, είναι πολύ πιο κοντά, απ’ όσο πιστεύουν πολλοί.