Για έβδομο συνεχόμενο Σαββατοκύριακο οι πολίτες του Χονγκ Κονγκ διαδηλώνουν ζητώντας την οριστική απόσυρση του αμφιλεγόμενου νομοσχεδίου για την έκδοση υπόπτων στην Κίνα και την παραίτηση της κυβέρνησης υπό την Κάρι Λαμ, στη μεγαλύτερη πρόκληση για το Πεκίνο από το 1997 όταν η πρώην βρετανική αποικία επέστρεψε σε κινεζική διοίκηση.
Αυτή τη φορά όμως, οι διαδηλωτές ζητούσαν επιπλέον έρευνα για την άγρια καταστολή διαμαρτυρομένων με τη χρήση σφαιρών καουτσούκ και δακρυγόνων σε προηγούμενες κινητοποιήσεις. Αντ'' αυτού η αστυνομία διέταξε τους διοργανωτές να ολοκληρώσουν την πορεία νωρίτερα, πριν την έδρα της τοπικής κυβέρνησης, κάνοντας χρήση δακρυγόνων.
Εκατομμύρια άνθρωποι έχουν βγει στους δρόμους από τις 9 Ιουνίου, οπότε ξεκίνησαν οι κινητοποιήσεις κατά του σχεδίου νόμου για τις εκδόσεις υπόπτων του στην «μητέρα» Κίνα αλλά και κατά της διάβρωσης των ελευθεριών τους από το Πεκίνο. Στις αρχές Ιουλίου (ανήμερα της επετείου παράδοσης του Χονγκ Κονγκ στην Κίνα), δεκάδες διαδηλωτές κατέλαβαν το κοινοβούλιο και ύψωσαν τη σημαία της βρετανικής αποικιοκρατικής περιόδου, πριν οι αστυνομικές αρχές καταλάβουν με τη σειρά τους το κτίριο έπειτα από ώρες πολιορκίας.
Ουσιαστικά το παραπάνω νομοσχέδιο αποτελεί «Δούρειο Ίππο» του Πεκίνου ώστε να τελειώσει «μια και καλή» την αρχή «ένα κράτος, δύο συστήματα». Βάσει της αρχής αυτής, το Χονγκ Κονγκ απολαμβάνει, μεταξύ άλλων, μέχρι το 2047 ελευθερίες που είναι άγνωστες στην ηπειρωτική Κίνα, όπως αυτή του Τύπου, της έκφρασης και γενικότερα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Σημειώνεται ότι η αρχή αυτή προέκυψε το 1984, ως συμβιβασμός ανάμεσα ανάμεσα στη βρετανίδα πρωθυπουργό, Μάργκαρετ Θάτσερ, και τον Κινέζο ηγέτη, Ντεν Σιάο Πινγκ.
Πριν από δύο χρόνια άλλωστε, το 2017, στην επέτειο της «ανεξαρτησίας», οι πολίτες του Χονγκ Κονγκ άκουσαν μια σκληροπυρηνική ομιλία του Σι, η οποία ουσιαστικά «ενταφίαζε» τα όνειρα των κατοίκων του Χονγκ Κόνγκ για δημοκρατία και αλληλεγγύη.