Ο πρόεδρος της Αιγύπτου Άμπντελ Φάταχ αλ Σίσι ανανέωσε για τρεις μήνες την κατάσταση έκτακτης ανάγκης στη χώρα, η οποία τέθηκε πρώτη φορά σε ισχύ τον Απρίλιο του 2017 έπειτα από δύο επιθέσεις εναντίον εκκλησιών κοπτών.
Το διάταγμα με το οποίο ανακοινώνεται το μέτρο δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως χθες Κυριακή, λίγες ημέρες πριν από την ένατη επέτειο από την εξέγερση στην Αίγυπτο, στις 25 Ιανουαρίου 2011, που οδήγησε στην ανατροπή του προέδρου Χόσνι Μουμπάρακ.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης παρατείνεται κατά τρεις μήνες «από τις 27 Ιανουαρίου στις 01:00 τα ξημερώματα» (τοπική ώρα και ώρα Ελλάδας), αναφέρεται στο διάταγμα.
Το μέτρο τέθηκε σε ισχύ τον Απρίλιο του 2017 έπειτα από δύο επιθέσεις εναντίον εκκλησιών κοπτών στην Τάντα και την Αλεξάνδρεια, τις οποίες εξαπέλυσε το Ισλαμικό Κράτος και κόστισαν τη ζωή σε 45 ανθρώπους.
Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης ενισχύει σημαντικά τις εξουσίες της αστυνομίας σε ό,τι αφορά τις συλλήψεις και την παρακολούθηση προσώπων, ενώ της δίνει το δικαίωμα να περιορίζει την ελευθερία του συναθροίζεσθε.
Οι οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων καταγγέλλουν τακτικά τις επιθέσεις εναντίον των ατομικών ελευθεριών στην Αίγυπτο, όπου ο πρόεδρος Σίσι, ο οποίος ανέλαβε την εξουσία το 2014 μετά το πραξικόπημα εναντίον του ισλαμιστή προέδρου Μοχάμεντ Μόρσι, καταστέλλει βιαίως οποιαδήποτε φιλελεύθερη ή ισλαμιστική αντιπολίτευση.
Η ανανέωση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης ανακοινώθηκε λίγους μήνες μετά το ξέσπασμα στα τέλη Σεπτεμβρίου στο Κάιρο και άλλες αιγυπτιακές πόλεις σπάνιων αντικυβερνητικών διαδηλώσεων, που καταπνίγηκαν πολύ γρήγορα.
Οι διαδηλωτές απαντούσαν στην έκκληση του Μοχάμεντ Άλι, ενός αυτοεξόριστου Αιγύπτιου επιχειρηματία, ο οποίος κατηγορεί τον Σίσι για διαφθορά.
Οι διαδηλώσεις απαγορεύονται στην Αίγυπτο βάσει του νόμου που υιοθετήθηκε το 2013 μετά το στρατιωτικό πραξικόπημα υπό τον στρατηγό Σίσι εναντίον του Μόρσι.
Σε ισχύ επί 30 χρόνια η κατάσταση έκτακτης ανάγκης ήρθη λίγο πριν από την εκλογή του Μόρσι το 2012. Η άρση της είναι ένα από τα βασικά αιτήματα της λαϊκής εξέγερσης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ