Εντελώς καλοπροαίρετα, δεν μπορώ να μην παρατηρήσω μία περίεργη σύγκλιση της δημόσιας ρητορικής εκπροσώπων του ΠΑΣΟΚ με εκείνη του ΣΥΡΙΖΑ.
Θα ήθελα να μπορούσα να την αποδώσω στον εκλογικό πυρετό και στην αγωνία υπερκέρασης του δευτέρου από τον πρώτο, μα δυσκολεύομαι.
Δυσκολεύομαι ακόμη περισσότερο, παρακολουθώντας τη δημόσια ρητορική οπαδών και μεσαίων στελεχών του ΠΑΣΟΚ στα social media, όπου είναι πλέον ευδιάκριτη μία παλινόρθωση του κουτσογιωργικού - αυριανιστικού λόγου, με ανοίκειες επιθέσεις και ιδιαίτερα τοξική ορολογία.
Οι απανωτές δηλώσεις περί φορολόγησης είτε ήταν lapsus linguae είτε ηθελημένες, φανερώνουν την αναλλοίωτη φύση του ΠΑΣΟΚ, καθοριστικό στοιχείο της οποίας ήταν και παραμένει η ανακατανομή του εθνικού εισοδήματος. Θα περίμενα, πριν από αυτό, να μας διαφωτίσει πως φαντάζεται το μοντέλο παραγωγής και αύξησης του παραγόμενου πλούτου, πριν περάσουμε στη μεγάλη ή μικρή ανακατανομή του. Βάζει το κάρο πριν από το άλογο, για μία ακόμη φορά.
Η χώρα δεν έχει ανάγκη από μία βελτιωμένη έκδοση του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία θα εκπέμπει τις ίδιες άγονες προτάσεις και θα έχει ένα λίγο ελαφρύτερο τοξικό δημόσιο λόγο. Αυτό, νομίζω, ήταν το ξεκάθαρο μήνυμα των εκλογών της 21ης Μαΐου και μάλλον δεν έτυχε ιδιαίτερης προσοχής από το ΠΑΣΟΚ.
Αν ελπίζει πως με αυτή την προεκλογική στρατηγική θα «επαναπατρίσει» ένα μέρος των παλιών του ψηφοφόρων και θα δημιουργήσει τις προοπτικές για να πάρει τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της Αξιωματικής αντιπολίτευσης, ίσως οι ελπίδες του δικαιωθούν εν μέρει, μα ταυτόχρονα, οικειοθελώς θα πέσει στα δίχτυα του πιο σκληρού, διεφθαρμένου και απαιτητικού εκλογικού κοινού, το οποίο έχει γαλουχηθεί με την ιδέα της νομής του κουβέρνου, πότε με τις τοπικές, πότε με τις κομματικές και πότε με τις αμεσοδημοκρατικές οργανώσεις και επιτροπές. Και τότε, η διολίσθηση σε θέσεις που θα θυμίζουν εποχές, τις οποίες οι νέοι ψηφοφόροι δεν τις γνωρίζουν ούτε από τα βιβλία της ιστορίας, ούτε από τις θρυλικές βιντεοκασέτες, ούτε καν από τις αναμνήσεις των γονιών τους, θα είναι ραγδαία και θα οδηγήσει στην αποξένωση από τους νέους ψηφοφόρους.
Όσον αφορά στους παλιούς, τα πράγματα είναι πιο απλά: εκείνοι που έφυγαν για λόγους αρχής, εντιμότητας και ιδεολογικών διαφορών, έφυγαν πριν το 2010 και ήδη αντιμετωπίζουν με ιδιαίτερα αυστηρή ματιά τη νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και την ρητορική της.
Μπορεί το ΠΑΣΟΚ να πλήρωσε ακριβά τη γενναία και πατριωτική του στάση για τη σωτηρία της χώρας από τη χρεοκοπία, εξίσου, όμως, ακριβά, πλήρωσε και το αμαρτωλό κουτσοργικό-αυριανικό του παρελθόν, απομακρύνοντας από κοντά του μια σημαντική μερίδα πολιτών, οι οποίοι ήθελαν και επιθυμούν να υποστηρίζουν ένα κόμμα σύγχρονο, με προγραμματικό λόγο που να ανταποκρίνεται στη σημερινή και αυριανή πραγματικότητα, να προτείνει συγκεκριμένες λύσεις σε προβλήματα και στην αντιμετώπιση καταστάσεων της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα και όχι της όγδοης του 20ού.
Πολύ φοβάμαι πως η σημερινή ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, δεν έχει αντιληφθεί τις αλλαγές που έγιναν στην ελληνική κοινωνία τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια και καταφεύγει με αγωνία σε συνταγές που δοκιμάστηκαν και απέτυχαν παταγωδώς, υποχρεώνοντας και το ίδιο να καταβάλει υπέρογκο τίμημα.
Διαφορετικά, δεν μπορώ να εξηγήσω την επαμφοτερίζουσα στάση του απέναντι σε κρίσιμα ζητήματα, όπως αυτό της διακυβέρνησης της χώρας. Οι πολίτες στις εκλογές ψηφίζουμε με κριτήριο το ποιός και πώς θα κυβερνήσει τη χώρα και όχι για το ποιος θα διαγκωνίζεται και θα πλειοδοτεί σε ανεδαφικές προτάσεις και νεφελώδη οράματα από τα έδρανα της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος.
Στον πολιτικό σχολιασμό, τα ευχολόγια είναι χθαμαλή και δυσάρεστη ψυχολογική κατάσταση, δεν μπορώ, παρόλα αυτά, να μην εκφράσω την ευχή, η σημερινή πολιτική που ακολουθεί το ΠΑΣΟΚ να οφείλεται στην προεκλογική και μόνο αγωνία του. Αν, ωστόσο, λάβει μόνιμα χαρακτηριστικά, τότε θα μιλάμε για μία ιστορικών διαστάσεων χαμένη ευκαιρία για το ίδιο, αλλά και για τον σοσιαλδημοκρατικό χώρο που τόσο μεγάλη ανάγκη έχει το πολιτικό μας σύστημα.